Εφαρμοστική εγκύκλιος εκδόθηκε σχετικά με τον πρόσφατο νόμο (ν.4808/21) για τα εργασιακά που ρυθμίζει το χρόνο εργασίας σε 10ωρο και προβλέπει μεταξύ άλλων και τετραήμερη εργασία. Βασικό σημείο της σχετικής διάταξης είναι ότι η αλλαγή από πενθήμερη εργασία και οκτάωρο σε τετραήμερη και δεκάωρο μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο εάν ο ίδιος ο εργαζόμενος υποβάλλει σχετική αίτηση, προς τον εργοδότη του.
Όμως ο εργοδότης οφείλει να ενημερώνει τους εργαζόμενους ότι έχουν και αυτή την επιλογή. Ακριβέστερα, παρέχεται εκ του νόμου και της εφαρμοστικής εγκυκλίου το δικαίωμα και στον εργοδότη να κάνει γνωστό στον εργαζόμενο, ότι τα δύο μέρη απέκτησαν τη δυνατότητα να υπογράψουν ατομική συμφωνία, ώστε να διευθετηθεί ο χρόνος εργασίας τους. Παράλληλα ο εργοδότης πάλι, μπορεί να ενημερώσει τον εργαζόμενο για τις όποιες επιχειρησιακές ανάγκες υπάρχουν, ανά περίοδο, έτσι ώστε να εφαρμοστεί αυτό το μέτρο.
Σε κάθε περίπτωση, ο νόμος ορίζει ότι υπάρχει πια η δυνατότητα για πλήρη απασχόληση, τέσσερις ημέρες την εβδομάδα. Όμως συνολικά, δεν επιτρέπεται οι ώρες εργασίας να υπερβαίνουν τις 40 σε εβδομαδιαία βάση, άρα όχι πάνω από 10 ώρες εργασία, ημερησίως. Ο χρόνος διευθέτησης, θα αποτελεί αντικείμενο συμφωνίας των δύο μερών και θα μπορεί να είναι διάρκειας έξι μηνών ή ακόμα και ενός έτους! Αρκεί, κάτι τέτοιο να το αιτηθεί ο εργαζόμενος.
Για να υπάρξει έγγραφη ατομική συμφωνία ανάμεσα στα δύο μέρη αυτό μπορεί να συμβεί μόνο για επιχειρήσεις, στις οποίες δεν υφίσταται συνδικαλιστική οργάνωση. Επίσης, ο νόμος διατηρεί το δικαίωμα που προϋπήρχε, να προκύψει συμφωνία για το χρόνο εργασίας, με συλλογική σύμβαση.
Εάν τελικά τα δύο μέρη τα βρουν και προκύψει ατομική συμφωνία, τότε αυτή υποβάλλεται στο Σύστημα ΕