«Η ενεργειακή πολιτική της Ελλάδας είναι σήμερα πιο πολυσύνθετη από το παρελθόν και επιχειρεί να εκμεταλλευτεί μια ευρεία γκάμα τεχνολογιών και πηγών ενέργειας σε σχέση με το παρελθόν. Κεντρικός γνώμονας είναι να παραγάγουμε εγχώρια προστιθέμενη αξία με τις πολιτικές μας, να στηρίξουμε την απασχόληση, να ρίξουμε τις εκπομπές και μαζί το ενεργειακό κόστος», σημειώνει η υφυπουργός μιλώντας στο ΒΝΜ και υπογραμμίζει ότι μέσω των πρωτοβουλιών για τις διασυνδέσεις, η Ελλάδα δείχνει εμπράκτως ότι είναι πυλώνας σταθερότητας στη ΝΑ Ευρώπη και την Ανατολική Μεσόγειο. Εξαιρετικά σημαντικό, ιδίως αν λάβουμε υπόψη τις νέες εντάσεις στη Μέση Ανατολή και το διαρκές γεωπολιτικό ρίσκο που προκαλείται.
Ποια είναι η στρατηγική του υπουργείου σχετικά με την ενίσχυση της ασφάλειας εφοδιασμού, την ενεργειακή μετάβαση και την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας της χώρας;
Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει κάνει μεγάλα βήματα για την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας, τόσο της ίδιας όσο και των χωρών της ευρύτερης περιοχής.
Έργα όπως οι αγωγοί φυσικού αερίου TAP και IGB ήδη βοήθησαν σημαντικά κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης, προσφέροντας διαφοροποίηση των πηγών και οδεύσεων εφοδιασμού, ώστε να περιοριστεί και η εξάρτηση από το ρωσικό αέριο. Χώρες όπως η Βουλγαρία κάλυψαν τις ανάγκες τους επαρκώς όταν διακόπηκαν οι ρωσικές προμήθειες το 2022 και θα συνεχίσουν να το κάνουν και στο μέλλον.
Πλέον, δίνουμε έμφαση στη δημιουργία του Κάθετου Διαδρόμου, δηλαδή μιας αλυσίδας που θα επιτρέψει στο αέριο που εισάγει η Ελλάδα μέσω των τερματικών της Ρεβυθούσας και της Αλεξανδρούπολης να φτάσει μέχρι τη Μολδαβία, τη Σλοβακία και την Ουκρανία, με τη βοήθεια των χωρών που μεσολαβούν. Πρόκειται για ποσότητες άνω των 8,5 δισ. κυβικών μέτρων/έτος (bcma) και ήδη στις αρχές του 2024 υπεγράφη σχετικό μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ όλων των χωρών.
Πέραν του φυσικού αερίου, η κυβέρνηση προχωρά συντεταγμένα στην υλοποίηση ενός πολύ φιλόδοξου προγράμματος με ορίζοντα το 2030, προκειμένου η χώρα να κατορθώσει την ενεργειακή της μετάβαση, σε πλήρη αντιστοιχία και με τις ευρωπαϊκές πολιτικές. Στην αιχμή βρίσκονται οι ΑΠΕ, που προβλέπεται να φτάσουν το 80% της ηλεκτροπαραγωγής μέχρι τότε, με ταυτόχρονη ανάπτυξη των δικτύων και της αποθήκευσης ενέργειας.
Ο λόγος για τον οποίο εστιάζουμε τόσο έντονα στις ΑΠΕ, είναι επειδή έχουν πολλαπλά οφέλη για την εθνική οικονομία: μειώνουν άμεσα τις ανάγκες για εισαγωγές ορυκτών καυσίμων, περιορίζουν τις τιμές του ρεύματος για τους καταναλωτές, δημιουργούν θέσεις εργασίας και μπορούν να μας μετατρέψουν και σε εξαγωγείς πράσινης ενέργειας, ενισχύοντας τη γεωπολιτική μας θέση.
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η πράσινη μετάβαση έχει και σαφή οφέλη για την ανθεκτικότητα του ελληνικού συστήματος, καθώς και για την ομαλή τροφοδοσία με ενέργεια.
