«Αν πάνε μερικές χιλιάδες άνθρωποι να προσκυνήσουν τον επιτάφιο είναι εστία διασποράς του κορονοϊού. Προσωπικά τρέμω το Πάσχα, τρέμω μην γίνουν τέτοια πράγματα που θα ακυρώσουν όλες μας τις προσπάθειες», δήλωσε ο καθηγητής Λοιμωξιολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, Νίκος Σύψας στον ΑΝΤ1 μεταξύ άλλων, τονίζοντας την ύπαρξη ψευδών τεστ στην αγορά.
«Θα είναι πολύ κρίμα αυτή τη στιγμή που τα έχουμε καταφέρει τόσο καλά να τα τινάξουμε όλα στον αέρα για το Πάσχα. Θα είναι μεγάλο έγκλημα σε βάρος της Ελλάδος και αναφέρομαι όχι μόνο στις μετακινήσεις στην επαρχία. Αν αρχίσουμε να μετακινούμαστε από το λεκανοπέδιο όπου υπάρχει μεγαλύτερη συγκέντρωση του κορονοϊού στην επαρχία, θα διασπείρουμε τον ιό σε όλη την Ελλάδα. Δεν θα έχουμε πτωτική καμπύλη, θα μπούμε στον Μάιο και θα έχουμε δεύτερο κύμα», ανέφερε.
Για τα μαζικά τεστ στον πληθυσμό ανέφερε πως «θα γίνουν για να δούμε πόσοι Έλληνες πολίτες έχουν αντισώματα και αναλόγως θα λαμβάνουμε μέτρα. Προσοχή διότι υπάρχουν αναξιόπιστα τεστ».
Για τη χρήση μάσκας, ο κ. Σύψας σημείωσε πως «ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας λέει ότι οι χειρουργικές μάσκες είναι για γιατρούς και επειδή υπάρχει σχετική έλλειψη δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται από το ευρύ κοινό. Αν χρησιμοποιούμε αυτοσχέδιες μάσκες, πρέπει να τις χρησιμοποιούμε με ασφάλεια, λόγου χάρη να μην αγγίζουμε το πρόσωπό μας. Αν πάμε σούπερ μάρκετ με την αυτοσχέδια μάσκα, όταν γυρίσουμε να την απομακρύνουμε με ασφάλεια για να μην μολυνθούμε. Μπορούμε κάποιες μάσκες, έστω και αυτοσχέδιες να τις χρησιμοποιούμε όταν υπάρχει μεγάλος συγχρωτισμός, όπως λεωφορείο και σούπερ μάρκετ. Αλλά με πολύ μεγάλη ασφάλεια. Όλοι οι ειδικοί τονίζουν πως η χρήση της μάσκας είναι συμπληρωματική των βασικών μέτρων: Δύο μέτρα απόσταση, δεν αγγίζω τίποτα, απολυμαίνω τα χέρια μου, δεν αγγίζω το πρόσωπό μου. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιήσω μάσκα, αλλά όχι ιατρικές γιατί αυτές είναι για τους γιατρούς», συμπλήρωσε.
Τέλος, ο κύριος Σύψας, πρόσθεσε: «Θέλουμε και εγώ και οι συνεργάτες μου και οι επιστήμονες να γυρίσουμε στα αμφιθέατρα μας, στα εργαστήριά μας».