Μεγαλύτερη φαίνεται να είναι η ένταση του προβλήματος στους χώρους του τουρισμού και της εστίασης, όπου το 22% των γυναικών αναφέρει ότι έχει υπάρξει θύμα σεξουαλικής επίθεσης ή βιασμού.
Η έρευνα διεξήχθη από την εταιρεία «Qed market research» για λογαριασμό της ActionAid και περιελάμβανε δύο σκέλη: Το πρώτο αφορούσε σε έναν ευρύτερο πληθυσμό 1.001 γυναικών σε όλη τη χώρα (έγινε τον Ιούλιο 2020) και το δεύτερο σε 376 εργαζόμενες στους κλάδους του επισιτισμού και του τουρισμού πανελλαδικά (τον Ιούλιο και τον Σεπτέμβριο 2020).
Όπως τονίζεται στην έρευνα, η επιλογή του τουρισμού, του επισιτισμού και γενικότερα της βιομηχανίας της φιλοξενίας βασίστηκε «στη σημαντική παράμετρο ότι αυτές οι επιχειρήσεις (π.χ. μπαρ, εστιατόρια, καφέ, ξενοδοχεία κ.λπ.) απασχολούν τους/τις περισσότερους/-ες εργαζόμενους/-ες στην Ελλάδα, συχνά με αδήλωτη ή/και άτυπη εργασία, ενώ δυστυχώς για πολλές εργαζόμενες στον τομέα διασκέδασης και φιλοξενίας, η σεξουαλική παρενόχληση εναντίον τους συνιστά "μέρος" της εργασιακής καθημερινότητάς τους».
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας στον γενικό πληθυσμό, το 85% των γυναικών που συμμετείχε, ανέφερε ότι έχει υποστεί σεξουαλικά παρενοχλητική συμπεριφορά στην εργασία. Μία στις δέκα γυναίκες έχει υπάρξει θύμα απόπειρας σεξουαλικής επίθεσης, ενώ μία στις πέντε σημειώνει ότι έχει υπάρξει θύμα σεξουαλικού εκβιασμού. Το θέμα φαίνεται να αφορά σε όλες τις γυναίκες, ωστόσο κάποιες μορφές σεξουαλικής παρενόχλησης συναντώνται περισσότερο στις ηλικιακά νεότερες με μικρότερη εργασιακή προϋπηρεσία. Οι αυτοαπασχολούμενες γυναίκες παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά περιστατικών που περιλαμβάνουν την παρουσίαση πορνογραφικού υλικού (19%), ενώ οι γυναίκες που εργάζονται στον δημόσιο τομέα, παρά το γεγονός ότι αποτελούν μόνο το 7% των συνολικών θυμάτων, εντούτοις διπλασιάζουν το ποσοστό τους σε ό,τι αφορά στα περιστατικά απόπειρας σεξουαλικής επίθεσης (29%).
Οι μισές από τις γυναίκες θύματα επεσήμαναν ότι το περιστατικό προήλθε από συνάδελφο, ενώ μία στις τέσσερις ανέφερε ότι ο δράστης ήταν πελάτης. Μία στις πέντε φορές εμπλέκεται ο διευθυντής/ιδιοκτήτης της επιχείρησης, ενώ παραπάνω από το ένα τρίτο των περιστατικών αφορά σε ανώτερο στη διοίκηση.
Το 56% των παραβιαστικών συμπεριφορών εκδηλώνεται στον χώρο γραφείου, ενώ το 29% των γυναικών ανέφερε ότι περιστατικά έχουν εκδηλωθεί και σε κοινόχρηστους χώρους (π.χ. κουζίνα ή μπάνιο) και το 16% τα τοποθέτησε σε κάποια κοινωνική δραστηριότητα της εργασίας (π.χ. εκδηλώσεις, πάρτι).
Στην ερώτηση «Τι συνέπειες είχε για εσάς η παρενόχληση που βιώσατε;», το 35% απάντησε ότι υπέστη αρνητικές συνέπειες στη σωματική και ψυχική υγεία, το 92% των θυμάτων βίωσε επιπτώσεις σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο, ενώ το 18% αναγκάστηκε να παραιτηθεί.