Ποιοι οι βασικοί πυλώνες της ενεργειακής πολιτικής της Ελλάδας;
Πέρα από τις ΑΠΕ, που αποτελούν και τον βασικό πυλώνα της ενεργειακής μετάβασης, υπάρχει μια ευρεία γκάμα από άλλες πρωτοβουλίες που εξελίσσουμε.
Ένα κρίσιμο εγχείρημα είναι να αποκτήσει η Ελλάδα τα πρώτα υπεράκτια αιολικά πάρκα έως το τέλος αυτής της δεκαετίας με μια ισχύ 1,9 γιγαβάτ σε πρώτη φάση. Ο λόγος είναι ότι τα θαλάσσια αιολικά διαθέτουν πολύ υψηλότερο συντελεστή απόδοσης, δηλαδή παράγουν πολύ περισσότερο ηλεκτρισμό σε σύγκριση με τις χερσαίες μονάδες. Πρόκειται για ένα βήμα-κλειδί και στο να γίνει η χώρα εξαγωγέας. Ταυτόχρονα, υπάρχει μεγάλη ανάγκη να προωθήσουμε την αποθήκευση ενέργειας ώστε να μπορέσουν οι ΑΠΕ να φτάσουν το 80% ως το 2030, δεδομένου ότι σήμερα η ζήτηση δεν επαρκεί για να απορροφήσει την παραγωγή τους στις ώρες που αυτή κορυφώνεται. Στην ίδια λογική εντάσσεται και το πράσινο υδρογόνο, που θα λειτουργεί επί της ουσίας ως χημική αποθήκευση για τον πράσινο ηλεκτρισμό και θα μας βοηθήσει να μειώσουμε τις εκπομπές σε δύσκολους τομείς όπως οι μεταφορές και η βιομηχανία.
Η χώρα μας καλείται να κάνει τα πρώτα βήματα και στη δέσμευση και αποθήκευση CO2, δηλαδή το λεγόμενο CCS. Ήδη μεγάλοι εγχώριοι όμιλοι έχουν βάλει μπροστά σχετικές πιλοτικές επενδύσεις και πιστεύουμε ότι μελλοντικά η ωρίμαση της συγκεκριμένης τεχνολογίας θα είναι πολύτιμη, ώστε ο κλάδος των ορυκτών καυσίμων να αποτελέσει μέρος της λύσης. Πέραν των παραπάνω, θα πρέπει να προσθέσω τη μεγάλη έμφαση που δίνει η κυβέρνηση στην ηλεκτροκίνηση, την ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων και την εξοικονόμηση ενέργειας εν γένει. Τα προγράμματα «Εξοικονομώ» έχουν σημειώσει μεγάλη επιτυχία και θα συνεχιστούν, με στόχο να μπορούν όλοι οι πολίτες να προβούν στις σχετικές επενδύσεις και να απολαύσουν οφέλη από την ενεργειακή αποδοτικότητα.
Τέλος, αναπόσπαστο κομμάτι της ενεργειακής μας πολιτικής είναι και οι έρευνες υδρογονανθράκων, που έχουν φτάσει πλέον σε ένα σημείο ωρίμασης. Ήδη ολοκληρώθηκαν οι σεισμικές έρευνες στα δύο μεγάλα θαλάσσια οικόπεδα που έχουν προσδιοριστεί και εντός του 2025 οι πετρελαϊκές θα λάβουν την τελική επενδυτική απόφαση για το αν θα προχωρήσουν σε ερευνητικές γεωτρήσεις. Εφόσον προχωρήσουν, οι γεωτρήσεις αυτές θα λάβουν χώρα εντός του 2026 και θα δείξουν εμπράκτως τι αποθέματα υδρογονανθράκων διαθέτει η Ελλάδα.
