Η διαπραγμάτευση μεταξύ Ελλάδας και εταίρων έχει μπει στην τελική ευθεία και σύμφωνα με διαρροές, έχουν βρεθεί κοινά σημεία σε ΦΠΑ, φορολογική διοίκηση και πτωχευτικό δίκαιο. Ωστόσο τα θέματα των εργασιακών, των συντάξεων και των δημοσιονομικών παραμένουν άλυτα.
Πιο αναλυτικά, όσον αφορά τους φόρους και τα δημοσιονομικά, υπάρχουν έντονες διαφορές σχετικά με το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος για φέτος και συνακόλουθα το μέγεθος του δημοσιονομικού κενού.
Ξεκινώντας από τη βάση της συζήτησης, για το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος για φέτος και συνακόλουθα το μέγεθος του δημοσιονομικού κενού, οι διαφορετικές προσεγγίσεις είναι δεδομένες.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι το ΔΝΤ διατύπωσε την εκτίμηση ότι υπό την παραδοχή διατήρησης του ΕΝΦΙΑ στο ύψος του και φέτος και μη χορήγησης της 13ης σύνταξης τον ερχόμενο Δεκέμβρη, ο προϋπολογισμός θα εμφανίσει πρωτογενές έλλειμμα 1,5 δισ. ευρώ.
Ακόμα και αν ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα τεθεί στο ιδανικό -για την ελληνική πλευρά- 1% του ΑΕΠ, αμέσως δημιουργείται η ανάγκη για λήψη μέτρων της τάξεως των 3 δισ. ευρώ φέτος.
Επιπλέον, το πως θα προκύψουν τα έξτρα έσοδα που απαιτούνται, επίσης είναι στον αέρα. Οι δανειστές πιέζουν για ενιαίο συντελεστή ΦΠΑ και κατάργηση των εκπτώσεων στα νησιά, αλλά όπως προκύπτει από τις χθεσινές δηλώσεις του Γ. Βαρουφάκη οι αλλαγές στον ΦΠΑ πάνε για Σεπτέμβρη.
Όσον αφορά τα εργασιακά το ασφαλιστικό, η Ελλάδα επιδιώκει τη διατήρηση των κόκκινων γραμμών που έχει θέσει ώστε να μην προχωρήσει σε μείωση συντάξεων, κύριων αλλά και επικουρικών.
Κοινό έδαφος βρέθηκε στο θέμα των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων και πιθανότατα η τελευταία γραμμή άμυνας της κυβέρνησης να είναι το 2019, έτος κατά το οποίο είχε συμφωνήσει και η προηγούμενη κυβέρνηση ότι θα προχωρήσουν οι αυξήσεις στα ενδιάμεσα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης.
Ωστόσο, το κλειδί της διαπραγμάτευσης είναι η εφαρμογή ή όχι δύο βασικών και καίριων για το μέλλον του ασφαλιστικού συστήματος παρεμβάσεων: του νόμου Λοβέρδου - Κουτρουμάνη, με τις σταδιακές αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού των κύριων συντάξεων, και της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος στα επικουρικά ταμεία.
Η κυβέρνηση αρνείται να εφαρμόσει τις διατάξεις που οδηγούν σε μειώσεις συντάξεων. Οι θεσμοί, κυρίως το ΔΝΤ, πιέζουν για τη μείωση, με τους εκπροσώπους τους να θεωρούν ότι στη χώρα υπάρχουν ακόμη «εξαιρετικά γενναιόδωρες» συντάξεις οι οποίες πρέπει να μειωθούν.
Σχετικά με τα εργασιακά, όσο ο χρόνος περνά, τόσο διαφαίνεται πως για να υπάρξει αμοιβαία επωφελής συμφωνία θα πρέπει να γίνουν αμοιβαίοι επώδυνοι συμβιβασμοί. Αυτό για την ελληνική πλευρά θα μπορούσε να σημαίνει ότι το σχέδιο νόμου του Π. Σκουρλέτη θα παραπεμφθεί στις ευρωπαϊκές καλένδες.
Για τα κόκκινα δάνεια, η κόκκινη γραμμή της κυβέρνησης φαίνεται να περιορίζεται στο σκέλος του παγώματος των πλειστηριασμών έστω και αν η ρύθμιση, αν και εφόσον περάσει, δεν θα έχει καμία σχέση με αυτήν που είχε σταλεί στην ΕΚΤ.
Αναφορικά με τις ιδιωτικοποιήσεις έχει υπάρξει ένα γενικότερο πλαίσιο συμφωνίας, υπό την αίρεση πως θα υπάρξουν αλλαγές στους όρους διαγωνισμών για αύξηση των εσόδων του δημοσίου και διατήρηση ποσοστού σε σημαντικά περιουσιακά στοιχεία.