Μόνο το 6% των γυναικών που έχει υποστεί σεξουαλική παρενόχληση κατήγγειλε επίσημα το περιστατικό σε αρμόδιο φορέα (π.χ. Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας) και μόνο το 37% το ανέφερε στη διοίκηση της εταιρείας ή του οργανισμού. Το 94% των γυναικών υπογραμμίζει την αναγκαιότητα θέσπισης και εφαρμογής πολιτικών από τη διοίκηση της εργασίας τους, το 86% αναφέρει ότι, συχνά, οι γυναίκες δεν μιλάνε γιατί φοβούνται ότι θα χάσουν τη δουλειά τους και το 78% δεν θεωρεί ότι η σεξουαλική παρενόχληση είναι σπάνιο φαινόμενο στους εργασιακούς χώρους.
Σχετικά με τις εργαζόμενες στον επισιτισμό και τον τουρισμό διαπιστώθηκε ότι το 85% των γυναικών που εργάζονται σήμερα στους συγκεκριμένους κλάδους αναφέρουν ότι έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας. Tα πιο συχνά περιστατικά αφορούν μη λεκτική συμπεριφορά και κυρίως προκλητικά βλέμματα με μία στις τρεις εργαζόμενες στον κλάδο να τα βιώνει καθημερινά ή συχνά. Συνολικά, περίπου 80% των εργαζομένων στον κλάδο έχει γίνει στόχος βλεμμάτων και λεκτικής σεξουαλικής παρενόχλησης, καθώς και αποδέκτης σεξουαλικών ιστοριών. Τρεις στις τέσσερις γυναίκες έχουν νιώσει ανεπιθύμητη σωματική επαφή, ενώ παραπάνω από τέσσερις στις δέκα γυναίκες έχουν υποστεί πίεση για ερωτικό ραντεβού, παρενοχλητική παρακολούθηση (stalking) και μηνύματα προσβλητικού περιεχομένου. Τέλος, μία στις τέσσερις δηλώνει ότι τής έχει παρουσιαστεί πορνογραφικό υλικό. Χαρακτηριστικό της έντασης του προβλήματος της σεξουαλικής παρενόχλησης στους χώρους του τουρισμού και της εστίασης είναι ότι το 22% των γυναικών αναφέρει πως έχει υπάρξει θύμα σεξουαλικής επίθεσης/βιασμού, ενώ το 27% δηλώνει ότι έχει υπάρξει θύμα σεξουαλικού εκβιασμού. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τις γυναίκες από τον γενικό πληθυσμό είναι 13% και 18%, αντίστοιχα.
Από τις εργαζόμενες στον κλάδο, το 60% δήλωσε ότι εργάζεται σε θέση πρώτης γραμμής, όπου οι πελάτες τούς αφήνουν φιλοδώρημα. Από αυτές, είναι αξιοσημείωτο ότι σχεδόν οι μισές δήλωσαν ότι έχουν νιώσει πως πρέπει να υποστούν σεξουαλική παρενόχληση, προκειμένου να εξασφαλίσουν το φιλοδώρημά τους.
Σε ό,τι αφορά τη σχέση του δράστη με τη γυναίκα θύμα, οι περισσότερες αναφορές εμπλέκουν κάποιον πελάτη, σε συνέπεια με τα αντίστοιχα ευρήματα διεθνών ερευνών από τον χώρο του τουρισμού. Ενδεικτικά, αναφερόμενη σε περιστατικό παρενόχλησης από πελάτη στο εστιατόριο, όπου δούλευε, η 26χρονη Α. περιγράφει: «Όταν έφευγα από το μαγαζί, κοιτούσα πάντα πίσω μου να δω αν με ακολουθεί. Ή έκανα ότι έμπαινα σε ένα λεωφορείο, κρυβόμουν και τελικά έμπαινα στο επόμενο. Το έκανα πάρα πολλές φορές αυτό. Να σπαταλάς τόση ενέργεια καθημερινά για να νιώθεις ασφαλής, να έχει μετακυλιστεί όλο το άγχος πάνω σου».
