Οπως επισημαίνει, «η αντιμετώπιση των εξαρτήσεων αποτελεί έναν ευαίσθητο τομέα άσκησης πολιτικής υγείας και κοινωνικής φροντίδας. Το ΚΕΘΕΑ, ένας από τους σημαντικότερους κρίκους του εθνικού δικτύου κατά των εξαρτήσεων, αντιμετωπίζει σοβαρά λειτουργικά προβλήματα από το φθινόπωρο του 2019 όταν η Κυβέρνηση αιφνιδιαστικά, με ΠΝΠ, ανέτρεψε το «αυτοδιοίκητο» που ήταν ένα κομβικό στοιχείο της θεραπευτικής και κοινωνικής του ταυτότητας.
Στις κοινωνικές αντιδράσεις που ακολούθησαν, ο Υπουργός Υγείας διαβεβαίωνε τα πολιτικά κόμματα και τους ανθρώπους του ΚΕΘΕΑ ότι θα το «εξυγιάνει» και θα το στηρίξει διατηρώντας τα όργανα διοίκησής του και σεβόμενος το θεραπευτικό του έργο.
Φαίνεται όμως ότι τα πράγματα κινούνται στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Σύμφωνα με ανακοίνωση του Συλλόγου Εργαζομένων στο ΚΕΘΕΑ, έχει τεθεί σε διαβούλευση σχέδιο αλλαγής του Οργανισμού του που αλλοιώνει το θεραπευτικό του μοντέλο, υπονομεύει σοβαρά την αποτελεσματικότητα και τη δημοκρατική λειτουργία του φορέα, υποβαθμίζοντας παράλληλα τον ρόλο των εργαζομένων , των θεραπευτικών κοινοτήτων και της Γενικής Συνέλευσης.
Είναι σημαντικό, λοιπόν, σε αυτή τη φάση να αποσαφηνίσει ο Υπουργός Υγείας τις προθέσεις του αναφορικά με τις αλλαγές που περιλαμβάνονται στο σχέδιο νόμου που κοινοποιήθηκε στους εργαζομένους του ΚΕΘΕΑ, αλλά και την πολιτική του βούληση για την προοπτική αυτού του δημόσιου φορέα με την καθολικά αναγνωρισμένη προσφορά στο πεδίο της απεξάρτησης.
Θεωρούμε ότι, για ζητήματα που έχουν σοβαρό αντίκτυπο στην ευαίσθητη κοινωνική ομάδα των χρηστών ψυχοτρόπων ουσιών αλλά και στη Δημόσια Υγεία εν γένει, είναι απαραίτητος ο ουσιαστικός κοινωνικός και πολιτικός διάλογος και, κυρίως, ο συνολικότερος στρατηγικός σχεδιασμός για το χώρο των Εξαρτήσεων. Με επίκεντρο πάντα τον εξαρτημένο, τις ανάγκες και την αξιοπρέπειά του».