Πρόκειται για την πρώτη πανελλαδική έρευνα για τον εργασιακό εκφοβισμό – το mobbing, όπως λέγεται, δηλαδή την ηθική ή ψυχολογική παρενόχληση στην εργασία. Να σημειωθεί ότι, συνήθως, οι κρίσεις τρέφουν τέτοια φαινόμενα και η χώρα μας, δυστυχώς, πέρασε πρώτα από μια δεκαετή οικονομική κρίση και, τώρα, μαζί με τον υπόλοιπο κόσμο, βιώνει την κρίση της πανδημίας του κορωνοϊού και τις συνέπειές της.
Ο εργασιακό εκφοβισμός εκδηλώνεται με επαναλαμβανόμενες πράξεις, που μπορούν να επιδεινώσουν τις συνθήκες εργασίας του ατόμου που γίνεται στόχος, να απειλήσουν την επαγγελματική του ανάπτυξη, να θίξουν τα δικαιώματα και την αξιοπρέπειά του, να επιδεινώσουν τη σωματική ή ψυχική του υγεία. Και η έκταση του φαινομένου είναι τέτοια, ώστε το 85% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι ο εργασιακός εκφοβισμός είναι τόσο διαδεδομένος στη χώρα μας, που αποτελεί ένα σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα.
Παράλληλα, το 79% δήλωσε ότι ένιωσε ελπίδα και ικανοποίησε μετά τις πρόσφατες αποκαλύψεις και το ελληνικό #metoo.
Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι σχεδόν οι τέσσερις στους δέκα εργαζομένους (38%) δηλώνουν ότι έχουν υπάρξει οι ίδιοι στόχοι εργασιακού εκφοβισμού κάποια στιγμή στην επαγγελματική τους διαδρομή, αλλά και στον οργανισμό/ φορέα που εργάζονται σήμερα.
Μάλιστα, οι γυναίκες, ηλικίας 35-54 ετών, στην Περιφέρεια της Αττικής, είναι οι συχνότεροι στόχοι.
Ο εργασιακός εκφοβισμός έχει πολλές μορφές. Τα συχνότερα περιστατικά, βάσει της έρευνας, είναι η λεκτική βία (79%), η σκόπιμη υποβάθμιση της δουλειάς (65%) και η διαρροή φημών ή αρνητικού σχολιασμού (54%).
Παράλληλα, ένας στους τρεις εργαζόμενους του Δημοσίου (32%) έχει υποστεί εργασιακό εκφοβισμό, ενώ οι κλάδοι του τουρισμού και της εστίασης, του εμπορίου και της υγείας είναι εκείνοι στους οποίους σημειώθηκαν τα περισσότερα κρούσματα.
Η αντίδραση των συναδέλφων όσων υπέστησαν εργασιακό εκφοβισμό είναι σχεδόν διχασμένη: Το 43% δηλώνει ότι, πέραν της κύριας πηγής εκφοβισμού, συμμετείχαν και συνάδελφοι στον εκφοβισμό του, ενώ το 52% είπε ότι δέχθηκε υποστήριξη.
Το πιο δυσάρεστο, πάντως, είναι ότι σχεδόν ένας στους δύο εργαζόμενους (47%), που δήλωσε στόχος εργασιακού εκφοβισμού, συνεχίζει να απασχολείται στην επιχείρηση όπου στοχοποιήθηκε, ενώ το 21% των θυμάτων συνεχίζουν να βιώνουν και σήμερα εκφοβισμό.
Συνήθως, όπως προκύπτει από την έρευνα, η διοίκηση γνωρίζει αλλά δεν αντιδρά, ενώ μόλις μία στις δέκα επιχειρήσεις λαμβάνει αποτελεσματική μέτρα μετά από κάποιο περιστατικό εκφοβισμού.
Έντονες είναι οι συνέπειες του εργασιακού εκφοβισμού για τα θύματα, με συχνότερες το στρες, τις διαταραχές ύπνου, τη μεταφορά του προβλήματος στο σπίτι, αλλά και σκέψεις για παραίτηση από την εργασία τους. Επιπλέον, το 57% εμφάνισε προβλήματα υγείας και το 55% κατάθλιψη.
Στο κράτος βασίζουν τις ελπίδες τους τα περισσότερα θύματα εκφοβισμού, από το οποίο 8 στους 10 εργαζόμενους ζητούν ένα νέο αυστηρότερο νομικό πλαίσιο για τον εργασιακό εκφοβισμό.