Η εγχώρια αγορά για συσσωρευτές οχημάτων (επιβατικά αυτοκίνητα, λεωφορεία, φορτηγά) καλύπτεται στη συντριπτική της πλειοψηφία από εισαγόμενα προϊόντα, όπως προκύπτει από την τελευταία έκδοση της σχετικής Κλαδικής Μελέτης, η οποία εκπονήθηκε από τη Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της ICAP Group.
Η εγχώρια κατασκευή/συναρμολόγηση συσσωρευτών για οχήματα έχει υποστεί δραματική συρρίκνωση τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας του έντονου ανταγωνισμού από εισαγόμενα προϊόντα. Κατά συνέπεια, οι περισσότερες παραγωγικές μονάδες διέκοψαν την παραγωγική τους δραστηριότητα, μερικές εκ των οποίων τέθηκαν σε αδράνεια, ενώ άλλες παραμένουν στον κλάδο ασχολούμενες πλέον με τις εισαγωγές συσσωρευτών, ή και άλλες δραστηριότητες (π.χ. ανακύκλωση συσσωρευτών). Στην παρούσα φάση, εάν εξαιρεθεί μία μεγάλη γνωστή βιομηχανία συσσωρευτών που όμως προορίζονται κυρίως για άλλες χρήσεις (βιομηχανικές ή ειδικές χρήσεις, κ.α.), ουσιαστικά μία μόνο εταιρεία ασχολείται συστηματικά με την εγχώρια παραγωγή συσσωρευτών για οχήματα (επιβατικά, φορτηγά, λεωφορεία).
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης της ICAP, βασικό χαρακτηριστικό του εισαγωγικού τομέα είναι η ανομοιογένεια, η οποία παρατηρείται στο μέγεθος των επιχειρήσεων. Συγκεκριμένα, στην αγορά λειτουργούν μεγάλες εισαγωγικές εταιρίες, οι οποίες ειδικεύονται στους συσσωρευτές, ενώ επίσης υπάρχουν μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις οι οποίες δραστηριοποιούνται στον ευρύτερο κλάδο ανταλλακτικών ή και αυτοκινήτων. Παράλληλα λειτουργούν και πολλές μικρότερες επιχειρήσεις οι οποίες εισάγουν συσσωρευτές, είτε σαν αποκλειστική δραστηριότητα, είτε σαν μέρος της ευρύτερης ενασχόλησης τους με το εμπόριο ανταλλακτικών και εξαρτημάτων οχημάτων.
Η αγορά των συσσωρευτών στην Ελλάδα αφορά κυρίως την αντικατάσταση και όχι την αρχική τοποθέτηση, καθώς δεν υφίσταται εγχώρια παραγωγή αυτοκινήτων. Ο κύριος παράγοντας που καθορίζει τη ζήτηση συσσωρευτών για οχήματα είναι η εξέλιξη και σύνθεση του στόλου των κυκλοφορούντων οχημάτων. Ολόκληρη την περίοδο 1998-2014, ο συνολικός στόλος των κυκλοφορούντων αυτοκινήτων στη χώρα μας αυξήθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής 3,56%, ωστόσο την τελευταία πενταετία η εξέλιξη του ήταν ελαφρά φθίνουσα, με συνέπεια κατά το τέλος του 2014 να ανέλθει σε 6.455 χιλ. οχήματα.
Περαιτέρω, οι νέες καταχωρήσεις αυτοκινήτων γενικά στην Ελλάδα κατέγραψαν ραγδαία πτώση. Η φθίνουσα πορεία της αγοράς άρχισε από το 2008 και συνεχίστηκε για έξη έτη. Ιδιαίτερα στην κατηγορία των νέων επιβατικών αυτοκινήτων (που αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία), οι νέες καταχωρήσεις κατέγραψαν μεγάλα ποσοστά μείωσης μέχρι το 2012, ενώ σημειώθηκε στασιμότητα το 2013, στα πολύ χαμηλά επίπεδα που έχει διαμορφωθεί πλέον η αγορά (58.694 οχήματα). Η πτωτική πορεία ανακόπηκε το 2014, οπότε οι νέες καταχωρήσεις επιβατικών αυτοκινήτων εμφάνισαν σημαντική ετήσια αύξηση.
Η ζήτηση για συσσωρευτές οχημάτων επηρεάζεται σε σημαντικό βαθμό και από την τιμή πώλησης. Η τιμή πώλησης σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες (π.χ. διαθέσιμο εισόδημα) μπορεί να κατευθύνει τη ζήτηση μεταξύ διαφόρων κατηγοριών ανταλλακτικών και αναλώσιμων αυτοκινήτων, συμπεριλαμβανομένων και των συσσωρευτών. Επίσης, σε ομαλές συνθήκες, η διαφήμιση ενδεχομένως επηρεάζει τη ζήτηση, δεδομένου ότι αποτελεί μέσο προβολής και ενίσχυσης της αναγνωρισιμότητας των εμπορικών σημάτων. Σε καθεστώς ύφεσης όμως η διαφημιστική δαπάνη για συσσωρευτές οχημάτων υπέστη δραστική μείωση, ιδιαίτερα την περίοδο 2012-2013.