Στην ερώτηση «Τι συνέπειες είχε για εσάς η παρενόχληση που βιώσατε;», οι εργαζόμενες-θύματα αναφέρουν, σε ποσοστό 40%, αρνητικές συνέπειες στη σωματική και ψυχική υγεία τους. Παράλληλα, σε αυτόν τον κλάδο είναι υψηλότερα τα ποσοστά των γυναικών θυμάτων που αναγκάστηκαν να παραιτηθούν λόγω της σεξουαλικής παρενόχλησης, σε σχέση με τα αντίστοιχα ποσοστά του γενικού πληθυσμού (μία στις τρεις έναντι μία στις πέντε).
Στο 53% των περιπτώσεων σεξουαλικής παρενόχλησης δεν υπήρξε καμία συνέπεια για τον δράστη, ενώ χαρακτηριστικό είναι επίσης το γεγονός ότι σε κανένα από τα περιστατικά που ο δράστης ήταν συνάδελφος, δεν απολύθηκε. Εξάλλου, λιγότερες από τις μισές (43%) εργαζόμενες του κλάδου δηλώνουν ότι γνωρίζουν για τα νομικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα που έχουν σε περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης.
Η έρευνα διενεργήθηκε στο πλαίσιο της εκστρατείας της Actionaid για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών στον χώρο εργασίας με τίτλο «Ποτέ και πουθενά». Όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η υπεύθυνη εκστρατειών της οργάνωσης, Μάττα Σαμίου, η καμπάνια έχει τρεις κατευθύνσεις: Την αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου στην Ελλάδα και την επικύρωση της πρώτης παγκόσμιας Σύμβασης κατά της Βίας και Παρενόχλησης στην Εργασία που ψηφίστηκε τον Ιούνιο 2019 κατά τη διάρκεια της συνάντησης της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) του ΟΗΕ στη Γενεύη. Επίσης, την ευαισθητοποίηση του κοινού γύρω από το ζήτημα της σεξουαλικής παρενόχλησης αλλά και το να ανοίξει η συζήτηση για τον ρόλο των εργοδοτών για την προστασία των εργαζομένων τους.
Μεταξύ των προτάσεων που διατυπώνει η ActionAid για την αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης συγκαταλέγονται η επικύρωση της Σύμβασης της ΔΟΕ από την Πολιτεία, η ενίσχυση της εργατικής νομοθεσίας στην κατεύθυνση της διαμόρφωσης ενός σύγχρονου και συνεκτικού πλέγματος προστασίας των εργαζομένων που καταγγέλλουν περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης, η διασφάλιση της εύρυθμης και επαρκώς στελεχωμένης λειτουργίας των αρμόδιων ελεγκτικών οργάνων (όπως το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας) και των ανεξάρτητων αρχών, καθώς και η εξασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης για την εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση των εμπλεκόμενων επαγγελματιών όλων των κλάδων.
Επίσης, οι προτάσεις της προς τους εργοδότες είναι να υιοθετήσουν πολιτικές μηδενικής ανοχής στη βία, τη σεξουαλική παρενόχληση και τη σεξιστική συμπεριφορά στην εργασία, να εκπαιδεύουν τα στελέχη τους σε αυτήν την κατεύθυνση, να διαθέτουν πολιτικές προστασίας προσωπικών δεδομένων και αρχές τήρησης της εμπιστευτικότητας για την καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης και να καταρτίζουν ένα σαφές πλάνο δράσης για τη διαχείριση περιπτώσεων σεξουαλικής παρενόχλησης.
Ιδιαίτερα για τους εργοδότες στον τομέα του επισιτισμού και του τουρισμού σημειώνεται ότι είναι απαραίτητο να έχουν σαφείς γραπτές πολιτικές για τη χρήση αλκοόλ και ψυχοτρόπων ουσιών και σχετικά με το πώς θα πρέπει να αντιμετωπίζονται οι πελάτες υπό την επήρεια ουσιών, να εξασφαλίζουν ασφαλείς χώρους με επαρκή φωτισμό και ορατότητα σε όλα τα σημεία των εγκαταστάσεων της επιχείρησης και να διαθέτουν μέσα μεταφοράς για την ασφαλή μετακίνηση από και προς την εργασία, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις εγκαταστάσεων που βρίσκονται σε μακρινές αποστάσεις.