Παρόλο που οι ΑΠΕ βιώνουν μια εκρηκτική ανάπτυξη, είναι γεγονός ότι θα χρειαστούμε τα ορυκτά καύσιμα μεσοπρόθεσμα σαν χώρα. Το φυσικό αέριο θα έχει το ρόλο του καυσίμου-γέφυρα, καθώς διαθέτει μικρότερες εκπομπές από το πετρέλαιο και το λιγνίτη. Κατ’ επέκταση, έχει κάθε νόημα να παράγουμε αέριο από δικά μας κοιτάσματα για να μειώσουμε τις εισαγωγές. Καταλήγοντας, η ενεργειακή πολιτική της Ελλάδας είναι σήμερα πιο πολυσύνθετη από το παρελθόν και επιχειρεί να εκμεταλλευτεί μια ευρεία γκάμα τεχνολογιών και πηγών ενέργειας σε σχέση με το παρελθόν. Κεντρικός γνώμονας είναι να παραγάγουμε εγχώρια προστιθέμενη αξία με τις πολιτικές μας, να στηρίξουμε την απασχόληση, να ρίξουμε τις εκπομπές και μαζί το ενεργειακό κόστος.
Πώς μπορεί η Ελλάδα να αναδειχθεί ο στρατηγικός ενεργειακός κόμβος διαμετακόμισης της Ε.Ε. για φυσικό αέριο και ηλεκτρισμό από την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής;
Αυτή την περίοδο σημειώνονται σημαντικές και ενδιαφέρουσες εξελίξεις σε όλο το φάσμα των ενεργειακών διασυνδέσεων με τις γειτονικές μας χώρες. Αναφέρθηκα στη σημασία των υποδομών φυσικού αερίου, όπου οι νέοι αγωγοί και το τερματικό της Αλεξανδρούπολης παράγουν ήδη θετικά αποτελέσματα. Στον τομέα του ηλεκτρισμού, η είσοδος του ΑΔΜΗΕ στον Great Sea Interconnector που θα συνδέσει Ελλάδα-Κύπρο-Ισραήλ, έχει ανεβάσει τους ρυθμούς υλοποίησης του έργου. Αντίστοιχα, ωριμάζει το σχέδιο GREGY για σύνδεση με την Αίγυπτο, ώστε να μεταφερθούν μελλοντικά μεγάλες ποσότητες πράσινου ηλεκτρισμού προς την Ευρώπη μέσω της Ελλάδας.
Μάλιστα, για τις διασυνδέσεις υπάρχει ενδιαφέρον και από εταιρείες χωρών της Μέσης Ανατολής, γεγονός που φανερώνει πόσο σημαντικές είναι σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Επίσης, μιλάμε για έργα που έχουν εξασφαλίσει ευρωπαϊκή στήριξη. Με τον τρόπο αυτό αποδεικνύεται στην πράξη ότι η Ελλάδα έχει αναβαθμιστεί ήδη σε ό,τι αφορά το ρόλο της στην εξαγωγή και μεταφορά φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού. Στόχος της κυβέρνησης είναι να γίνει η χώρα μας κόμβος, ενισχύοντας έτσι τη θέση της στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και γεωστρατηγικά.
Παράλληλα με τα έργα, έχουμε προχωρήσει και με μια πολύ δραστήρια ενεργειακή διπλωματία, μέσω της συμμετοχής μας στο EMGF (East Mediterranean Gas Forum), το CESEC (πρωτοβουλία διασύνδεσης Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης) και σε πολυάριθμους άλλους διεθνείς και περιφερειακούς μηχανισμούς και οργανισμούς. Ο νέος ρόλος που διεκδικεί η Ελλάδα, έχει ήδη αναγνωριστεί στο εξωτερικό, έχοντας τη στήριξη τόσο της Ε.Ε. όσο και των ΗΠΑ.
Μέσω των πρωτοβουλιών για τις διασυνδέσεις, η Ελλάδα δείχνει εμπράκτως ότι είναι πυλώνας σταθερότητας στη ΝΑ Ευρώπη και την Ανατολική Μεσόγειο. Νομίζω ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό, ιδίως αν λάβουμε υπόψη τις νέες εντάσεις στη Μέση Ανατολή και το διαρκές γεωπολιτικό ρίσκο που προκαλείται.
