Οπως δήλωσε ο Γιάροσλαβ Γκοβίν, αναπληρωτής πρωθυπουργός της Πολωνίας και από το πιο μετριοπαθή στοιχεία του κυβερνητικού συνασπισμού, μιλώντας σε δημοσιογράφους στην πολωνική πρωτεύουσα: «Προς το παρόν έχουμε συμφωνία μεταξύ της Βαρσοβίας, της Βουδαπέστης και του Βερολίνου. Πιστεύω ότι οι υπόλοιπες 24 ευρωπαϊκές πρωτεύουσες θα προσχωρήσουν κι αυτές στη συμφωνία». Το θέμα συζητήθηκε στην απογευματινή χθεσινή συνεδρίαση της ομάδας COREPER (των μόνιμων αντιπροσώπων των κρατών-μελών) και η διαπραγμάτευση αναμένεται να συνεχιστεί σήμερα, κατά την πρώτη ημέρα της Συνόδου Κορυφής.
Σύμφωνα με το ΣΚΑΪ και πηγές στις Βρυξέλλες εκφράστηκε μια συγκρατημένη αισιοδοξία ότι ο γερμανικός συμβιβασμός θα γίνει αποδεκτός από τα κράτη-μέλη, αλλά και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο είχε επιμείνει στην ενίσχυση του μηχανισμού στις διαπραγματεύσεις του με τη γερμανική προεδρία κατά τους προηγούμενους μήνες. Ευρωπαϊκές διπλωματικές πηγές, από χώρα με αυστηρή θέση στο θέμα της επιβολής του κράτους δικαίου, έλεγαν χθες ότι το ζήτημα χρήζει νομικής ανάλυσης και ότι δεν είναι ακόμα σε θέση να τοποθετηθούν.
Η ουσία του γερμανικού συμβιβασμού συνίσταται στο ότι το περιεχόμενο του μηχανισμού (που συνδέει την πρόσβαση σε κοινοτικά κονδύλια με τη συμμόρφωση των κρατών-μελών με το κράτος δικαίου) δεν αλλάζει, αλλά δίνεται η δυνατότητα σε κράτη-μέλη που αμφισβητούν τη νομιμότητά του να τον προσβάλλουν ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται στους πρώτους 2,5 μήνες από την έναρξη εφαρμογής του σχετικού κανονισμού (1.1.2021). Αν υπάρξει τέτοια προσφυγή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που είναι o θεσμός ο οποίος θα ενεργοποιεί τον μηχανισμό, δεσμεύεται να μην τον επιστρατεύσει για όσο διάστημα εξετάζει την υπόθεση το Δικαστήριο. Κοινοτικές πηγές αναφέρουν ότι αυτό θα μπορούσε να διαρκέσει έναν χρόνο ή λίγο περισσότερο.
Η Επιτροπή, επίσης, σύμφωνα με το προσχέδιο των συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που βασίζεται στον γερμανικό συμβιβασμό, πριν ενεργοποιήσει τον μηχανισμό θα καταρτίσει καθοδηγητικές γραμμές για την εφαρμογή του, «σε στενή συνεργασία με τα κράτη-μέλη». Από την πλευρά της Κομισιόν, πάντως, εκφράζεται εμπιστοσύνη ότι, σε περίπτωση που ο κανονισμός για το κράτος δικαίου εξεταστεί από τους δικαστές, θα κριθεί σύννομος.
Αν η γερμανική πρόταση απορριφθεί –από χώρες του «φειδωλού» Βορρά όπως η Ολλανδία, ή από το Κοινοβούλιο– η Ε.Ε. θα οδηγηθεί στην υιοθέτηση έκτακτου προϋπολογισμού για το 2021 (τα «προσωρινά δωδεκατημόρια»), με σημαντικότατες περικοπές (50-70%) στις πληρωμές του Ταμείου Συνοχής και του δεύτερου πυλώνα της ΚΑΠ (αγροτική ανάπτυξη). Παράλληλα, οι «25» (πλην Ουγγαρίας και Πολωνίας) θα αναζητήσουν μία διαφορετική νομική και οικονομική βάση για το Ταμείο Ανάκαμψης, γεγονός που συνεπάγεται περαιτέρω καθυστερήσεις στην εκταμίευση των πόρων. Μία παρατεταμένη αντιπαράθεση χωρίς εξεύρεση λύσης μεταξύ των ηγετών, επιπλέον, θα δηλητηριάσει την ατμόσφαιρα της Συνόδου και θα αποτρέψει την επίτευξη άλλων σημαντικών στόχων που βρίσκονται στην ατζέντα της.
Τριβές στην ιταλική κυβέρνηση
Διαφωνίες στην κυβέρνηση της Ιταλίας προκαλεί η προσδοκία για τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, με «μήλον της Εριδος» τη διαχείριση των 196 δισ. ευρώ που δικαιούται η Ρώμη. Σύμφωνα με το σχέδιο που έχει εκπονήσει ο πρωθυπουργός, Τζουζέπε Κόντε, τα περισσότερα κεφάλαια πρέπει να διατεθούν για τις ψηφιακές τεχνολογίες, για την προστασία του περιβάλλοντος και την ενίσχυση του δικτύου των μεταφορών. Παραμένει, όμως, το ερώτημα ποιος είναι ο αρμόδιος φορέας για τη διαχείριση των κεφαλαίων. Την εποπτεία θα έχουν ο Ιταλός πρωθυπουργός και οι υπουργοί Οικονομικών και Οικονομικής Ανάπτυξης, Ρομπέρτο Γκουαλτιέρι και Στέφανο Πατουανέλι, αντιστοίχως. Παράλληλα, το σχέδιο της κυβέρνησης προβλέπει σημαντικό ρόλο για τη διάθεση των χρημάτων και την αξιολόγηση και έγκριση των αιτήσεων σε έξι μάνατζερ.
Η πρόταση Κόντε προκαλεί, όμως, ενδοκυβερνητικούς τριγμούς. Το κόμμα του Ματέο Ρέντσι, «Ζωντανή Ιταλία», που συμμετέχει στον κυβερνητικό συνασπισμό, εναντιώνεται σε όλον αυτόν τον σχεδιασμό και υποστηρίζει πως δεν μπορεί οι αποφάσεις κάποιων μάνατζερ να καθορίσουν πώς θα διατεθούν τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης. Ζητεί, άλλωστε, να διατεθούν περισσότερα για τη στήριξη της δημόσιας υγείας και όχι μόνον 9 δισ. ευρώ όπως προβλέπει ο κυβερνητικός σχεδιασμός. Εχει ήδη προειδοποιήσει πως αν δεν βρεθεί λύση επί των διαφωνιών αυτών, δεν αποκλείεται να πέσει η κυβέρνηση.