Η σχετική αναφορά αντικατοπτρίζει τον προβληματισμό της κυβέρνησης για τη διαρκή επιδείνωση της επιδημιολογικής κατάστασης στο δεύτερο αστικό κέντρο της χώρας. Παρόλο που αυτή δεν ακολουθεί την πορεία της κεραυνοβόλου αύξησης του «μαύρου» για την πόλη δεύτερου κύματος, παρουσιάζει μια σταθερά κλιμακούμενη αύξηση του αριθμού των κρουσμάτων, η οποία σταδιακά μεταφέρεται και στο σύστημα υγείας, που άρχισε πλέον να πιέζεται σημαντικά. Στα νοσοκομεία της πόλης ανοίγουν συνεχώς νέα τμήματα Covid και οι κλίνες ΜΕΘ γίνονται δυσεύρετες, με αποτέλεσμα να επιστρατεύονται εφεδρείες.
Την ίδια ώρα και σύμφωνα με πληροφορίες του Euro2day.gr, τα ευρήματα στα λύματα της πόλης άρχισαν πάλι να εκπέμπουν σήματα για ανησυχητικά μεγάλη αύξηση του ιικού φορτίου. Ο καθηγητής και μέλος της Ομάδας Επιδημιολογίας Λυμάτων του ΑΠΘ Θ. Καραπάντσιος προειδοποιεί μιλώντας στο Euro2day.gr πως αν δεν προσέξουμε, θα έχουμε «νέο Νοέμβριο».
Τετραπλασιασμός κρουσμάτων σε δύο μήνες
Η επεξεργασία των καθημερινών στοιχείων του ΕΟΔΥ φανερώνει την προοδευτική επιδείνωση των δεικτών στη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του έτους. Ο Μάρτιος έκλεισε με υπερδιπλάσιο συνολικό αριθμό κρουσμάτων σε σχέση με τον Φεβρουάριο (8.240 έναντι 3.469) και τετραπλάσιο σε σύγκριση με τον Ιανουάριο (2.025). Ο μέσος όρος ημερήσιων νέων μολύνσεων ήταν 65,3 τον Ιανουάριο, 123 τον Φεβρουάριο και 269,8 τον Μάρτιο.
Έτσι, ο Μάρτιος αναδεικνύεται στον δεύτερο πιο «βαρύ» επιδημιολογικά μήνα για τη Θεσσαλονίκη από την έναρξη της πανδημίας, μετά τον δραματικό Νοέμβριο, όταν καταγράφηκαν πάνω από 17.000 κρούσματα και 573 ημερήσια κατά μέσο όρο.
Το πρώτο τρίμηνο έφυγε με τη Θεσσαλονίκη να μετρά πάνω από 4.000 ενεργά κρούσματα (4.297 καταγεγραμμένες μολύνσεις τις τελευταίες δύο εβδομάδες), σε μεγέθη-ρεκόρ για την περίοδο μετά το Νοέμβριο, γεγονός που αναδεικνύει τη δυναμική της διασποράς το τελευταίο διάστημα.
Τα 535 κρούσματα της 30ής Μαρτίου αποτέλεσαν αρνητικό ρεκόρ για το 2021 και ακολουθήθηκαν από 499 στις 31 του μηνός και 467 χθες, 1η Απριλίου. Ο μεγαλύτερος αριθμός κρουσμάτων από την έναρξη της πανδημίας στο νομό είναι τα 905 που καταγράφηκαν στις 18 Νοεμβρίου, στην περίοδο «καλπασμού» του δεύτερου κύματος.
Η αυξανόμενη επιβάρυνση καταδεικνύεται και από τον εβδομαδιαίο μέσο όρο νέων μολύνσεων την τελευταία εβδομάδα του Μαρτίου, που έφτασε τις 285,43, έναντι 148,14 την τελευταία εβδομάδα του Φεβρουαρίου και 55,14 στο τέλος Ιανουαρίου. Η πρώτη μέρα του χρόνου είχε βρει τη Θεσσαλονίκη να μετρά 79 νέες λοιμώξεις, καθώς η πόλη έβγαινε από την τραγική δοκιμασία του τελευταίου διμήνου του 2020. Η τάση ήταν καθοδική και ολόκληρος ο Ιανουάριος κύλησε με διψήφια νούμερα. Η πρώτη φορά που ο αριθμός τους ξεπέρασε τα 100 ήταν στις 2 Φεβρουαρίου (126). Τότε χτύπησε το πρώτο «καμπανάκι», σε συνδυασμό και με τον διπλασιασμό του ιικού φορτίου στα λύματα τις ίδιες μέρες, γεγονός που οδήγησε σε διαδοχικές επισκέψεις των αρμόδιων υπουργών (Ν. Χαρδαλιά, Μ. Χρυσοχοΐδη, Β. Κικίλια) στην πόλη. Παρά την ένταξή της στο «κόκκινο» και στη συνέχεια στο «βαθύ κόκκινο» επίπεδο επικινδυνότητας, οι δείκτες συνέχισαν να ανεβαίνουν κλιμακωτά, φτάνοντας την περιοχή των 500 κρουσμάτων στα τέλη Μαρτίου.
