Ενόψει εορτών, οι δύο μεγαλύτερες εκτυπωτικές μονάδες της Ευρώπης (βρίσκονται στην Τσεχία και την Ολλανδία) αδυνατούν να ανταποκριθούν στην αυξημένη ζήτηση. Δουλεύοντας όλο το 24ωρο, επτά ημέρες την εβδομάδα, καταφέρνουν να παράγουν μαζί περισσότερα από 100.000 βινύλια ημερησίως, ωστόσο αυτός ο αριθμός είναι πια μικρός.
Υπολογίζεται πως μέσα στο 2017 θα έχουν πουληθεί συνολικά πάνω από 40 εκατομμύρια βινύλια παγκοσμίως. Τέτοια νούμερα έχουν να εμφανιστούν από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, την εποχή δηλαδή της εμφάνισης και τελικά της κυριαρχίας του cd. Αυτό το άλλοτε κραταιό μέσο βρίσκεται πλέον, έστω και οριακά, κάτω από τις πωλήσεις των «απηρχαιομένων» βινυλίων. Τι αγοράζει όμως ο κόσμος σε δίσκους 33 στροφών; Τα αναμενόμενα, είναι η απάντηση: κλασικούς δίσκους του παρελθόντος, κυρίως από τον χώρο της σπουδαίας ροκ των ’60s και των ’70s, αλλά και πολλές από τις σημερινές επιτυχίες. Ετσι, δίπλα στα νέα άλμπουμ από διεθνείς σταρ όπως ο Εντ Σίραν και οι αδελφοί Γκάλαχερ, συναντούμε τους «ύμνους» των Led Zeppelin και των Pink Floyd, ενώ στην πρώτη θέση των φετινών πωλήσεων δεν βρίσκεται άλλο από το «Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band» των Beatles, 50 χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία του.
Είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο πώς οι δύο βασικές σύγχρονες τάσεις στη μουσική βιομηχανία είναι τόσο εκ διαμέτρου αντίθετες: από τη μια τα ογκώδη, δύσχρηστα και ακριβά βινύλια κι από την άλλη οι αστείρευτες, άυλες λίστες του Spotify. Είναι φανερό πως τα πρώτα αποτελούν και μόδα. Ενα είδος σχετικής πολυτέλειας, με το οποίο ωστόσο κάποιοι (νεότεροι) ανακαλύπτουν και αγαπούν την αληθινή μουσική. Από την άλλη λειτουργούν και σαν κίνητρο. Για πρώτη φορά ίσως τα τελευταία 25 χρόνια, ακόμα και οι καλλιτέχνες που εντάσσονται στο λεγόμενο mainstream έχουν έναν καλό λόγο να δημιουργήσουν ολοκληρωμένα, δουλεμένα στις λεπτομέρειες άλμπουμ. Από αυτά που θα ακουστούν προσεκτικά και από τις δυο πλευρές τους.