Στην επιχειρηματική αποστολή συμμετείχαν συνολικά οκτώ γερμανικές εταιρίες, οι οποίες πραγματοποίησαν 80 e-Β2Β συναντήσεις με ελληνικές εταιρείες, έχοντας νωρίτερα παρουσιάσει τεχνολογίες από τον τομέα της αιολικής ενέργειας, των φωτοβολταϊκών και του βιοαερίου, όπως και ψηφιακές λύσεις για την ομαλή ενσωμάτωση της παραγόμενης ενέργειας σε εγκατεστημένα δίκτυα. Πρόκειται για τις:
- Wind Technik Nord GmbH
- SkySails Power GmbH
- Binder GmbH
- INPUT Ingenieure GmbH
- Time2ENERGY
- Power Consult Kehreh GmbH
- Next Kraftwerke GmbH
- Energy & Meteo systems GmbH
Κατά τη διάρκεια της ημερίδας, η συζήτηση επικεντρώθηκε στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και πιο συγκεκριμένα, στην αποθήκευση και ενσωμάτωση αυτών στα δίκτυα. Ως κοινό συμπέρασμα διατυπώθηκε η μεγάλη ώθηση που δίδει η Ευρωπαϊκή Ένωση για την υιοθέτηση νέων, πιο «καθαρών», προτύπων παραγωγής ενέργειας, με τη χρήση καινοτόμων τεχνολογιών. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την Ελλάδα, διαπιστώθηκε ότι βρίσκεται σε έναν καλό δρόμο για τον μετασχηματισμό της αγοράς ηλεκτρισμού, στοχεύοντας σε ένα ασφαλές και αποδοτικό μέλλον.
Τις εργασίες της ψηφιακής εκδήλωσης άνοιξε ο Διευθυντής Παραρτήματος Βορείου Ελλάδος του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου, κ. Γεώργιος Θεοδωράκης, ο οποίος αναφέρθηκε στη σημερινή εικόνα και τις προοπτικές της αγοράς ενέργειας στην Ελλάδα, ενώ στο σύντομο χαιρετισμό της η Γενική Πρόξενος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, κα Sibylla Bendig, στάθηκε στη σημασία που έχει η προώθηση δράσεων για την ενεργειακή μετάβαση της αγοράς. Από την πλευρά της η σύμβουλος του Υπουργείου Οικονομίας και Ενέργειας της Γερμανίας (BMWi), κα Marta Cavalli, υπογράμμισε την αξία των διμερών συνεργασιών και τον ρόλο της πρωτοβουλίας German Energy Solutions Initiative, που ενισχύει τέτοιου είδους συνέργειες σε παγκόσμιο επίπεδο.
Από την πλευρά της η κα Αλεξάνδρα Σδούκου, Γενική Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, αναφέρθηκε στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), με ορίζοντα το 2030 και στόχο την κλιματική ουδετερότητα το 2050. Όπως είπε, το σχέδιο θέτει φιλόδοξους κλιματικούς στόχους όσον αφορά τη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ειδικότερα, μέχρι τέλος του 2030 προβλέπεται η εγκατάσταση 20 GW, εκ των οποίων τα 15 GW από αιολικά και φωτοβολταϊκά, ενώ εκτιμάται καθοριστική για την επίτευξη των στόχων αυτών η εγκατάσταση νέων συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας, περίπου 1500 ΜW.
Η κα Σδούκου σημείωσε επίσης ότι, η κυβέρνηση έχει προτείνει την ενίσχυση της εγκατάστασης συστημάτων ΑΠΕ μέσω πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, με κεφάλαια ύψους 450 εκατ. ευρώ, ενώ στο πλαίσιο κοινοποίησης, προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, πρότασης για την παράταση των διαγωνισμών χορήγησης ενισχύσεων σε νέους σταθμούς ΑΠΕ στην Ελλάδα, έχει ζητηθεί, όπως ανέφερε, η επιδότηση εγκαταστάσεων που συνδυάζονται με σταθμούς αποθήκευσης.
Στο πρώτο μέρος και προτού ξεκινήσουν οι εταιρικές παρουσιάσεις, ο Δρ. Διονύσιος Παπαχρήστου, Ηλεκτρολόγος Μηχανικός, Ειδ. Επιστήμονας, Διευθυντής Γραφείου Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων της Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ), ανέλυσε την πορεία των ανταγωνιστικών διαδικασιών έργων ΑΠΕ στην Ελλάδα.
Το δεύτερο μέρος της ψηφιακής συνάντησης επικεντρώθηκε στη διείσδυση των ΑΠΕ στο δίκτυο και τη συμμέτοχή τους στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Η κα Ευαγγελία Σαμωνάκη, Διευθύντρια Στρατηγικής και Μελετών της ΔΑΠΕΕΠ Α.Ε. ανέλυσε το νέο τοπίο της ενεργειακής μετάβασης, υπογραμμίζοντας πως το target model θα ενισχύσει τη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ενώ τόνισε τη σημαντικότητα των ακριβών προβλέψεων για την ενεργειακή αγορά.
Από την πλευρά του ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Εταιρειών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ) και Πρόεδρος της Επιτροπής Ενέργειας του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, Δρ. Σωτήρης Καπέλλος, ανέφερε ότι «για να αυξηθεί η ενσωμάτωση τους στο δίκτυο, οι ΑΠΕ πρέπει να μετεξελιχθούν από την παθητική παραγωγή ενέργειας προς ευέλικτη παραγωγή ώστε να μπορούν να εξισορροπούν τη ζήτηση. Για να γίνει αυτό, χρειάζεται καλύτερος και απομακρυσμένος έλεγχος της παραγωγής τους και δυνατότητα αποθήκευσης της ενέργειας που να διοχετεύεται στο δίκτυο όταν αυτό έχει μεγαλύτερη ανάγκη. Ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται με τη χρήση κατάλληλων τεχνολογιών προβλέψεων και ελέγχου της παραγωγής, ταχύτερα δίκτυα επικοινωνίας με τις μονάδες παραγωγής και φυσικά τεχνολογίες αποθήκευσης. Αυτά οδηγούν σε εξελιγμένα επενδυτικά μοντέλα, νέες επενδυτικές ευκαιρίες και γενικότερα νέους τομείς δραστηριοποίησης που περιλαμβάνουν ψηφιοποίηση (λογισμικό, διαχείριση big data, τεχνικές τεχνητής νοημοσύνης, κτλ.), βελτιωμένες τεχνολογίες επικοινωνίας και δημιουργία σχετικών υποδομών, αποθήκευση ενέργειας, ηλεκτροκίνηση, ψύξη-θέρμανση».