Ορφανός από µητέρα και διωγµένος από τον πατέρα του ο Ζαµπόρ µεγαλώνει σ’ ένα χωριό της Αλγερίας µε τη γεροντοκόρη θεία του και τον παππού του, που έχει χάσει τη µιλιά του. Είναι ένα παιδί µοναχικό, εντελώς διαφορετικό από τα άλλα. Ζει στην άκρη του χωριού, στις παρυφές της ερήµου. Τις µέρες κοιµάται, τις νύχτες περιπλανιέται και καταφεύγει στη συντροφιά των µυθιστορηµάτων µιας σκονισµένης βιβλιοθήκης, τα οποία δίνουν νόηµα στην ύπαρξή του. Πράγµατι, πολύ σύντοµα θα ανακαλύψει πως διαθέτει ένα ιδιαίτερο χάρισµα: όταν γράφει, ο θάνατος αποµακρύνεται και όποιος συµπεριλαµβάνεται στις φράσεις των γραπτών του κερδίζει χρόνο ζωής.
Κάποιο βράδυ, ένας από τους ετεροθαλείς αδελφούς του έρχεται να του χτυπήσει την πόρτα: ο πατέρας τους είναι στα τελευταία του και ο Ζαµπόρ είναι ο µόνος που µπορεί να καθυστερήσει το µοιραίο τέλος.
Όµως για ποιους λόγους να θέλει ο Ζαµπόρ να παρατείνει τις µέρες ενός ανθρώπου από τον οποίο δεν εισέπραξε ποτέ αγάπη;
Σαν µια νέα και απαράµιλλη Σεχραζάτ, ο Ζαµπόρ γλιτώνει από το κενό σώζοντας τους δικούς του µέσω της ύψιστης δύναµης της γραφής και της εικονοκλαστικής αλήθειας του φανταστικού. Μύθος, παραβολή αλλά και χειµαρρώδης εξοµολόγηση ταυτόχρονα, το Ζαµπόρ ή Oι ψαλµοί, το δεύτερο βιβλίο του Αλγερινού συγγραφέα που ξεχώρισε µε το Μερσώ, ο άλλος ξένος, είναι ένας ύµνος στη θαυµατουργό δύναµη της λογοτεχνίας, που µεταµορφώνει την προσευχή σε ερώτηση.
Γεννηµένος το 1970 στο Μοσταγκανέµ, ο Καµέλ Νταούντ ζει στο Οράν της Αλγερίας. Υπήρξε για περισσότερο από δεκαπέντε χρόνια ο πιο πολυδιαβασµένος δηµοσιογράφος και χρονικογράφος της Καθηµερινής του Οράν. Το πρώτο του µυθιστόρηµα, Μερσώ, ο άλλος ξένος (2014, Εκδ. Πατάκη, 2016, µτφρ. Γιάννης Στρίγκος), απέσπασε στη Γαλλία το βραβείο Goncourt µυθιστορήµατος πρωτοεµφανιζόµενου συγγραφέα και µεταφράστηκε σε 35 γλώσσες.