Η ελληνική οικογένεια είναι μία από τις πέντε βαρύτερα φορολογούμενες μεταξύ των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ, ενώ η επιβάρυνσή της σκαρφαλώνει σε -αναλογικά- υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με αυτά του εργένη χωρίς παιδιά όπως δείχνει σχετική έρευνα.
Παρά τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές (ειδικά ο ανώτατος συντελεστής έχει φτάσει πλέον σε ένα από τα υψηλότερα επίπεδα παγκοσμίως, καθώς το άθροισμα του 45% της κλίμακας και του 10% της εισφοράς αλληλεγγύης οδηγεί στο εκρηκτικό 55%) η αναλογία των εισπράξεων από την άμεση φορολογία προς το σύνολο των φορολογικών εσόδων είναι μία από τις χειρότερες στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ.
Ο συνδυασμός των δύο στατιστικών ευρημάτων -υψηλοί συντελεστές υπολογισμού του φόρου εισοδήματος και των ασφαλιστικών εισφορών από τη μία και χαμηλή απόδοση της άμεσης φορολογίας από την άλλη- αποδεικνύει ότι η συνταγή της υπερφορολόγησης δεν αποφέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
H επιβάρυνση μιας οικογένειας με δύο παιδιά φτάνει πάνω από το 38% του ετήσιου εισοδήματος σε φόρους και λοιπές κρατήσεις. Έχει μειωθεί συγκριτικά με το 2011, όχι όμως εξαιτίας της μείωσης των φορολογικών συντελεστών, αλλά εξαιτίας της συρρίκνωσης των εισοδημάτων, που μοιραία οδήγησε και σε φορολόγηση μέρους του εισοδήματος με χαμηλότερο συντελεστή. Ο συντελεστής του 38,1% από τον ΟΟΣΑ αφορά το έτος 2016, κάτι που σημαίνει ότι δεν έχουν συνυπολογιστεί μια σειρά από παράγοντες, οι οποίοι είτε προσαυξάνουν είτε μειώνουν αυτό το αποτέλεσμα. Έτσι:
1. Δεν έχει συνυπολογιστεί η αύξηση της εισφοράς αλληλεγγύης και η μείωση του αφορολογήτου που ενεργοποιήθηκε στις περσινές φορολογικές δηλώσεις
2. Δεν έχει ληφθεί υπ’ όψιν η αύξηση του επιδόματος τέκνων, καθώς αυτή ενεργοποιήθηκε από την 1η/1/2018 (σ.σ.: στον τελικό υπολογισμό της επιβάρυνσης λαμβάνονται υπ’ όψιν και οι άμεσες εισοδηματικές ενισχύσεις των οικογενειών).
3. Δεν έχει συνυπολογιστεί η επικείμενη νέα μείωση της έκπτωσης φόρου από τα 1.900 ευρώ που είναι σήμερα στα 1.250 ευρώ. Μάλιστα, η αναφορά της έκθεσης του ΟΟΣΑ στο συγκεκριμένο ζήτημα προκαλεί πολύ μεγάλη εντύπωση, καθώς ουσιαστικά εμφανίζεται ως δεδομένο ότι η περικοπή θα γίνει από την 1η/1/2019, ενώ ο νόμος προβλέπει ότι αυτό θα γίνει από το 2020. Ο ΟΟΣΑ ως διεθνής οργανισμός εμφανίζεται ουσιαστικά να προεξοφλεί το αποτέλεσμα μιας διαπραγμάτευσης ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και τους θεσμούς η οποία θα κορυφωθεί τον Μάιο και τον Ιούνιο και θα αφορά το χρονοδιάγραμμα ενεργοποίησης τόσο των κακών όσο και των καλών φορολογικών μέτρων.
Η υπερφορολόγηση έχει χτυπήσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τις οικογένειες με παιδιά, όπως προκύπτει από την έρευνα του ΟΟΣΑ. Παρά την κατακόρυφη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, οι κρατήσεις για φόρους ανέρχονται στο 38,3% του μέσου εισοδήματος της Ελλάδας (σ.σ.: έχει πλέον υποχωρήσει κάτω από τις 17.000 ευρώ).
Το ποσοστό αυτό αφενός απέχει 10,5 εκατοστιαίες μονάδες από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, αφετέρου συγκαταλέγεται σε ένα από τα πέντε μεγαλύτερα ποσοστά μεταξύ των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ. Υψηλότερες είναι οι επιβαρύνσεις στο Βέλγιο (με τον συντελεστή για την οικογένεια με δύο παιδιά να διαμορφώνεται στο 41,3%), στη Γαλλία που βρίσκεται στο 40%, στην Ιταλία με τον συντελεστή να διαμορφώνεται στο 39,5% και στη ΓΕΡΜΑΝΊΑ η οποία απέχει οριακά από την Ελλάδα, καθώς ο συντελεστής φορολόγησης διαμορφώνεται στο 38,4%.
Ο μέσος όρος για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαμορφώνεται στο 32,9%, ενώ από τις ευρωπαϊκές οικονομίες ξεχωρίζουν για την ευνοϊκή για τις οικογένειες μεταχείριση, η Ιρλανδία με τον συντελεστή του 13,6% ή ακόμη και η Μεγάλη Βρετανία με το 24,8%.
ΠΗΓΗ: Ναυτεμπορική