«Είμαι αθώος. Αρνούμαι κατηγορηματικά όλες τις κατηγορίες». Αυτά ήταν τα πρώτα λόγια του Γ. Παπακωνσταντίνου όταν ρωτήθηκε από τον πρόεδρο του Ειδικού Δικαστηρίου να τοποθετηθεί μονολεκτικά επί του βαρύτατου κατηγορητηρίου που αντιμετωπίζει.
Χωρίς την υποβολή ενστάσεων από την πλευρά του πρώην υπουργού ξεκίνησε η ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου. Πρώτος μάρτυρας καταθέτει αυτή τη στιγμή ο Δ. Μασίνας, διευθυντής του Κέντρου Φορολόγησης Μεγάλου Πλούτου.
Υπενθυμίζεται ότι το Ειδικό Δικαστήριο συγκροτήθηκε για την περίπτωση αυτή έπειτα από 24 ολόκληρα χρόνια. Η σύστασή του είναι τρανή ευκαιρία για την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα και για την ελληνική δικαιοσύνη να αποδείξουν ότι υπάρχει το αίσθημα του δικαίου και της ισονομίας.
Ο πρώην υπουργός Οικονομικών βρίσκεται αντιμέτωπος με τη Δικαιοσύνη στην ίδια ακριβώς αίθουσα της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου όπου είχαν δικαστεί οι αποβιώσαντες πλέον Ανδρέας Παπανδρέου, Μένιος Κουτσόγιωργας και Γιώργος Πέτσος καθώς και οι εν ζωή Δημήτρης Τσοβόλας και Γιώργος Κοσκωτάς.
Βάσει του ιστορικού (3/2014) βουλεύματος του Δικαστικού Συμβουλίου του Αρείου Πάγου, ο Γ. Παπακωνσταντίνου δικάζεται για τα κακουργήματα της νόθευσης εγγράφου και της απόπειρας απιστίας, σε συνδυασμό με τις επιβαρυντικές περιστάσεις του ν. 1608/50 περί καταχραστών του δημοσίου.
Οι κατηγορίες, όπως είναι γνωστό, αφορούν στη διαγραφή από τη λίστα Λαγκάρντ, τριών ηλεκτρονικών αρχείων που αντιστοιχούσαν σε τρία συγγενικά του πρόσωπα, με καταθέσεις ύψους 1,2 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με το βούλευμα, ο Γ. Παπακωνσταντίνου διέγραψε τα ονόματα των τριών συγγενών του «με σκοπό αφ' ενός να αποκρύψει το γεγονός ότι τα ονόματα των συγγενών του περιέχονταν στον CD της λίστας Λαγκάρντ (που αποτελούσε μέρος καταλόγου γνωστού διεθνώς ως «λίστα Falciani») και, με τον τρόπο αυτό, να αποφύγει βλάβη της πολιτικής του εικόνας ως υπουργού Οικονομικών και αφ' ετέρου να προσφέρει παράνομο περιουσιακό όφελος στους τρεις συγγενείς του, αφού θα απέφευγαν τον φορολογικό έλεγχο».