Η πρόσφατη επιστροφή του Oruc Reis στο λιμάνι της Αττάλειας σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως ένδειξη καλής βούλησης της Άγκυρας για αποκλιμάκωση της έντασης με την Ελλάδα, κάτι που έχουν συνειδητοποιήσει πλέον και στις Βρυξέλλες. Άλλωστε, οι προκλήσεις συνεχίζονται ακατάπαυστα, με τελευταία αυτή χθες του υπουργείου Εξωτερικών της Τουρκίας το οποίο ''βλέπει'' κυριαρχικά δικαιώματα στο Καστελλόριζο.
Λίγες μέρες, ωστόσο, πριν από την σημαντική για τη χώρα μας Σύνοδο Κορυφής όπου θα συζητηθεί το θέμα των τουρκικών προκλήσεων, οι ενδείξεις και πάλι δεν δείχνουν θετικές για τη χώρα μας. Και αυτό διότι η εν γένει συμπεριφορά του Ταγίπ Ερντογάν και των υπουργών του για όλο το προηγούμενο διάστημα καταδικάζεται σε θεωρητικό επίπεδο από τους εταίρους, όμως στην πράξη, για μία ακόμη φορά, οι φωνές του Βερολίνου -και όχι μόνο αυτού- φαίνονται και πάλι πολύ ισχυρές ώστε να επιτρέψουν να ανάψει το «πράσινο φως» για τις πολυσυζητημένες οικονομικές κυρώσεις.
Στο Μέγαρο Μαξίμου έχουν εικόνα της κατάστασης, ξεκαθαρίζοντας πάντως ότι η προσπάθεια για τη συμμόρφωση της Άγκυρας θα συνεχιστεί μέχρι και την τελευταία στιγμή. Στο πλαίσιο αυτό, ο Κυριάκος Μητσοτάκης τις τελευταίες ημέρες έχει εντείνει τις διπλωματικές του επαφές με ηγέτες και αξιωματούχους της Ε.Ε., αναζητώντας τον μέγιστο δυνατό αριθμό συμμάχων, με φόντο την επικείμενη μάχη της Πέμπτης και της Παρασκευής στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Ο πρωθυπουργός αναμένεται να θέσει δύο ζητήματα: Το ένα είναι οι κυρώσεις, που -όπως υπενθυμίζουν συνεργάτες του- βρίσκονται στη φαρέτρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 1ης και 2ης Οκτωβρίου και το δεύτερο είναι αυτό που έθεσε ο κ. Μητσοτάκης και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Νοεμβρίου για εμπάργκο όπλων.
«Η πίστωση χρόνου στην Τουρκία έληξε», αναφέρουν κυβερνητικές πηγές. Το χρονοδιάγραμμα, όπως εξηγούν, «που είχε τεθεί από τους ευρωπαίους ηγέτες για την αξιολόγηση της συνολικής συμπεριφοράς της Τουρκίας τον Δεκέμβριο και για τον επαναπροσδιορισμό των σχέσεών της με την Ε.Ε. λήγει στην προσεχή Σύνοδο».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα ζητήσει την εφαρμογή των προ δύο μηνών αποφάσεων των Ευρωπαίων ηγετών όσον αφορά την εκκίνηση της διαδικασίας κυρώσεων, τις οποίες, όπως υποστηρίζουν στην κυβέρνηση, δεν αποφασίζει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Αυτό όμως, λένε, είναι που μπορεί να δώσει την εντολή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στον Ύπατο Εκπρόσωπο της Ε.Ε. Ζοζέπ Μπορέλ να καταρτίσει λίστα στοχευμένων μέτρων έναντι της Άγκυρας.
Την ίδια στιγμή, σημειώνουν οι ίδιες πηγές, θα κριθεί και η αξιοπιστία της Ευρώπης, η οποία μέχρι τώρα έχει αποδειχθεί κατώτερη των περιστάσεων σχετικά με τη στήριξη ενός κράτους – μέλους της από την αμφισβήτηση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων του από μια τρίτη χώρα, η οποία μάλιστα θέλει να είναι στρατηγικός εταίρος της Ε.Ε. Τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επισημαίνει το Μέγαρο Μαξίμου, «καλούνται να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Να πάρουν αποφάσεις που θα οδηγήσουν την Τουρκία σε μία πραγματική οδό αποκλιμάκωσης και σε έναν εποικοδομητικό διάλογο, στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας. Και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να υπάρξει κάποια επιβράβευση, το ‘’καρότο’’, για την προκλητική σε βάθος χρόνου συμπεριφορά της Τουρκίας. Είναι η ίδια που επιλέγει με τη στάση της το ‘’μαστίγιο’’ έναντι του ‘’καρότου’’. Το μήνυμα είναι ότι η Ελλάδα δεν θα δεχτεί να ανταμειφθεί καθ΄ οιονδήποτε τρόπο η Τουρκία στη Σύνοδο», υπογραμμίζουν πηγές της κυβέρνησης.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα επαναλάβει στους άλλους ευρωπαίους ηγέτες ότι η Ελλάδα προφανώς επιθυμεί μια εποικοδομητική σχέση με την Τουρκία και έχει δηλώσει επανειλημμένα την ετοιμότητά της για διάλογο. Όχι, όμως, σε προσχηματικό διάλογο δέκα μέρες πριν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, καθώς η Τουρκία επιδιώκει να εμφανίσει την απόσυρση του Oruc Reis στην περιοχή ως κίνηση αποκλιμάκωσης της έντασης από την πλευρά της. Η Τουρκία, όπως θα επαναλάβει ο πρωθυπουργός, πρέπει να αποδείξει στην πράξη την ειλικρίνεια των προθέσεών της για διάλογο και αποκλιμάκωση και αυτό να έχει συνέχεια και διάρκεια. Και προφανώς η συμπεριφορά της, επισημαίνουν στο Μέγαρο Μαξίμου, θα αξιολογηθεί σε βάθος χρόνου και όχι στις μέρες που μένουν μέχρι τη Σύνοδο.