Το 2020 είναι βέβαιο ότι θα μείνει στη μνήμη μας ως η χρονιά του κορωνοϊού. Είναι ένα κρίσιμο ζήτημα δημόσιας υγείας με οικουμενικές διαστάσεις και πολλαπλές επιπτώσεις στη ζωή των κοινωνιών που θα αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα του, ωστόσο έχει ενδιαφέρον ότι κάθε χώρα το προσλαμβάνει και το αντιμετωπίζει διαφορετικά με βάση τα δικά της μέσα και τις δικές της (πολιτικές) αποφάσεις.
Παρόλα αυτά σε όλες τις χώρες του κόσμου οι εξελίξεις γύρω από την πανδημία του κορωνοϊού έχουν αποτελέσει το κοινό σημείο αναφοράς των πολιτών, οι οποίοι ξαφνικά είδαν τα ατομικά τους δικαιώματά να περιορίζονται με έναν βασικό στόχο: τον περιορισμό της πανδημίας. Συνεπώς, πρόκειται για ένα πρωτόγνωρο ζήτημα που έθεσε σε δοκιμασία όχι μόνο τις αντοχές των πολιτών, αλλά και τα αντανακλαστικά των πολιτικών ηγεσιών, των εθνικών συστημάτων υγείας, των Αρχών και των θεσμών της οργανωμένης πολιτείας.
Μέσα σε αυτό το πρωτόγνωρο πλαίσιο η προσφυγή στο κοινό είναι ένα χρήσιμο εργαλείο που μπορεί να αναδείξει χρήσιμα συμπεράσματα για το πώς οι πολίτες σκέπτονται και αξιολογούν τους θεσμούς σε συνθήκες κρίσης. Σε αυτή τη βάση το Εργαστήριο Δημοσιογραφίας και Επικοινωνιακών Εφαρμογών του Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών (με επικεφαλής τον Καθηγητή Στέλιο Παπαθανασόπουλο και μέλη ερευνητικής ομάδας τον Επίκουρο Καθηγητή Αντώνη Αρμενάκη και τον διδάσκοντα του Τμήματος Δρ. Αχιλλέα Καραδημητρίου) πραγματοποίησε έρευνα κοινού με στόχο να διερευνηθεί σε ποιο βαθμό η κρίση της πανδημίας έχει επηρεάσει την εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι σε θεσμούς και πρόσωπα του δημόσιου βίου που εμπλέκονται στη διαχείριση των έκτακτων συνθηκών της πανδημίας. Παράλληλα, η έρευνα μελέτησε τις ανησυχίες του κοινού αναφορικά με τις επιπτώσεις της πανδημίας στην καθημερινότητά του και κατέγραψε τη στάση του απέναντι στις πηγές πληροφόρησης (μέσα ενημέρωσης, αρμόδιες Αρχές, οικογενειακός-κοινωνικός περίγυρος).
Στην έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά με εφαρμογή δομημένου online ερωτηματολογίου σε τυχαίο δείγμα διαθεσιμότητας, συμμετείχαν τελικά 2.525 άτομα σε διάστημα τριών περίπου εβδομάδων (29 Μαρτίου – 23 Απριλίου 2020).
Ο κορωνοϊός, οι Έλληνες και τα μέτρα αντιμετώπισης
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, θετικά αξιολογείται από ένα μεγάλο μέρος του κοινού η γενικότερη στάση της χώρας απέναντι στο πρόβλημα της πανδημίας, συμφωνώντας με τη δήλωση ότι η Ελλάδα αποτελεί στην Ευρώπη παράδειγμα προς μίμηση για τον τρόπο που αντιμετώπισε τον Κορωνοϊό και καταπολέμησε την εξάπλωσή του (26% εν πολλοίς συμφωνεί, 14% συμφωνεί απόλυτα και 19% περίπου συμφωνεί).
Εξίσου θετική φαίνεται πως είναι η τοποθέτηση των ερωτώμενων σχετικά με την αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης στο να θέσει υπό έλεγχο την κατάσταση της πανδημίας, αφού κατά 44% δείχνουν να συμφωνούν πως η κυβέρνηση διαθέτει τον έλεγχο της κατάστασης (22% περίπου συμφωνούν, 18% συμφωνούν εν πολλοίς, και 4% συμφωνούν απόλυτα).
Αυτή η τάση θετικής αξιολόγησης έχει σημασία ότι διατυπώνεται σε ένα πλαίσιο περιοριστικών μέτρων, τα οποία το κοινό της έρευνας κατά κύριο λόγο τα χαρακτηρίζει αυστηρά (47%) ή ακόμα και αρκετά αυστηρά (21%).
