«Σας ρωτώ αλλά ταυτόχρονα σας κατηγορώ, γιατί στην πιο κρίσιμη στιγμή για την ελληνική κοινωνία, με τους πολίτες πιεσμένους, κουρασμένους, απελπισμένους από την πανδημία, εσείς επιχειρείτε να ξεφύγετε από τις ευθύνες σας, επιλέγοντας ως βασική σας στρατηγική την ένταση και τον διχασμό».
Με τη φράση αυτή ο Αλέξης Τσίπρας ανέπτυξε, από το βήμα της Βουλής, την ερώτησή του προς τον πρωθυπουργό, με αφορμή το αστυνομικό «κρεσέντο» των τελευταίων ημερών. Όπως αναμενόταν, συνέδεσε την ερώτησή του με τη νέα όξυνση της υγειονομικής και οικονομικής κρίσης, τις οποίες, όπως είπε, η κυβέρνηση προσπαθεί να αντιμετωπίσει με διχασμό, βία και καταστολή, λέγοντας:
«Σας κατηγορώ, όχι μόνο γιατί αποτύχατε με τραγικά αποτελέσματα στην αντιμετώπιση της πανδημίας, αλλά και γιατί ακόμα και σήμερα, με χιλιάδες νεκρούς, χιλιάδες κρούσματα και εκατοντάδες να χαροπαλεύουν στις ΜΕΘ, εξακολουθείτε να αγνοείτε τη σκληρή πραγματικότητα. Και ακόμα χειρότερα: Να εμφανίζετε στους πολίτες μια πλαστή πραγματικότητα. Κι ακόμα χειρότερα κι από αυτό: Να εκμεταλλεύεστε την πανδημία ως ευκαιρία για να επιβάλλετε σκληρά μέτρα, περιορισμούς στη δημοκρατία και στα δικαιώματα, αντιλαϊκές ρυθμίσεις.
Σας κατηγορώ, γιατί ενώ αποτύχατε στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης που χτυπάει εκατομμύρια νοικοκυριά και οδηγεί σε μια κοινωνία απογοήτευσης, εσείς επιμένετε να κρύβεστε πίσω από κατασκευασμένους αριθμούς και να μοιράζετε χάντρες στη μεσαία τάξη και στους εργαζόμενους, την ίδια στιγμή που με όσα κάνετε και όσα δεν κάνετε, προετοιμάζετε οικονομική και κοινωνική τραγωδία.
Σας κατηγορώ, γιατί εν μέσω πανδημίας και κρίσης, η κυβέρνησή σας έχει αποδυθεί σε μια πρωτοφανή διασπάθιση του δημόσιου χρήματος με απευθείας αναθέσεις, ανεξέλεγκτες προμήθειες εκατομμυρίων, προκλητικά ρουσφέτια, "χορηγίες" παντός είδους σε παντός είδους "ημετέρους".
Σας κατηγορώ, γιατί διαβρώσατε έναν από τους πυλώνες της δημοκρατίας που είναι η ενημέρωση του πολίτη. Με μια πρωτοφανή επιχείρηση εξαγοράς, εκβιασμών και πιέσεων, με σημαία τις γνωστές λίστες της κρατικής διαφήμισης, μετατρέπετε το αγαθό της ενημέρωσης σε προπαγάνδα.
Σας κατηγορώ, γιατί όχι σε μία αλλά σε πολλές περιπτώσεις επιδεικνύετε μια απαράδεκτη υπεροψία και αλαζονεία, παραβιάζοντας ανέμελα και προκλητικά τα σκληρά μέτρα που εσείς επιβάλλετε στους πολίτες.
Σας κατηγορώ, γιατί με τη στάση σας αυτή υπονομεύσατε την εμπιστοσύνη του πολίτη όχι μόνο απέναντι στην κυβέρνησή σας αλλά και απέναντι -κι αυτό είναι τραγικό- στους επιστήμονες, πίσω από τους οποίους κρύβετε την ολιγωρία και την ανικανότητά σας στην αντιμετώπιση της πανδημίας.
Σας κατηγορώ, τέλος, γιατί μπροστά στα αδιέξοδα της πολιτικής σας, στη φθορά της κυβέρνησης και της εικόνας σας, αντιδράτε με έναν τρόπο όχι απλώς σπασμωδικό, επιπόλαιο, ανεύθυνο, αλλά και επικίνδυνο.
Επιστρατεύοντας την καταστολή αντί για την πειθώ, το ψέμα αντί για την αλήθεια, την εξαπάτηση αντί για τον διάλογο. Και τελικά τον διχασμό αντί για την αναγκαία σε τέτοιες στιγμές κοινωνική ειρήνη».
Ο κ. Τσίπρας προειδοποίησε τον πρωθυπουργό ότι «απέναντί σας δεν βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ολόκληρη η ελληνική κοινωνία». Που «είναι οργισμένη, όχι μόνο από την πορεία της πανδημίας και της οικονομίας, όχι μόνο από τα μέτρα εγκλεισμού και αποστασιοποίησης, από το πιο μακροχρόνιο και αναποτελεσματικό lockdown σε όλη την Ευρώπη, αλλά και από την υποκρισία σας κ. Μητσοτάκη, που γεννά το αίσθημα της αδικίας και της αγανάκτησης».
Σε ποιες εποχές μάς γυρίζετε, κύριε Μητσοτάκη;
Και συνέχισε:
«Δεν φτάνει η καταστολή της ζωής και της καθημερινότητάς μας από τα αναγκαστικά περιοριστικά μέτρα, έχουμε τώρα και τα τάγματα εφόδου της αστυνομίας σας, να κακοποιούν νέους, οικογένειες επειδή βγήκαν μια βόλτα στην πλατεία της γειτονιάς τους. Και να δημιουργείτε στους πολίτες την αίσθηση ότι βρίσκονται σε κατάσταση πολιορκίας, στις γειτονιές τους και στα σπίτια τους.
Μας είπατε ότι η οργή δεν οδηγεί πουθενά. Θα συμφωνήσουμε. Γιατί υπάρχει όμως αυτή η οργή, αναρωτηθήκατε; Διότι ενώ έχετε αποτύχει παταγωδώς, δεν έχετε την ευθιξία να πείτε μια συγγνώμη, να αναλάβετε μια ευθύνη. Γιατί την ώρα που κυνηγάτε τους πολίτες και επιβάλλετε δυσβάσταχτα πρόστιμα, εσείς βολτάρετε ανέμελα στην Πάρνηθα και γλεντάτε στην Ικαρία. Γιατί τόσους μήνες όλο λέτε ότι πετύχατε, ότι τα κάνετε όλα τέλεια, αλλά η κατάσταση βρίσκεται εκτός ελέγχου. Και κάθε φορά που αποφασίζετε μέτρα, τα φορτώνετε όλα στον ταλαιπωρημένο πολίτη.
Γι' αυτό υπάρχει οργή. Και δεν είναι η οργή των μπαχαλάκηδων, είναι η οργή των νοικοκυραίων. Αυτή την οργή να φοβάστε. Την οργή των νοικοκυραίων μιας μεσοαστικής περιοχής της Αθήνας, που τη μετατρέψατε σε εμπόλεμη ζώνη.
Ενώ εσείς όχι μόνο δεν επιλέξατε να ζητήσετε μια συγγνώμη (για τον ξυλοδαρμό στην πλατεία Ν. Σμύρνης), όχι μόνο δεν θέσατε αμέσως σε διαθεσιμότητα τον δράστη αστυνομικό, αλλά δώσατε και σκονάκια στους βουλευτές σας να στοχοποιούν το θύμα, βγάζοντας στη δημοσιότητα τον φάκελο των πολιτικών του φρονημάτων. Διαδίδοντας το όνομά του και τα πιστεύω του σε πανελλήνια μετάδοση, λες και τα πολιτικά φρονήματα ενός πολίτη αποτελούν δικαιολογία για την κακοποίησή του.
Σε ποιες εποχές μάς γυρίζετε, κύριε Μητσοτάκη;
Για τον πολίτη που ξυλοκοπήθηκε στη Νέα Σμύρνη, μέσα σε λίγες ώρες ξέρατε και τι καφέ προτιμάει. Για τον Λιγνάδη, που διορίσατε καλλιτεχνικό διευθυντή στο Εθνικό, εδώ και ενάμιση χρόνο είχατε πλήρη άγνοια και πέσατε από τα σύννεφα. Περίεργο αυτό το επιτελικό κράτος. Αλλά το χειρότερο από όλα, αυτό για το οποίο πιο πολύ από όλα σας κατηγορώ, κύριε Μητσοτάκη, είναι ότι εσείς προσωπικά είστε ο ενορχηστρωτής της έντασης.
Ενώ την περασμένη Τρίτη είχατε την πληροφορία από τις αρχές ότι χούλιγκαν από όλες τις ποδοσφαιρικές ομάδες της Αττικής θα συνέρρεαν στη Νέα Σμύρνη για να αμαυρώσουν την ειρηνική διαμαρτυρία των πολιτών, αντί να φροντίσετε να τους απομονώσετε, αντί να φροντίσετε να διασφαλίσετε την ασφάλεια των διαδηλωτών, το μόνο που φροντίσατε, ήταν να ρίξετε τις ευθύνες στους πολιτικούς σας αντιπάλους. Με προσωπική σας δήλωση, μάλιστα, λίγο πριν τα επεισόδια. Και ενώ το βράδυ πια, κινδύνευσε ένας αστυνομικός από την αγριότητα όχι των ειρηνικών διαδηλωτών -και το ξέρατε- ούτε καν των συνήθως υπόπτων αντιεξουσιαστών -και το ξέρατε-, επιλέξατε να κάνετε ένα διχαστικό διάγγελμα, αφήνοντας υπονοούμενα για τους πολιτικούς σας αντιπάλους. Εμείς όμως, κύριε Μητσοτάκη, σε αντίθεση με εσάς, που δεν βρήκατε ακόμη μια λέξη να πείτε για την αστυνομική βία, από το πρώτο δευτερόλεπτο, ρητά και απερίφραστα καταδικάσαμε την επίθεση στον αστυνομικό, ζητώντας να σταματήσει ο φαύλος κύκλος της βίας και της έντασης.
Κύριε Μητσοτάκη, δεν μπορείτε πια. Αποτύχατε στην πανδημία, αποτύχατε στην οικονομία. Και τώρα θέλετε τη δική σας αποτυχία να την πληρώσουν οι πολίτες αυτής της χώρας, να στρέψετε τη μισή κοινωνία απέναντι στην άλλη μισή. Δεν μπορείτε πια και δεν έχετε κανένα δικαίωμα να προκαλέσετε μεγαλύτερη ασφυξία από αυτή που ήδη έχετε προκαλέσει. Η ενότητα του λαού μας είναι το πολυτιμότερο πράγμα που έχουμε σε αυτές τις δύσκολες στιγμές. Δεν μπορείτε πια, αλλά εμείς έχουμε την ευθύνη αυτή την ενότητα να τη διαφυλάξουμε, με κάθε κόστος».