Ο υπουργός Οικονομικών, Γιανης Βαρουφάκης, από το βήμα του Economist, δήλωσε ότι άπαξ και υπάρξει συμφωνία, θα έρθει τεράστιος όγκος επενδύσεων στην Ελλάδα.
Αυτό θα συμβεί επειδή αυτή η συμφωνία θα περιλαμβάνει μεταρρυθμίσεις και θα είναι πραγματικά εφικτή, εξήγησε ο υπουργός.
Σχετικά με την αυτονομία της Γενικής Διεύθυνσης Εσόδων είπε ότι δεν γίνεται να υπάρχει πολιτική ευθύνη χωρίς έλεγχο. «Τη Γενική Διεύθυνση τη θέλουμε πλήρως αυτόνομη και ανεξάρτητη από τον υπουργό,» τόνισε.
Επιπλέον, υπογράμμισε ότι μέχρι το τέλος του καλοκαιριού δεν θα υπάρξει καμία αλλαγή στον ΦΠΑ. Οι αλλαγές που θα γίνουν στην πορεία, θα στοχεύουν στον εξορθολογισμό στην αύξηση της εισπραξιμότητάς του αλλά και στη μικρότερη υφεσιακή επίπτωση, είπε.
Ο κ. Βαρουφάκης σημείωσε ότι «Το βασικό ζητούμενο της διαπραγμάτευσης για να κλείσει η συμφωνία, είναι η νέα συμφωνία να είναι ρεαλιστική και συνεπής».
Όσον αφορά τη διαπραγμάτευση που διαρκεί τρεις μήνες σημείωσε «ο λόγος καθυστέρησης δεν είναι η διαφωνία, συμφωνούμε στα περισσότερα. Συμφωνούμε ότι η Ελλάδα δεν θα επιστρέψει ποτέ ξανά ελλείμματα, ότι η αγορά εργασίας σε οικτρή κατάσταση, ότι το ασφαλιστικό δεν είναι βιώσιμο, ότι η κεφαλαιοποίηση των ταμείων έχει δεχθεί ένα μεγάλο πλήγμα από το psi, ότι κυριαρχεί η μαύρη εργασία. Συμφωνούμε ότι χρειάζεται διοικητική μεταρρύθμιση ώστε το κράτος να μην είναι εχθρός, να ενισχυθεί η επιχειρηματικότητα των νέων , ότι η κρίση έχει δημιουργήσει ανισότητες , ότι υπάρχουν ολιγοπωλιακές πρακτικές.»
Επίσης τόνισε ότι «η Ελλάδα αν δεν μεταρρυθμιστεί θα βουλιάξει. Συναισθανόμαστε και απευχόμαστε την ασφυξία που δημιουργείται αυτή την περίοδο στην αγορά, όμως μετά από 5 χρόνια ενός αποτυχημένου προγράμματος δεν είναι το πιο σημαντικό η επόμενη δόση.
Οδηγηθήκαμε σε μια κατάσταση η οποία είναι μοναδική στα παγκόσμια χρονικά. Σοβαρή καθίζηση εργασιακού κόστους χωρίς αύξηση των εξαγωγών απέδειξε ότι το υπόδειγμα της εσωτερικής υποτίμησης έχει αποτύχει γιατί δεν υπάρχει πρόσβαση στην τραπεζική πίστη. Θέλουμε μια συμφωνία που να προσφέρει πραγματική διέξοδο. Δεν θέλουμε να αυξήσουμε λίγο το ΦΠΑ και να μειώσουμε λίγο τις συντάξεις για να πάρουμε μια δόση και μετά να επιστρέψουμε στα ίδια, αυτό δεν το θέλει κανένας.»
Εξηγώντας τη μέθοδο που ακολουθείται για τη διαμόρφωση του υπάρχοντος προγράμματος, σημείωσε ότι η μέθοδος εμπεριέχει μια αντίφαση: «Η μέθοδος θέτει στόχο το 2019 το χρέος να φτάσει το 139% του ΑΕΠ και άρα για να γίνει αυτό πρέπει να έχουμε συνολικά μέχρι τότε ένα πρωτογενές πλεόνασμα με αύξηση 20% και ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ 27% . Όμως αυτοί οι δύο στόχοι δεν μπορούν να επιτευχθούν ταυτόχρονα και εμείς το επισημαίνουμε αυτό. Δεν θέλουμε να δεσμευτούμε για στόχους ανέφικτους, όπως έγινε στο παρελθόν. Για αυτό και τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις είναι στο 5% του αρχικού στόχου.»
«Θέλουμε», τόνισε, «η βάση μιας συμφωνίας λύσης να είναι ένα μεσοπρόθεσμο δημοσιονομική προσαρμογής συνεπές και ρεαλιστικό. Το ελληνικό χρέος πρέπει να ξανά σχεδιαστεί. Θα πρέπει τον Ιούλιο να σταλούν στο απώτερο μέλλον τα 27 δις του χρέους στην ΕΚΤ. Με ανάμειξη του ESM ώστε να μετατεθεί στο μέλλον η αποπληρωμή τους στο ESM και έτσι να μπει και η Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Μακάρι να μην είχαμε μπει ποτέ σε αυτήν ευρωζώνη. Αλλά αφού μπήκαμε δεν μπορούμε να βγούμε. Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να βρει τρόπους να μέσα από μια αναπτυξιακή τράπεζα να αξιοποιήσει τα κρατική περιουσία και με μόχλευση να φέρει κεφάλαια στην ελληνική αγορά».