Οι Έλληνες συζητούν το θέμα του Κορωνοϊού πρωτίστως με τους φίλους τους και δευτερευόντως με τους/τις συζύγους/συντρόφους τους και μάλιστα, για την πλειοψηφία των ερωτώμενων (67%) το θέμα της πανδημίας εντός της οικογένειας αποτελεί αφορμή διαλόγου σε καθημερινή βάση ανελλιπώς.
Εντυπωσιακό είναι το εύρημα ότι στο μεγαλύτερο μέρος τους οι ερωτώμενοι διαφωνούν με τις θεωρίες συνωμοσίας που παρουσιάζουν τον Κορωνοϊό ως εργαστηριακό δημιούργημα σε ρόλο μη συμβατικού όπλου για την ενίσχυση των συμφερόντων ορισμένων χωρών (33% διαφωνούν πλήρως και 24% διαφωνούν).
Η ανομοιογενής εμπιστοσύνη προς τους θεσμούς
Ανομοιογενή, ωστόσο, είναι τα αισθήματα εμπιστοσύνης των συμμετεχόντων στην έρευνα απέναντι στους θεσμούς που εμπλέκονται στη διαχείριση της πανδημίας. Με θετικό πρόσημο φαίνεται να αξιολογούνται η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός, ο υπουργός υγείας, η αντιπολίτευση, η αστυνομία, το νοσοκομειακό προσωπικό της χώρας και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Αντιθέτως, η εκκλησία, τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, τα μέσα ενημέρωσης και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συνιστούν φορείς που στη συνείδηση του κοινού, σε διαφορετικό έστω βαθμό, διέπονται από ένα εμφανές έλλειμμα αξιοπιστίας.
Καθώς η πλειονότητα των συμμετεχόντων στην έρευνα είναι αριστερής και κεντροαριστερής προέλευσης ή τοποθέτησης (64% αθροιστικά), το γεγονός ότι ένα συνολικό ποσοστό της τάξης του 48% δηλώνει - με διάφορες διαβαθμίσεις - ότι εμπιστεύεται την κυβέρνηση (18% την εμπιστεύεται, 19% την εμπιστεύεται αρκετά και 11% την εμπιστεύεται απόλυτα) είναι μάλλον θετικό για ένα δεξιόστροφο κυβερνητικό σχήμα. Αντίστοιχα περίπου ποσοστά αξιοπιστίας (46%) συγκεντρώνει ο πρωθυπουργός (17% τον εμπιστεύονται, 16% τον εμπιστεύονται αρκετά και 13% απόλυτα), ενώ ακολουθεί ο υπουργός υγείας με μικρότερο αλλά όχι αμελητέο (38%) συνολικό ποσοστό εμπιστοσύνης (18% τον εμπιστεύονται, 13% τον εμπιστεύονται αρκετά και 7% τον εμπιστεύονται απόλυτα).
Αξιοσημείωτο εύρημα είναι τα πολύ υψηλά επίπεδα εμπιστοσύνης του κοινού (89%) προς τους πρωταγωνιστές της υγείας, ξεχωρίζοντας ιδιαίτερα το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό της χώρας (24% το εμπιστεύεται, 36% το εμπιστεύεται αρκετά, 29% το εμπιστεύεται απόλυτα), στοιχείο εύλογο αν αναλογιστεί κανείς ότι οι επαγγελματίες της υγείας βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της μάχης ενάντια του κορωνοϊού ρισκάροντας τη ζωή τους.
Εύλογο, επίσης, είναι το πολύ υψηλό (67%) αίσθημα αποδοχής των Ελλήνων προς το πρόσωπο του καθηγητή λοιμωξιολόγου κ. Σωτήρη Τσιόδρα (17% τον εμπιστεύεται, 22% τον εμπιστεύεται αρκετά, 28% τον εμπιστεύεται απόλυτα). Δεν ισχύει όμως το ίδιο για τους γιατρούς και λοιπούς ειδικούς που εμφανίζονται στα μέσα ενημέρωσης για να σχολιάσουν τις εξελίξεις γύρω από τη νόσο, για τους οποίους το κοινό εκφράζει ένα είδος πιο συγκρατημένης εμπιστοσύνης (28% τους εμπιστεύεται, 15% αρκετά και 5% τους εμπιστεύεται απόλυτα).
