Τα τελευταία έξι χρόνια παρατηρείται σοβαρή χειροτέρευση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών, παρατηρεί η ετήσια έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) και σημειώνει πως η αντιµετώπιση αυτού του σύνθετου προβλήµατος αποτελεί τη σηµαντικότερη πρόκληση για το εγχώριο τραπεζικό σύστηµα.
Ο λόγος των κόκκινων δανείων του ιδιωτικού τομέα προς το σύνολο των τραπεζικών δανείων ήταν στο τέλος Σεπτεμβρίου στο 34,2%, ο υψηλότερος στην ΕΕ, τονίζει η Τράπεζα της Ελλάδος, επισημαίνοντας την σοβαρή επιδείνωση της κατάστασης τα τελευταία έξι χρόνια.
Η Τράπεζα της Ελλάδος σημειώνει πως η αντιμετώπιση αυτού του σύνθετου προβλήματος αποτελεί τη «σημαντικότερη πρόκληση» για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα. Όπως υπογραμμίζεται, λόγω του ύψους των συσσωρευμένων προβληματικών στοιχείων στο ενεργητικό των τραπεζών, η οικονομική ανάπτυξη, αν και αποτελεί τον κατ’ εξοχήν μηχανισμό για την αποκλιμάκωση του λόγου δανείων σε καθυστέρηση, στην παρούσα συγκυρία στην Ελλάδα δεν μπορεί από μόνη της να εξασφαλίσει επίλυση του προβλήματος.
Στη βάση αυτή προτείνονται συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής που μπορούν να προσαρμοστούν στην ελληνική πραγματικότητα, προκειμένου να μειωθεί σημαντικά ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση.
Όπως χαρακτηριστικά τονίζεται:
Στην Ιρλανδία και την Ισπανία δημιουργήθηκαν εταιρείες ειδικού σκοπού για τη διαχείριση προβληματικών στεγαστικών δανείων. Η υλοποίηση βέβαια ενός τέτοιου εγχειρήματος στην Ελλάδα θα απαιτούσε χρηματοδότηση, ιδανικά από πηγές εκτός των τραπεζικών ισολογισμών και του κρατικού προϋπολογισμού και με γνώμονα την αποφυγή δημιουργίας νέων κεφαλαιακών αναγκών για τις τράπεζες.
Μια ακόμη επιλογή είναι εκείνη της ενεργού διαχείρισης των δανείων σε καθυστέρηση, η οποία θα περιόριζε τα προβλήματα που δημιουργούν τα στοιχεία αυτά. Προς τούτο, οι τράπεζες θα πρέπει να αξιοποιήσουν το πλαίσιο εποπτικών υποχρεώσεων, αλλά και τις επιλογές που προβλέπει ο Κώδικας Δεοντολογίας.
Θετική επίσης επίδραση εκτιμάται ότι θα έχουν η συνεργασία των τραπεζών στις περιπτώσεις που έχουν κοινούς πιστούχους, αλλά και οι στοχευμένες παρεμβάσεις (π.χ. μέσω ενεργού ανάμειξης των τραπεζών σε διοικητικές αποφάσεις εταιρειών με στόχο τη βιωσιμότητα του χρέους τους) σε κλάδους που εμφανίζουν υψηλή συγκέντρωση προβληματικών δανείων.