Ποια είναι η συμβολή του Υπουργείου Ενέργειας στη μείωση του κόστους παραγωγής στον πρωτογενή τομέα;
Είναι γεγονός ότι ο πρωτογενής τομέας βίωσε δύσκολες καταστάσεις τα τελευταία χρόνια ως αποτέλεσμα της ενεργειακής κρίσης και των φυσικών καταστροφών.
Το ΥΠΕΝ στάθηκε στο πλευρό του, προσφέροντας σημαντικές επιδοτήσεις όταν οι τιμές της ενέργειας ήταν υψηλές, και πλέον δημιουργήσαμε ένα πλαίσιο που θα βοηθήσει τους αγρότες να μειώσουν μακροχρόνια το ενεργειακό κόστος.
Η δέσμη μέτρων που ανακοινώθηκε τον Φεβρουάριο προβλέπει πρόσθετη έκπτωση 10% στο αγροτικό ρεύμα, ρύθμιση των χρεών για ΤΟΕΒ-ΓΟΕΒ, συμμετοχή σε συνεργατικά σχήματα, καθώς και δύο πολύ σημαντικά προγράμματα: το «Απόλλων», που προσφέρει τη δυνατότητα ενεργειακού συμψηφισμού, και το «Φωτοβολταϊκά» στο Χωράφι, που ξεκίνησε ήδη με πολύ έντονο ενδιαφέρον από τον αγροτικό κόσμο. Πιστεύω ότι πρόκειται για μια πολύ περιεκτική λύση εκ μέρους του ΥΠΕΝ, που πραγματικά θα καλύψει τις ανάγκες και θα διασφαλίσει τη βιωσιμότητα της πρωτογενούς παραγωγής στο εξής.
Έχουμε σχεδιάσει στο υπουργείο ένα φιλόδοξο πρόγραμμα μείωσης του ενεργειακού κόστους όλων των δήμων της χώρας καθώς και των ευάλωτων συμπολιτών μας μέσω του προγράμματος «Απόλλων» μέσα από μεγάλα έργα ανανεώσιμων πηγών που θα προσφέρουν την ενέργειά τους στους ωφελούμενους.
Παράλληλα, από τις 9 Απριλίου ξεκίνησε το πρόγραμμα «Φωτοβολταϊκά στο Χωράφι», το οποίο απευθύνεται σε όλους τους επαγγελματίες αγρότες, σε αγρότες ειδικού καθεστώτος και σε αγροτικές επιχειρήσεις. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη συμμετοχή στο πρόγραμμα είναι να έχουν ενεργή αγροτική παροχή και να είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων κατά το τρέχον έτος. Μέσω του προγράμματος ενισχύεται η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σταθμών ισχύος έως 50kW με ενίσχυση 30% και έως 350 ευρώ ανά kW.
Θα ήθελα να τονίσω ότι το ποσό της επιδότησης δεν σωρεύεται στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας που λαμβάνουν οι αγρότες, και αυτό είναι πολύ σημαντικό, διότι το μέγιστο επιτρεπόμενο ποσό της σώρευσης είναι μικρό (έως 30.000 ευρώ για τα τελευταία τρία έτη), οπότε δεν θα ήταν εφικτή η συμμετοχή στο πρόγραμμα ή, αν ήταν, θα μείωνε τη δυνατότητα λήψης ενισχύσεων των αγροτών για έκτακτες περιστάσεις όπως π.χ. η ακαρπία.
Ήδη σε δέκα μόλις ημέρες έχουν υποβληθεί άνω των 3.000 αιτήσεις, με το πρόγραμμα να ολοκληρώνεται στις 15 Μαΐου 2024, κάτι που δείχνει το ενδιαφέρον των αγροτών για να μεταβούν στην ενεργειακή αυτονομία, να ελαχιστοποιήσουν το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας και τελικά να καταστούν βιώσιμοι και πιο ανταγωνιστικοί.