Σε αυτό το πλαίσιο, μόνο αισιόδοξα για την πορεία των επόμενων ημερών δεν είναι τα μηνύματα που εκπέμπονται από την ανάλυση των λυμάτων της πόλης από τη διεπιστημονική ομάδα του ΑΠΘ. Χθες η ομάδα έδωσε στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα των τελευταίων δύο μετρήσεων (Δευτέρας 29/3 και Τρίτης 30/3), που έδειξαν αύξηση κατά 61% του ιικού φορτίου σε σχέση με τις δύο προηγούμενες (Παρασκευής 26/3 και Κυριακής 28/3), με τον επιστημονικά υπεύθυνο του ερευνητικού έργου και πρύτανη του ΑΠΘ Νίκο Παπαϊωάννου να κρούει τον κώδωνα: «Με τέτοια επίπεδα διασποράς της νόσου στον πληθυσμό, ο κίνδυνος να φέρουμε τον ιό στα σπίτια μας είναι τεράστιος», είπε στο ΑΠΕ, σημειώνοντας πως βρισκόμαστε μπροστά σε κρίσιμες αποφάσεις για το μέλλον της πόλης.
O καθηγητής του Τμήματος Χημείας και μέλος της ομάδας Θοδωρής Καραπάντσιος ερμηνεύει τα ευρήματα, κάνει μια σύγκριση με τη δραματική περίοδο του Νοεμβρίου και επισημαίνει με έμφαση πως αν δεν προσέξουμε, είναι πολύ εύκολο να έχουμε επανάληψη της ίδιας εικόνας.
Μια προσεκτική ματιά στο διάγραμμα αποκαλύπτει πως ο σχετικός ρυθμός έκκρισης του ιικού φορτίου στα λύματα της Θεσσαλονίκης ήταν τον Μάρτιο υψηλότερος από ένα μεγάλο μέρος του Νοεμβρίου. Αντιστοιχεί όμως σε μικρότερο αριθμό κρουσμάτων σε σχέση με τότε.
«Αυτό έχει δύο ερμηνείες: η πρώτη είναι ο μεγάλος αριθμός των ασυμπτωματικών. Βλέπουμε και από τα στατιστικά πως έχουν μειωθεί οι ηλικίες. Υπάρχουν πολλοί πολίτες που δεν χαρακτηρίζονται ως κρούσματα γιατί είναι ασυμπτωματικοί και δεν έχουν ελεγχθεί, αλλά παρ' όλα αυτά αποβάλλουν ιικό φορτίο. Η άλλη ερμηνεία είναι οι μεταλλάξεις, που έχουν ως αποτέλεσμα μεγαλύτερο ιικό φορτίο σε μικρότερο αριθμό ασθενών», εξηγεί ο καθηγητής.
Ο δείκτης έκκρισης ιικού φορτίου ήταν στο 5 στις αρχές Ιανουαρίου και εκτοξεύτηκε στο 90 σήμερα, δηλαδή 18 φορές πάνω. «Φαίνεται σε πρώτη ματιά ότι αυτό απέχει πολύ από το 220 του Νοεμβρίου, αλλά το μόνο εύκολο είναι το 90 να διπλασιαστεί και να φτάσει το 180 σε μια εβδομάδα, αν δεν προσέξουμε», τόνισε, για να προσθέσει, διατυπώνοντας την αγωνία του για το επόμενο διάστημα: «Δεν έχει νόημα να μιλάμε για το μείγμα των μέτρων, αν αυτά μένουν στα χαρτιά. Όταν δεν τηρούμε τα μέτρα, είναι σαν να μην έχουμε μέτρα. Αν δεν προσέξουμε, είναι πολύ εύκολο να ξαναζήσουμε ένα νέο Νοέμβριο», κατέληξε.