Ο πρόεδρος της Ειδικής Επιτροπής Προκαταρκτικής Εξέτασης, Θοδωρής Δρίτσας ανέφερε από το βήμα της Βουλής ότι «η πρόταση "όχι στην άσκηση δίωξης από τη Βουλή, λόγω αναρμοδιότητας, και διαβίβαση στην τακτική δικαιοσύνη" είναι απόφαση που πολιτικά, ιστορικά, αξιακά και νομικά αντιστοιχεί με ένα τεράστιο "ναι" στην έρευνα της υπόθεσης Novartis μέχρι τέλος».
Όπως είπε ο κ. Δρίτσας «το αν υπάρχουν ποινικές ευθύνες είναι ερευνητέο. Αλλά όχι ποινικές ευθύνες, χωρίς αιτιολογία, όταν δεν μιλάει κανείς από αυτούς για την ανάληψη της ευθύνης, για τη διασπάθιση του δημόσιου πλούτου και την προσβολή στην υγεία του ελληνικού λαού επί σειρά ετών. Ας αφήσουμε, λοιπόν, τα περί σκευωρίας ή φιάσκου», τονίζοντας ότι διαχρονικά και με συνέπεια ο ΣΥΡΙΖΑ χειρίστηκε υποθέσεις σκανδάλων, δηλαδή, είχε τη θέση ότι θα πρέπει μόνο η δικαιοσύνη να αναλαμβάνει και θα πρέπει να βρίσκονται οι δίοδοι ερμηνείας μέχρι την επιβεβλημένη αναθεώρηση του άρθρου 86 του Συντάγματος και τους προνομιακούς χρόνους παραγραφής που οδηγεί στην ατιμωρησία.
Παράλληλα, έκανε λόγο για μια ιστορία που αποδείχθηκε όνειδος για τον δημόσιο και κοινοβουλευτικό βίο, ενώ υπογράμμισε χαρακτηριστικά πως «μια καρικατούρα ήταν η δικαστική διερεύνηση των προανακριτικών επιτροπών, όποτε λειτούργησαν με εκείνο το σκεπτικό, και θέλετε σήμερα να συντηρήσουμε ένα τέτοιο καθεστώς;».
Τέλος, ο κ. Δρίτσας αναφέρθηκε και στην απόφαση των αναφερομένων πολιτικών προσώπων να προσέλθουν στην Ειδική Επιτροπή Προκαταρκτικής Εξέτασης. «Από τα εννέα πολιτικά πρόσωπα, οι έξι απάντησαν τουλάχιστον με έναν κόσμιο και συνετό τρόπο. Οι τρεις απάντησαν με έναν χυδαίο τρόπο. Ο κ. Σαμαράς, ο κ. Γεωργιάδης και ο κ. Λοβέρδος. Σκέφτηκα πολύ, αν θα έπρεπε ως πρόεδρος της Επιτροπής, να διαβιβάσω τις επιστολές τους στον πρόεδρο της Βουλής για τα περαιτέρω, γιατί είναι έξω από κάθε κανόνα δεοντολογίας. Δεν το έκανα. Σήμερα όμως οφείλω να καταγγείλω αυτή τη συμπεριφορά και αυτό το περιεχόμενο των επιστολών να το καταγγείλω, γιατί η Βουλή πρέπει να καταδικάσει αυτή τη χυδαιότητα πρώτου μεγέθους», σημείωσε.