Ταυτόχρονα, το ΥΠΕΝ έχει τοποθετηθεί υπέρ μιας αύξησης των ευρωπαϊκών κονδυλίων για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής. Θεωρούμε ότι υπάρχει μια υστέρηση στην ευρωπαϊκή πολιτική στον συγκεκριμένο τομέα και οι πρόσφατες καταστροφές την ανέδειξαν εμφανώς. Στο εξής θέλουμε να δώσουμε έμφαση στην προσαρμογή της χώρας, ενισχύοντας την ετοιμότητα και τις δυνατότητές μας.
Πώς μπορούν οι Ενεργειακές Κοινότητες (ΕΚΟΙΝ) και τα έργα αυτοπαραγωγής και αυτοκατανάλωσης να συμβάλουν στην ενεργειακή επάρκεια, σε συνδυασμό με τη μείωση του κόστους ενέργειας;
Στο ΥΠΕΝ στηρίζουμε μια δημοκρατική ανάπτυξη των ΑΠΕ με ευρεία συμμετοχή όλων των πολιτών, ανεξαρτήτως εισοδήματος. Άλλωστε, θα πρέπει να θυμίσω ότι το 2019 είχαν συσταθεί στη χώρα μας 303 ενεργειακές κοινότητες και έκτοτε ο αριθμός τους αυξήθηκε κατά 400%, έχοντας υλοποιήσει 1.664 έργα μέχρι σήμερα. Άλλα 511 έργα έχουν λάβει όρους σύνδεσης και βρίσκονται στη φάση της κατασκευής, άρα βλέπουμε ότι υπάρχει διαρκές ενδιαφέρον. Αντίστοιχα, στο σκέλος της αυτοπαραγωγής υπάρχουν σχεδόν 300 έργα ενεργειακών κοινοτήτων.
Στο εξής, το πρόγραμμα Απόλλων θα αποτελέσει ένα σημαντικό βήμα για τη μείωση του ενεργειακού κόστους ευάλωτων νοικοκυριών, ΟΤΑ, ΓΟΕΔ-ΤΟΕΔ και επιχειρήσεων ύδρευσης. Μέσω διαγωνιστικών διαδικασιών θα επιλεγούν ώριμα έργα ΑΠΕ προς υλοποίηση, ένα για κάθε περιφέρεια, με τις σχετικές διαδικασίες να προχωρούν άμεσα.
Το πρόγραμμα Απόλλων φιλοδοξούμε να καλύψει τις ανάγκες 332 δήμων, 127.000 δικαιούχων του κοινωνικού τιμολογίου Α, 9.500 παροχές των ΔΕΥΑ και πάνω από 3.500 παροχές ΤΟΕΔ-ΓΟΕΔ. Πιστεύω ότι είναι ένα πρωτοπόρο σχέδιο σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, που εκμεταλλεύεται πλήρως τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας, για να προσφέρει φθηνή ενέργεια εκεί που αυτή χρειάζεται περισσότερο.
Ποιο είναι το στοίχημα για τις ΑΠΕ;
Οι ΑΠΕ δεν αποτελούν μόνο το μέλλον, αλλά είναι ήδη το παρόν. Το ποσοστό τους στην εγχώρια ηλεκτροπαραγωγή μαζί με τα υδροηλεκτρικά βρίσκεται πλέον κοντά στο 55% με διαρκή αυξητική τάση. Πολλές ημέρες βλέπουμε πως οι ΑΠΕ τα μεσημέρια μηδενίζουν την τιμή χονδρικής, ρίχνοντας έτσι τη μέση τιμή και ωφελώντας τους τελικούς καταναλωτές.
Το στοίχημα στην περίπτωση των ΑΠΕ είναι το πως η ανάπτυξη του δικτύου ηλεκτρισμού και της αποθήκευσης θα συμβαδίσει με το τεράστιο επενδυτικό ενδιαφέρον για νέα αιολικά και φωτοβολταϊκά. Αξίζει να σημειώσω ότι σήμερα οι εν λειτουργία ΑΠΕ μαζί με τα έργα που έχουν λάβει όρους σύνδεσης ξεπερνούν κατά πολύ το στόχο για 23,5 γιγαβάτ που έχει τεθεί για το 2030. Η ζήτηση στη χώρα μας δεν είναι σε θέση να απορροφήσει το σύνολο της πράσινης παραγωγής τις ώρες που αυτή κορυφώνεται και ως εκ τούτου αναγκαστικά γίνονται περικοπές.
