Κατατέθηκε τροπολογία του υπουργείου Εργασίας σε σχέδιο νόμου του υπουργείου Υγείας, σύμφωνα με την οποία αναλαμβάνεται, από την 1η Ιανουαρίου του 2019, η καταβολή μηνιαίας επικουρικής σύνταξης από το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ) στους οριζόμενους δικαιούχους σύνταξης του Λογαριασμού Επικούρησης Προσωπικού της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΛΕΠΕΤΕ) και του Ειδικού Λογαριασμού Επικούρησης Προσωπικού της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος-Πρώην Προσωπικού Εθνικής Ακινήτων ΑΕ (ΕΛΕΠΕΤΕ-Π.Π.ΕΘΝΑΚ).
Με την προτεινόμενη ρύθμιση, προβλέπεται ότι:
- Η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (ΕΤΕ) υποχρεούται, από τον Ιανουάριο του 2019 και εντεύθεν, να καταβάλει στο ΕΤΕΑΕΠ τις αναλογούσες εισφορές επικουρικής ασφάλισης για το σύνολο των ασφαλισμένων των Λογαριασμών, πλέον συμπληρωματικού ασφαλιστικού πόρου, ο οποίος για τα πρώτα πέντε χρόνια ανέρχεται στο ποσό των 40 εκατ. ευρώ, ετησίως. Ειδικά, για τους πρώτους πέντε μήνες του 2019, η ΕΤΕ καταβάλλει επιπροσθέτως στο ΕΤΕΑΕΠ και το ισόποσο των εισφορών που βαρύνει τους ασφαλισμένους των Λογαριασμών για επικουρική ασφάλιση για το διάστημα αυτό. Το κόστος για τα επόμενα έτη καθορίζεται με μελέτη από την Εθνική Αναλογιστική Αρχή.
- Η ΕΤΕ υποχρεούται να καταβάλει στους συνταξιούχους τις συνταξιοδοτικές παροχές του έτους 2018 στο ύψος που διαμορφώνονται από την εφαρμογή της εν λόγω ρύθμισης τμηματικά έως τις 31 Δεκεμβρίου του 2020. Η προαναφερόμενη παροχή διενεργείται, αφού συμψηφιστούν τυχόν καταβληθείσες παροχές από το ΛΕΠΕΤΕ και τον ΕΛΕΠΕΤΕ-Π.Π.ΕΘΝΑΚ για το έτος αυτό.
Στην αιτιολογική έκθεση υπενθυμίζεται ότι, από τον Δεκέμβριο του 2017 και εντεύθεν, ήτοι για 18 και πλέον μήνες, οι προαναφερόμενοι Λογαριασμοί έπαψαν να καταβάλουν στους συνταξιούχους την παροχή που είχαν δικαιωθεί, σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις τους, κατ' επίκληση οικονομικών δυσχερειών. Κατά της εξέλιξης αυτής, οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι των ως άνω Λογαριασμών έχουν προσφύγει στη Δικαιοσύνη, αιτούμενοι να υποχρεωθεί η ΕΤΕ να καλύψει τη δαπάνη που προκαλείται από τη σύμφωνη με το καταστατικό τους λειτουργία των Λογαριασμών, ώστε να εξακολουθεί να τους καταβάλλεται η παροχή στο ύψος που διαμορφώνεται, σύμφωνα με τις καταστατικές προβλέψεις.