Θεραπείες και εμβόλιο για τον κορονοϊό ψάχνει μεγάλο μέρος της παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας. Η Ελλάδα έχει επιδείξει σπουδαία αποτελέσματα στην άμυνα απέναντι στον φονικό ιό και ταυτόχρονα διενεργεί αποκλειστικά ή συμμετέχει σε πολυκεντρικές έρευνες.
Παγκοσμίως αναφέρονται περισσότερες από 542 μελέτες, στην Ευρώπη έχουν ξεκινήσει 79 και στην Ελλάδα βρίσκονται σε εξέλιξη 5 κλινικές δοκιμές για την COVID-19. Όσον αφορά τα εμβόλια υπάρχει μία ευρωπαϊκή μελέτη στη Βρετανία και επτά στις υπόλοιπες χώρες.
Το ΑΠΕ-ΜΠΕ απευθύνθηκε σε έναν από τους πλέον κατάλληλους για το θέμα των κλινικών μελετών και τη φαρμακευτική αγωγή που σήμερα χορηγείται σε ασθενείς με COVID-19, τον πρόεδρο του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΟΦ) και επίκουρο καθηγητή Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, Δημήτρη Φιλίππου.
Ο κ. Φιλίππου υπογραμμίζει ότι η διεθνής αναγνώριση κορυφαίων Ελλήνων ερευνητών και ερευνητικών κέντρων είναι η αφετηρία της προσπάθειας για την επένδυση στην κλινική έρευνα, προσπάθεια που απαιτεί συντονισμό μεταξύ των φορέων, κατάλληλη εκπαίδευση των εμπλεκομένων και ανάπτυξη κουλτούρας συμμετοχής όλων μας.
«Στις πολυάριθμες μελέτες που διενεργούνται, δοκιμάζονται όχι μόνο φάρμακα αλλά και εμβόλια. Δεν μπορεί κανείς να πει με βεβαιότητα πότε θα έχουμε οριστικά και αξιόπιστα αποτελέσματα. Εφόσον εξελιχθούν ομαλά οι μελέτες οι ερευνητές ελπίζουν ότι προς τις αρχές του φθινοπώρου θα έχουμε κάποια ελπιδοφόρα αποτελέσματα και ενδείξεις τόσο για πιθανές αποτελεσματικές θεραπείες όσο και για κάποιο εμβόλιο. Αυτό δεν σημαίνει ότι το εμβόλιο θα είναι άμεσα διαθέσιμο στους ασθενείς. Tο πιθανότερο, όπως ισχυρίζονται όλοι είναι ότι δεν θα υπάρχει εμπορικά διαθέσιμο εμβόλιο πριν το τέλος του χρόνου.
Όλα αυτά είναι βέβαια υποθέσεις και ελπίδες, οι οποίες μένει να δούμε εάν θα αποδειχθούν αληθινές. Προς το παρόν πρέπει να αξιοποιήσουμε μόνο τα υπάρχοντα εφόδια που είναι η πρόληψη και φυσικά οι υπάρχουσες υπό δοκιμή φαρμακευτικές θεραπείες, οι οποίες πρέπει να χορηγούνται με προσοχή και πάντα από τους ειδικούς. Η λήψη θεραπείας με πρωτοβουλία του ασθενούς χωρίς ιατρική γνωμάτευση ή συμβουλή ελλοχεύει τον κίνδυνο δημιουργίας επιπλέον προβλημάτων παρά θεραπείας της νόσου» ανέφερε.