Την εκτίμηση ότι ο προϋπολογισμός του 2019 θα σημειώσει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ αλλά δεν θα υπερβεί αυτή την επίδοση, εξέφρασε σε δηλώσεις του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας. Αυτό σημαίνει, όπως ο ίδιος προσθέτει, πως με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα δεν υπάρχει δημοσιονομικός χώρος για πρόσθετες παροχές πέρα εκείνων που περιλαμβάνονται ήδη στον Προϋπολογισμό.
«Τα στοιχεία για το πρώτο τρίμηνο του έτους του Γενικού Λογιστηρίου, τα οποία σχεδόν συμπίπτουν με εκείνα της Τραπέζης της Ελλάδος, καταδεικνύουν ότι για το σύνολο του έτους ο Προϋπολογισμός δεν θα εμφανίσει πρωτογενές πλεόνασμα υψηλότερο από το 3,5% που είναι ο στόχος», δήλωσε, προσθέτοντας πως «τούτο σημαίνει ότι αν η τάση αυτή που έχει δημιουργηθεί από τις αρχές του έτους δεν αντιστραφεί, για εφέτος δεν θα υπάρξει δημοσιονομικός χώρος για πρόσθετες παροχές πλέον εκείνων που περιλαμβάνονται στον Προϋπολογισμό του 2019».
Συμπλήρωσε ότι «η νευρικότητα που επικρατεί στην αγορά των ομολόγων τις τελευταίες ημέρες, σε ένα βαθμό αντανακλά την ανησυχία των επενδυτών για τις δημοσιονομικές εξελίξεις».
Πρόσθεσε ακόμη ότι «η μη επίτευξη του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% θα οδηγήσει στην επιβολή νέων μέτρων, όπως περικοπή των δαπανών και μείωση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων η οποία μάλιστα θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας».
Η Τράπεζα της Ελλάδος προβλέπει ότι το ΑΕΠ εφέτος θα αυξηθεί με ρυθμό 1,9% έναντι 2,3% που είναι η πρόβλεψη του υπουργείου Οικονομικών. Ο κ. Στουρνάρας εκτιμά ότι «προς το παρόν δεν συντρέχει λόγος για αναθεώρηση των προβλέψεων της ΤτΕΕΛΛ 0,00%».
Αναφορικά με την προοπτική μείωσης του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα στο 2,5% ο κ. Στουρνάρας είπε συγκεκριμένα ότι «έχω υποστηρίξει σθεναρά την ανάγκη να μειωθεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 2,5% του ΑΕΠ προκειμένου να ενισχυθεί η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο η όποια αλλαγή από τους συμπεφωνημένους στόχους θα πρέπει να γίνει κατόπιν συνεννόησης μετους θεσμούς και κατόπιν της σύμφωνης γνώμης τους».