Μετά από τέσσερα χρόνια από την έναρξη της δίκης της Χρυσής Αυγής, άνοιξε την Πέμπτη η αυλαία των απολογιών των κατηγορουμένων.
Πρώτος απολογήθηκε ο Ιωάννης Άγγος ο οποίος μετά από πιέσεις της έδρας, ομολόγησε ότι ήταν εκείνος που τηλεφώνησε για να κινητοποιήσει την ομάδα Χρυσαυγιτών που καταδίωξε τον Παύλο Φύσσα και την παρέα του την νύχτα που κατέληξε στην δολοφονία του μουσικού.
Ο Άγγος αναφέρθηκε σε όσα συνέβησαν το βράδυ της 17ης Σεπτεμβρίου 2013 όταν βρέθηκε στην καφετέρια Κοράλι, δίπλα στην παρέα του μουσικού, μαζί με τον συγκατηγορούμενο του Λέοντα Τσαλίκη για να δουν τον αγώνα Ολυμπιακός -Παρί Σεν Ζερμέν.
Σύμφωνα με τον κατηγορούμενο, ήταν η παρέα του Φύσσα που τους προκάλεσε λεκτικά χωρίς αυτός και ο Τσαλίκης να αντιδράσουν.
Αρχικά στην απολογία του ο Άγγος είπε πως όλα τα τηλεφωνήματα που έκανε σε μέλη της τοπικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια, που ήταν και ο ίδιος μέλος, αφορούσαν είτε τον αγώνα είτε κάποια θέματα ενόψει της ίδρυσης Σωματείου στην Ζώνη του Περάματος.
Είπε επίσης ότι εξαιτίας της λεκτικής επίθεσης που δέχθηκαν στην καφετέρια, αποφάσισαν να φύγουν λίγο μετά το δεύτερο ημίχρονο του αγώνα και ότι από το σπίτι του λίγο μετά τα μεσάνυχτα άκουσε φασαρία και "τα ουρλιαχτά της κοπέλας του Φύσσα" οπότε κατέβηκε κάτω. Εκεί έμαθε, όπως είπε, από αστυνομικό της ΔΙΑΣ πως "μαχαίρωσαν ένα παλικάρι και έχουν πιάσει κάποιον Ρουπακιά". Τότε γύρισε σπίτι και τηλεφώνησε στον πυρηνάρχη της Νίκαιας Γιώργο Πατέλη να τον ρωτήσει για τον Ρουπακιά γιατί τον ήξερε. Σύμφωνα με τον Άγγο, ο Πατέλης δεν ήξερε τίποτα.
Χρειάστηκαν δεκάδες ερωτήσεις της προέδρου μέχρι τελικά ο κατηγορούμενος να παραδεχτεί ότι όσο ήταν στην καφετέρια τηλεφώνησε στον συγκατηγορούμενο του Ιωάννη Καζαντζόγλου, στέλεχος της τοπικής Νίκαιας, για να του πει πως "είναι κάποιοι που μας ενοχλούν και θα φύγουμε".
Η απολογία συνεχίζεται αύριο.