Μέσω του νομοσχεδίου που καταθέσαμε πρόσφατα προς διαβούλευση, προωθούμε μια αύξηση του ποσοστού περικοπών στα έργα των μελλοντικών διαγωνισμών ΑΠΕ με παράλληλη επιλογή την προσθήκη μπαταρίας για να μην πηγαίνει χαμένη η ενέργεια. Πιστεύω ότι πρόκειται για ένα υγιές «φρένο», που θα ωφελήσει την αγορά δίχως να αποθαρρύνει τους επενδυτές. Ασφαλώς, πρέπει να αποφύγουμε φαινόμενα υπερθέρμανσης, που στο παρελθόν είχαν λειτουργήσει αρνητικά και θα μπορούσαν να απειλήσουν τους μακροπρόθεσμους στόχους της χώρας.
Κατ’ επέκταση, στην κυβέρνηση βλέπουμε την ανάπτυξη των ΑΠΕ ως μια σταθερή και μακροπρόθεσμη εθνική προσπάθεια. Θα προχωρήσουμε με συνέπεια και σοβαρότητα, ώστε να φτάσουμε εν τέλει το πολυπόθητο net zero, δηλαδή μια οικονομία μηδενικών εκπομπών.
Ποιες είναι οι δράσεις στήριξης και προώθησης της ηλεκτροκίνησης;
Η ηλεκτροκίνηση έκανε ήδη τα πρώτα της βήματα στην Ελλάδα, καθώς έχει φτάσει ένα ποσοστό κοντά στο 10% επί των νέων πωλήσεων αυτοκινήτων. Εντούτοις, απέχουμε ακόμα αρκετά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και πρέπει να ανεβάσουμε στροφές για να πετύχουμε το στόχο μας για το 2030, που είναι το 30% των νέων ταξινομήσεων. Θα πρέπει να σημειώσω ότι πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα δείχνει ότι οι μεταφορές είναι η δεύτερη πηγή εκπομπών με το ένα πέμπτο του συνόλου. Το 85% εξ αυτών προέρχεται από τις οδικές μεταφορές, ενώ ο κλάδος έχει και το 38% της πρωτογενούς ενεργειακής κατανάλωσης. Βλέπουμε, λοιπόν, την εμφανή ανάγκη να στηριχθεί επαρκώς η ηλεκτροκίνηση.
Φέτος πρόκειται να γίνει η μετάβαση από το πρόγραμμα Κινούμαι Ηλεκτρικά 2 προς το Κινούμαι Ηλεκτρικά 3, το οποίο θα έχει διαφορετική δομή, με στόχο μια πιο εξορθολογισμένη επιδότηση και μια απλούστερη διαδικασία. Πιστεύουμε ότι θα βοηθήσει σημαντικά τους συμπολίτες μας που θέλουν να αποκτήσουν ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο, δίκυκλο ή ποδήλατο.
Παράλληλα, εξελίσσεται η ανάπτυξη του δικτύου φόρτισης ανά τη χώρα, που είναι βασικό προαπαιτούμενο. Έχει ξεκινήσει ήδη η υλοποίηση των δημοτικών σχεδίων φόρτισης, ενώ πολλοί ιδιωτικοί όμιλοι έχουν ήδη προβεί σε σημαντικές επενδύσεις για τη δημιουργία δικτύων.
Θεωρώ ότι όσο περνάει ο καιρός ολοένα και περισσότεροι πολίτες αναγνωρίζουν τα οφέλη της ηλεκτροκίνησης. Βλέπουν ότι πλέον δεν είναι μια ανώριμη τεχνολογία, αλλά είναι σε θέση να καλύψει τις ανάγκες τους. Η σταδιακή αλλαγή της νοοτροπίας θα δράσει θετικά στο εξής, όπως και η τεχνολογική πρόοδος, που καθιστά τα ηλεκτρικά οχήματα ευθέως ανταγωνιστικά προς τα συμβατικά.