Όσον αφορά την αστυνομία και τη συμβολή της στην εφαρμογή των μέτρων, πολύ μεγάλο μέρος των ερωτώμενων, που αθροιστικά αντιπροσωπεύει το 43% του δείγματος, απαντάει ότι την εμπιστεύεται (7% απόλυτα, 15% αρκετά και 21% την εμπιστεύεται), ενώ ένα επίσης υψηλό ποσοστό της τάξης του 37% εκφράζει τα αντίθετα ακριβώς συναισθήματα (24% δεν την εμπιστεύεται καθόλου και 13% την εμπιστεύεται σχετικά).
Από την άλλη πλευρά, σε χαμηλά επίπεδα κυμαίνεται η εμπιστοσύνη μεγάλου μέρους του κοινού της έρευνας προς τα προς τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα (40% δεν τα εμπιστεύονται καθόλου) με ένα άλλο μέρος των συμμετεχόντων να εκφράζει απλά συγκρατημένη εμπιστοσύνη (19% τα εμπιστεύονται σχετικά και 27% έτσι κι έτσι).
Έκδηλη είναι επίσης η έλλειψη αξιοπιστίας που αποδίδει το μεγαλύτερο μέρος των ερωτώμενων προς το θεσμό της εκκλησίας (67% δεν την εμπιστεύεται καθόλου), ενδεχομένως λόγω των συμβάντων μη τήρησης των μέτρων για την αντιμετώπιση της διασποράς της πανδημίας που έγιναν μέχρι το οριστικό κλείσιμο των εκκλησιών.
Όσον αφορά τα Μέσα ενημέρωσης, αν και αποτελούν τον βασικό συνδετικό κρίκο των μελών του κοινού με τις εξελίξεις της πανδημίας, δεν φαίνεται να έχουν πείσει για την αξιόπιστη στάση τους, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του δείγματος της έρευνας δηλώνει πως δεν τα εμπιστεύεται καθόλου (43%) ή τα εμπιστεύεται συγκρατημένα (25% έτσι κι έτσι, 21% τα εμπιστεύεται σχετικά).
Εξίσου χαμηλά αξιολογείται από τους συμμετέχοντες στην έρευνα και η αξιοπιστία της διαχεόμενης πληροφόρησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αφού οι περισσότεροι είτε δεν τα εμπιστεύονται καθόλου (35%) είτε τα εμπιστεύονται σχετικά (31%). Παράλληλα, επιφυλακτικό εμφανίζεται ως επί το πλείστον το κοινό της έρευνας απέναντι στις διάφορες πηγές πληροφόρησης που έχει στη διάθεσή του για την κατανόηση της έκτακτης κατάστασης που επέφερε στη ζωή του η κρίση του Κορωνοϊού. Κατά ένα μεγάλο ποσοστό αξιολογεί ως σχετικά χρήσιμες ή ελάχιστα χρήσιμες τις πληροφορίες που προέρχονται από φίλους, συγγενείς, συναδέλφους, αλλά και από όλες τις κατηγορίες των Μέσων ενημέρωσης.
Ο Κορωνοϊός και οι φοβίες των Ελλήνων
Ενώ η πανδημία του κορωνοϊού αποτελεί ένα μείζον θέμα με ευθείες απειλές προς τη δημόσια υγεία το μεγαλύτερο μέρος του κοινού, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, φαίνεται να εκλαμβάνει την πανδημία ως ένα πρόβλημα με σοβαρές οικονομικές προεκτάσεις, ανησυχώντας κυρίως για τις συνέπειες που θα επιφέρει στην εθνική αλλά και την παγκόσμια οικονομία.
Μάλιστα, για τους δύο αυτούς τομείς οι ερωτώμενοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία δηλώνουν χαρακτηριστικά ότι φοβούνται πολύ (67% για την εθνική οικονομία και 61% για την παγκόσμια οικονομία) και σε μικρότερο ποσοστό ότι φοβούνται αρκετά (16% για την εθνική οικονομία και 19% για την παγκόσμια οικονομία).
Μεγάλος είναι επίσης ο φόβος (62%) που εκφράζει μικρότερη αλλά σημαντική μερίδα του κοινού (40% φοβούνται πολύ και 22% φοβούνται αρκετά) σε σχέση με τις συνέπειες της πανδημίας στα οικονομικά των ατομικών νοικοκυριών, στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η κρίση του Κορωνοϊού αποτελεί για τους Έλληνες κυρίως ένα μείζον θέμα με οικονομικές προεκτάσεις.