Το μνημείο των Τζουμέρκων που είχε καταστραφεί από την μανία της φύσης την 1η Φεβρουαρίου του 2015, ξαναχτίστηκε από πέτρα και λάσπη, με την ίδια, παλιά τεχνική των μαστόρων της πέτρας, όμως με πιο σύγχρονα υλικά, όπως για παράδειγμα τα κονιάματα.
Δεκάδες τεχνίτες, μαστόροι της πέτρας, «πελεκάνοι», με την επίβλεψη από δύο αρχιτεκτόνες-εργοταξιάρχες, τον Χρήστο Ηλιόπουλο και τον Αλέξανδρο Παπακωστόπουλο, δούλεψαν σκληρά και μεθοδικά.
Ο κ. Ηλιόπουλος, εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, πως κλειδί είναι ο κεντρικός τελευταίος θολίτης, η πέτρα που ενώνει τις δύο πλευρές του τόξου και με την τοποθέτηση της «κλειδώνει» το έργο. Τα καλούπια στο γεφύρι θα συνεχίσουν να υπάρχουν μέχρι να δέσουν τα υλικά και η απομάκρυνση τους θα γίνει μετά από ένα μήνα, ώστε το κονίαμα να φτάσει σε κατάλληλη αντοχή. Ο κ. Ηλιόπουλος αναφέρει επίσης, πως έγιναν θεμελιώσεις με πάσσαλους στα βάθρο του γεφυριού, ενώ σημείωσε πως το δυτικό βάθρο δεν είχε καταρρεύσει, γιατί είχε ήδη ενισχυθεί από παλαιότερες εργασίες από τον Γιώργο Σμύρη.