Σημαντικές διαφοροποιήσεις και ανισότητες στην αποκατάσταση των αποδοχών εκατοντάδων χιλιάδων λειτουργών του Δημοσίου προκαλούν οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας με τις οποίες έχουν κριθεί αντισυνταγματικές οι περικοπές που επιβλήθηκαν με τον μνημονιακό νόμο 4093/2013, κατά το χρονικό διάστημα από την 1η-8-2012 έως την 31η-12-2017, σε βασικούς μισθούς και επιδόματα που καταβάλλονταν με βάση τα καθεστώτα των ειδικών μισθολογίων.
Ένστολοι, καθηγητές ΑΕΙ και ιατροί του ΕΣΥ αντιμετωπίστηκαν εντελώς διαφορετικά από το ΣτΕ, καθώς τα μέλη του ανώτατου δικαστηρίου που εξέδωσαν τις σχετικές αποφάσεις αναγνώρισαν μόνο στους πρώτους το δικαίωμα είσπραξης αναδρομικών από την 1η-8-2012, ενώ στις άλλες δύο κατηγορίες δεν επέτρεψαν το δικαίωμα αυτό.
Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση δεν φαίνεται διατεθειμένη να εφαρμόσει αυτή τη στιγμή όσες αποφάσεις του ΣτΕ επιτάσσουν την -με ή χωρίς αναδρομικά- αποκατάσταση των αποδοχών των τριών αυτών κατηγοριών δημοσίων λειτουργών στα επίπεδα του Ιουλίου του 2012, λόγω δημοσιονομικών δυσχερειών αλλά και μη συνυπολογισμού των υποχρεώσεων αυτών στον φετινό Κρατικό Προϋπολογισμό.
Το ΣτΕ, όπως αναφέρει ο Ελεύθερος Τύπος, έχει προειδοποιήσει την ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών ότι εάν δεν συμμορφωθεί με την απόφασή του για πλήρη αποκατάσταση των αποδοχών των ενστόλων έως τον Οκτώβριο θα κληθεί να καταβάλει βαρύτατο πρόστιμο για τη μη συμμόρφωσή της.
Βάσει των αποφάσεων που έχει εκδώσει το ανώτατο δικαστήριο για την αντισυνταγματικότητα των περικοπών που έγιναν με το ν. 4093/2013 στα ειδικά μισθολόγια:
- Οι στρατιωτικοί, οι αστυνομικοί, οι λιμενικοί και οι πυροσβέστες δικαιώθηκαν πλήρως και έχουν ήδη λάβει σε μηνιαίες δόσεις τα αναδρομικά που αντιστοιχούν στο 50% των περικοπών που επιβλήθηκαν από την 1η-8-2012 με το νόμο 4093/2013. Επιπλέον, το Δημόσιο οφείλει να τους καταβάλει ακαθάριστα ποσά αναδρομικών από 643,60 έως και 27.902,55 ευρώ, τα οποία αντιστοιχούν στο υπόλοιπο 50% των περικοπών σε βασικούς μισθούς και επιδόματα που τους επιβλήθηκαν την περίοδο από την 1η-8-2012 έως την 31η-12-2017 με το ν. 4093/2013. Παράλληλα δικαιούνται πλέον και προσαύξησης των «προσωπικών διαφορών» που λαμβάνουν κάθε μήνα από τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους (λόγω εφαρμογής νέου μισθολογίου αναδρομικά από την 1η-1-2017), κατά τα ακαθάριστα ποσά μηνιαίων αυξήσεων που προκύπτουν, για την περίοδο από 1-8-2012 έως 31-12-2017, εξαιτίας της επιβεβλημένης πλήρους αποκατάστασης των αποδοχών τους στα επίπεδα του Ιουλίου του 2012.
- Τα μέλη του Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων δεν δικαιούνται αποκατάστασης των αποδοχών τους από την 1η-8-2012. Δεν μπορούν δηλαδή να λάβουν τα ποσά των αποδοχών που έχασαν αναδρομικά από την 1η-8-2012, δηλαδή από την ημερομηνία που τέθηκαν σε ισχύ οι αντισυνταγματικές περικοπές του ν. 4093/2012 στους βασικούς μισθούς και τα επιδόματά τους, αλλά από την 1η-1-2015, ημερομηνία που δημοσιεύθηκε η απόφαση του ΣτΕ, με την οποία έγινε δεκτή η προσφυγή τριών καθηγητών κατά των περικοπών του ν. 4093/2013. Μόνο οι τρεις καθηγητές που προσέφυγαν δικαιούνται πλήρους αποκατάστασης των αποδοχών τους, δηλαδή αναδρομικά από την 1η-8-2012!
- Για τους ιατρούς του ΕΣΥ, τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Οι εν λόγω λειτουργοί του Δημοσίου δεν δικαιούνται καθόλου αναδρομικά, αλλά μόνο μηνιαίες αυξήσεις από τον τρέχοντα μήνα. Κι αυτό διότι η απόφαση του ΣτΕ, με την οποία κρίθηκαν και γι’ αυτούς αντισυνταγματικές οι περικοπές που επιβλήθηκαν από την 1η-8-2012 επί των βασικών μισθών και επιδομάτων τους, βάσει του ν. 4093/2012, προβλέπει ότι η αποκατάσταση των αποδοχών στα επίπεδα προ των περικοπών του ν. 4093 πρέπει να γίνει για όλους τους ιατρούς του ΕΣΥ μετά την 26η Φεβρουαρίου 2018, που είναι η ημερομηνία δημοσίευσης της συγκεκριμένης απόφασης! Οι μόνοι που δικαιούνται αναδρομικά είναι οι 4 ιατροί που προσέφυγαν στο ΣτΕ. Αλλά και αυτών τα αναδρομικά προβλέπεται να είναι «κουρεμένα», καθώς «μετρούν» από τον Οκτώβριο του 2014.
Το ΣτΕ δικαιολόγησε την απόφασή του να μην επιτρέψει την καταβολή αναδρομικών στο σύνολο των αδικηθέντων δημοσίων λειτουργών, επικαλούμενο το «δημόσιο συμφέρον» και ειδικότερα «την οξυμμένη δημοσιονομική κρίση και την κοινώς γνωστή ταμειακή δυσχέρεια του ελληνικού κράτους».