Με επιστολή τους προς τον υπουργό Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου τα μέλη της Ένωσης Ελληνικού Βιβλίου αναφέρονται στην ίδρυση Δικτύου Σχολικών Βιβλιοθηκών Δημόσιων Δημοτικών Σχολείων κάνοντας λόγο για προχειρότητα και αναποτελεσματικότητα αντιμετώπισης του θέματος. Ακολουθεί αναλυτικά το κείμενο της επιστολής:
Αξιότιμε κ. Υπουργέ,
Μετά τη δημοσίευση της υπουργικής απόφασης στο ΦΕΚ 688 για την Ίδρυση Δικτύου Σχολικών Βιβλιοθηκών Δημόσιων Δημοτικών Σχολείων, δεν μας μένει πλέον αμφιβολία ότι το κομβικό αυτό θέμα αντιμετωπίζεται από το υπουργείο με τρόπο διαδικαστικό, πρόχειρο και αναποτελεσματικό που εμπεριέχει και προαναγγέλλει την πλήρη αποτυχία του. Σταχυολογώντας από την εκδοθείσα απόφαση αναφέρουμε:
- Η λειτουργία των σχολικών βιβλιοθηκών ορίζεται σε 3 ώρες ανά εβδομάδα. Σε αυτό το ελάχιστο διάστημα λειτουργίας της, ο υπεύθυνος καλείται να έχει την ουσιαστική εποπτεία και λειτουργία της, να επιμελείται την κατάρτιση πλάνων, απολογιστικών εκθέσεων, διεθνών συνεργασιών κτλ., και ταυτόχρονα να αναλαμβάνει την τεχνική επεξεργασία των τεκμηρίων, να κόβει ενωμένα φύλλα (!), να προσθέτει ετικέτες και αντικλεπτικά και να καταγράφει τα τεκμήρια στον ηλεκτρονικό κατάλογο της βιβλιοθήκης. Υποκρισία ή άγνοια προδίδουν τα παραπάνω;
- Ως υπεύθυνος της σχολικής βιβλιοθήκης δεν ορίζεται εκπαιδευμένος βιβλιοθηκονόμος, αλλά ένας εκπαιδευτικός που θα επιλεγεί (με ποια κριτήρια άραγε;) από τον Σύλλογο Διδασκόντων.
- Στην πρόσκτηση υλικού εξομοιώνονται οι αγορές, οι ανταλλαγές με άλλες βιβλιοθήκες, η παραγωγή εκπαιδευτικού υλικού από μέλη της σχολικής κοινότητας και οι δωρεές. Επιπλέον, για τη διαδικασία αγοράς υλικού – που αποτελεί τον βασικό τρόπο κατάρτισης και εμπλουτισμού μιας οποιασδήποτε βιβλιοθήκης στον κόσμο – και τη χρηματοδότησή της ούτε λόγος. Η αγορά βιβλίων εξαντλείται σε μία λέξη, ενώ για την απογραφή και απόσυρση υλικού αφιερώνεται ολόκληρη παράγραφος. Δεν είναι περίεργο, αφού η απόφαση προβλέπει ότι δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού.
- Κάθε σχολική μονάδα πρέπει να αναζητήσει τον πλέον κατάλληλο χώρο – με πρόσβαση και των ατόμων με ανάγκες (ΑΜΕΑ) για τη στέγαση της σχολικής βιβλιοθήκης – όταν είναι γνωστό ότι τέτοιοι χώροι δεν υπάρχουν σε κανένα σχεδόν σχολείο της χώρας. Επιπλέον, πρέπει να περιμένουμε την έκδοση εγκυκλίου για τον καθορισμό των σχετικών λεπτομερειών…
- Ο μαθητής αποκτά πρόσβαση στη βιβλιοθήκη αφού αποκτήσει κάρτα μέλους για την έκδοση της οποίας πρέπει να φέρει έγγραφη συγκατάθεση του γονέα ή κηδεμόνα του (στην περίπτωση, βέβαια, που αυτός δεν έχει αντιρρήσεις οποιουδήποτε είδους…). Εντούτοις, το δικαίωμα του παιδιού στη μόρφωση, που εξασφαλίζεται μέσα από την πρόσβαση στην ανάγνωση, είναι αναφαίρετο και αδιαπραγμάτευτο, και κατοχυρώνεται και από τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού του ΟΗΕ. Με ποιο σκεπτικό, λοιπόν, τίθενται όροι και προϋποθέσεις στην πρόσβασή του στη σχολική βιβλιοθήκη και στη γνώση;
Η απαρίθμηση είναι ενδεικτική. Γίνεται σαφές ότι πέρα από ευχολόγια και επαναλαμβανόμενες μεγαλοστομίες περί του ρόλου της σχολικής βιβλιοθήκης («προαγωγή του κριτικού γραμματισμού», «εξασφάλιση συνεργασιών με άλλες βιβλιοθήκες σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο», «διάλογος μεταξύ των εμπλεκόμενων στο τέλος κάθε διδακτικού έτους με όρους ανατροφοδότησης, αναστοχασμού και μεταγνωστικών διαδικασιών» κ.ο.κ.) οι σχολικές βιβλιοθήκες είναι καταδικασμένες να μη λειτουργήσουν ποτέ στην πράξη ως χώρος ανάπτυξης της σκέψης, της φαντασίας, της κριτικής ικανότητας και της διασκέδασης των παιδιών μέσω της μάθησης.
Αυτή είναι η αλήθεια, την γνωρίζουν πολύ καλά οι συντάκτες αυτού του νόμου και εσείς κύριε υπουργέ.
Με εκτίμηση,
Το Δ.Σ. της ΕΝΕΛΒΙ
Ιωάννης Κωνστανταρόπουλος, Πρόεδρος (Εκδόσεις Μίνωας)
Κωνσταντίνος Γκοβόστης, Γενικός Γραμματέας (Εκδόσεις Γκοβόστη)
Έλενα Πατάκη, Αντιπρόεδρος (Εκδόσεις Πατάκη)
Νικόλαος Αργύρης, Ταμίας (Εκδόσεις Ίκαρος)
Εύα-Μαρία Καραϊτίδη, Αναπληρώτρια Γενική Γραμματέας (Εκδόσεις της Εστίας)