Η ίδια έρευνα έδειξε πως όσοι εργάζονται στους τομείς μεταφορών και κοινωνικών υπηρεσιών, έχουν σχεδόν διπλάσιο κίνδυνο για σοβαρό κορονοϊό.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Ευαγγελία Πέτρου του Πανεπιστημίου της Γλασκώβης στη Σκωτία, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό για θέματα επαγγελματικής και περιβαλλοντικής ιατρικής "Occupational and Environmental Medicine", ανέλυσαν στοιχεία μεταξύ Μαρτίου-Ιουλίου 2020 για περίπου 120.000 εργαζόμενους 49 έως 64 ετών, το 9% εκ των οποίων ήταν υγειονομικοί. Από το σύνολο, οι 271 αρρώστησαν σοβαρά λόγω κορωνοϊού.
Διαπιστώθηκε ότι αναλογικά τον μεγαλύτερο κίνδυνο σοβαρής νόσου κορονοϊού (επτά έως εννιά φορές) είχαν γιατροί, νοσηλευτές και λοιπό υποστηρικτικό προσωπικό. Αυξημένος κατά δυόμισι φορές ήταν ο κίνδυνος για τους εργαζόμενους στις κοινωνικές υπηρεσίες και κατά δύο φορές στις μεταφορές.
Μια δεύτερη μεγάλη διεθνής μελέτη, με επικεφαλής τη δρα Κέιτ Γουέμπ του νοτιοαφρικανικού Πανεπιστημίου του Κέιπ Τάουν, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Nature Communications", ανέλυσε στοιχεία για περισσότερες από 3,1 εκατομμύρια περιστατικά κορονοϊού σε 47 χώρες και κατέληξε στη διαπίστωση ότι οι άνδρες ασθενείς έχουν σχεδόν τριπλάσιο κίνδυνο -σε σχέση με τις γυναίκες- να αρρωστήσουν σοβαρά από τον κορωνοϊό και να εισαχθούν σε μονάδα εντατικής θεραπείας.
Επίσης, οι άνδρες έχουν σχεδόν 39% μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου από τη νόσο. Αντίθετα, δεν φαίνεται να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών, όσον αφορά την πιθανότητα μόλυνσης από τον κορονοϊό.
Η μελέτη εκτιμά ότι οι διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα αναφορικά με τη σοβαρότητα της νόσου οφείλονται εν μέρει σε διαφορές στην ανοσιακή απόκριση του οργανισμού τους στον κορωνοϊό, ενώ μπορεί να παίζουν ρόλο και άλλοι βιολογικοί παράγοντες, που συμβάλλουν ώστε οι γυναίκες να θέτουν πιο εύκολα υπό έλεγχο τον ιό, γι' αυτό το θέμα χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση.
«Γνωρίζουμε ότι γενικότερα οι άνδρες έχουν χειρότερες ανοσιακές αντιδράσεις σε πολλές διαφορετικές λοιμώξεις», επεσήμανε η Γουέμπ.