Διαφυγόντες φόρους, ύψους 85 εκατομμυρίων ευρώ, συνεχίζει να διεκδικεί το ελληνικό Δημόσιο από την αντιπροσωπεία της Mercedes στην Ελλάδα, παρά τη δικαίωση της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας και από το Εφετείο.
Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας και ζητά να αναιρεθεί η εφετειακή απόφαση, βάσει της οποίας δεν έπρεπε να καταλογιστούν στην αυτοκινητοβιομηχανία διαφυγόντες φόροι, τέλη και πρόστιμα λαθρεμπορίας περίπου 85 εκατ. ευρώ, για 6.299 αυτοκίνητα που εισήχθησαν στην χώρα μας την τριετία 2011-2013.
Η Ανεξάρτητη Αρχή υποστηρίζει ότι η Mercedes χρησιμοποίησε ιδιαίτερα τεχνάσματα που μείωσαν την τιμή των αυτοκινήτων, με αποτέλεσμα και την καταβολή μειωμένων τελών ταξινόμησης, φόρου πολυτελείας και ΦΠΑ κατά τον εκτελωνισμό τους.
Μετά τον καταλογισμό των περίπου 85 εκατ. ευρώ, η αυτοκινητοβιομηχανία προσέφυγε στα Διοικητικά Δικαστήρια και δικαιώθηκε από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών που διέταξε την επιστροφή του ποσού που είχε καταβάλει η εταιρεία στην εφορία.
Στο σκεπτικό της απόφασης αναφέρεται ότι για την επιβολή του πολλαπλού τέλους, απαιτείται, οι σχετικές πράξεις να τελέστηκαν με δόλο ή παραλήψεις, ενώ η χρήση τεχνασμάτων, που επικαλείται το Δημόσιο, απαιτούν ενέργειες «παραπλανητικές και πολύπλοκες που τείνουν σε εξαπάτηση των αρμοδίων τελωνειακών υπαλλήλων ή είναι ικανές προς συγκάλυψη της λαθρεμπορίας».
Για την εταιρεία ωστόσο, οι διοικητικοί δικαστές έκριναν ότι «από τη μείωση και μόνο των εργοστασιακών τιμών των αυτοκινήτων που έλαβε χώρα, προφανώς, λόγω της, κατά τα κοινώς γνωστά, οικονομικής κρίσης που έπληξε την Ελλάδα, μετά το 2009, χωρίς παράλληλα να έχει συντελεστεί από μέρους της εταιρείας άλλη ενέργεια παραπλανητική και συγκαλυπτική που να συνέτεινε στην εξαπάτηση των τελωνειακών αρχών, «κατά τον τελωνισμό των αυτοκινήτων, ως τέτοια δε, δεν μπορεί να θεωρηθεί η από το 2014 ιδίως και εντεύθεν αύξηση των τιμών χονδρικής πώλησης από μητρική εταιρεία, η οποία, άλλωστε καθορίζει την επιχειρηματική στρατηγική του ομίλου. Συνεπώς, δεν συντρέχει περίπτωση χρησιμοποίησης ιδιαίτερου τεχνάσματος, κατά την έννοια των σχετικών διατάξεων του ν. 2960/2001 και ως εκ τούτου, δεν στοιχειοθετείται λαθρεμπορία».
Με την προσφυγή του στο ΣτΕ το ελληνικό Δημόσιο ζητά να απαντηθούν και τα εξής ερωτήματα:
- Εάν συνιστά τέχνασμα η ευκαιριακή μείωση των τιμών χονδρικής πώλησης των εισαγομένων αυτοκινήτων, με βάση την οποία προσδιορίζεται η φορολογητέα αξία, επί της οποίας υπολογίζεται το τέλος ταξινόμηση και οι άλλοι φόροι, δηλαδή απώλεια οφειλομένων προς το Δημόσιο δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, χωρίς να μεταφέρεται στην λιανική τιμή πώληση των αυτοκινήτων, ούτε η μείωση των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, ούτε η μείωση της χονδρικής τιμής και μετ΄ ολίγον αίρεται η μείωση και οι χονδρικές τιμές επανέρχονται στα προ της μείωσης αρχικά επίπεδα και
- Εάν, σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία, θεσπίζεται υποχρέωση των εμπόρων αυτοκινήτων να μετακυλήσουν στην κατανάλωση, με αντίστοιχη ελάφρυνση της τελικής τιμής λιανικής πώλησης, τη φορολογική ελάφρυνση που προκαλείται σε περιπτώσεις μείωσης της χονδρικής τιμής, επί της οποίας υπολογίζονται οι φόροι που επιβαρύνουν το αυτοκίνητο.