- Αν και το άγχος σημειώνει υψηλά επίπεδα κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο (38,7%), ακολουθεί έκτοτε καθοδική πορεία, με την τελευταία περίοδο του Μαΐου τα ποσοστά να βρίσκονται πλέον μόλις στο 15,6%.
- Αντίθετα, η κατάθλιψη ξεκινά στην αρχή των περιοριστικών μέτρων με χαμηλότερα ποσοστά από αυτά του άγχους (30,6%) και παρά τις αυξομειώσεις που εμφανίζει, το τελευταίο δεκαπενθήμερο φτάνει στο 35,4% παρουσιάζοντας σημαντική αύξηση και κάνοντας αισθητή τη διαφορά σε αυτή την ειδική πληθυσμιακή ομάδα που αποτελείται από τα άτομα που ζητούν βοήθεια σε μια τηλεφωνική γραμμή υποστήριξης.
Γιατί άραγε προεξάρχει η κατάθλιψη έναντι του άγχους σε μια συγκυρία όπου οι αλλαγές στον τρόπο ζωής και λειτουργίας μας ακολουθούν κατακλυσμιαία πορεία; Αξίζει να εστιάσουμε στα εξής: - Καθώς οι μέρες περνούν και η εξάπλωση του ιού ελέγχεται και αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά, μειώνονται και τα άγχη νόσησης που προκύπτουν από αυτόν. Τα περιοριστικά μέτρα έχουν καταφέρει πλέον να "εμπεριέξουν" στη συλλογική συνείδηση την εξάπλωση του ιού και της γενικότερης απειλής που προκαλεί η μεταδοτικότητά του. Ωστόσο, το αποτύπωμα της καραντίνας με τους συνεπακόλουθους περιορισμούς στην επικοινωνία, τους νέους τρόπους φυσικής απόστασης, τη νέα "κουλτούρα" της ασώματης επαφής και το μειωμένο αίσθημα ελευθερίας στη μετακίνηση αναδύουν σταδιακά ένα "συλλογικό πένθος" απέναντι σε μια μεγάλη απώλεια: την απώλεια της παλιάς κανονικότητας στη συνύπαρξη και τον αποχωρισμό του ήδη γνώριμου τρόπου ζωής. Καθώς υποχωρεί η παλίρροια του πρώτου κύματος κατακλυσμιαίων συναισθημάτων, ξεσκεπάζεται το τραυματικό φορτίο που κουβάλησε μαζί της. Και βγαίνει στην επιφάνεια ένα σύμπλεγμα συμπτωμάτων που είναι χαρακτηριστικά της κλινικής κατάθλιψης.
- Ταυτόχρονα ξεσκεπάζεται όμως και το σκληρό βίωμα της υπερδεκαετούς οικονομικής κρίσης και επανενεργοποιούνται οι διεργασίες της κατάθλιψης, που ως νόσος αναδείχθηκε σε εθνική μάστιγα και αποτυπώθηκε ως "εθνική κατάθλιψη", με τα ποσοστά της να εκτινάσσονται από 3,3% πριν από την κρίση (2008) στο 12,4% το 2013 σε επιδημιολογικές έρευνες γενικού πληθυσμού.
Επομένως, υπό αυτό το πρίσμα η πανδημική κρίση της Covid-19 αποκτά ειδική βαρύτητα για το ατομικό και συλλογικό ψυχικό αφήγημα, αναμοχλεύοντας επώδυνα συναισθήματα και ψυχοτραυματικές μνήμες από το πρόσφατο εθνικό παρελθόν. 3. Σκέψεις Από τη μέχρι τώρα λειτουργία της, η Γραμμή φαίνεται ότι αποτέλεσε ουσιαστικά την πύλη εισόδου στο σύστημα υπηρεσιών ψυχικής υγείας, καθώς ο ένας στους δύο καλούντες δεν είχε ποτέ απευθυνθεί σε επαγγελματία ψυχικής υγείας, ούτε τώρα ούτε στο παρελθόν, γεγονός που καταδεικνύει ότι κάλυψε μια πραγματικά μεγάλη ανάγκη των πολιτών και συνέβαλε σημαντικά στην άρση του στίγματος που συνοδεύει την προσφυγή σε αντίστοιχες υπηρεσίες. Μέσω των παρεμβάσεων και της διαχείρισης των αιτημάτων λειτούργησε ουσιαστικά ως Υπηρεσία Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Ψυχικής Υγείας και ως ένα φίλτρο διαλογής – αναχαίτισης περιστατικών στις ήδη επιβαρυμένες υπηρεσίες ψυχικής υγείας του δημόσιου τομέα, μειώνοντας σημαντικά τον όγκο των εξυπηρετούμενων και τον συνεπακόλουθο "συνωστισμό" στο δημόσιο σύστημα, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό την περίοδο της πανδημίας. Στην ουσία, η Γραμμή ήρθε αντιμέτωπη και προσπάθησε να υπερκαλύψει χρόνιες παθογένειες και "υποκείμενα νοσήματα" της ανολοκλήρωτης ψυχιατρικής μεταρρύθμισης, με τις τεράστιες ακάλυπτες ανάγκες στο πεδίο της ψυχικής υγείας -τόσο σε επίπεδο γεωγραφικής κατανομής όσο και σε επίπεδο άγνοιας για την ύπαρξη εξειδικευμένων υπηρεσιών- να την καθιστούν στη σκέψη πολλών ως μοναδική διέξοδο ενημέρωσης και υποστήριξης. Εξάλλου, κάθε κρίση έχει την πτυχή της καταστροφής αλλά και την πτυχή της ευκαιρίας και των αυθόρμητων πρωτοβουλιών, εναλλακτικών λύσεων και προοπτικών. Αν κάτι θετικό μπορεί να βγει απ’ όλη αυτήν τη συγκυρία σε επίπεδο υπηρεσιών ψυχικής υγείας, είναι η υιοθέτηση και ένταξη οργανωμένων Γραμμών υποστήριξης και άλλων τεχνολογικά προηγμένων υπηρεσιών στο γενικότερο σύστημα υπηρεσιών ψυχικής υγείας. 4. Αντί Επιλόγου Δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί ότι τα στοιχεία που δόθηκαν παραπάνω, δεν είναι στοιχεία που προκύπτουν από μια έρευνα σε γενικό πληθυσμό αλλά στοιχεία από μια ειδική ομάδα πληθυσμού, των "help-seekers", αυτών που αναζητούν βοήθεια, αυτών που έχουν ανάγκη να μιλήσουν, αυτών που έχουν ανάγκη κάποιον στην άλλη άκρη της γραμμής να τους ακούσει, να σταθεί με γνώση και ενσυναίσθηση απέναντι στο πρόβλημά τους. Άλλωστε, αυτός δεν είναι και ο ρόλος ενός πλουραλιστικού και δημοκρατικού συστήματος ψυχικής υγείας; Αυτός δεν είναι ο ρόλος μιας ευαίσθητης δημοκρατίας, μιας ενσυναισθητικής κοινωνίας; Να "ακούει" και να κατανοεί την ψυχική οδύνη, να αναγνωρίζει, να σέβεται και να απαντά στην ενδόμυχη υποκειμενική ανάγκη. |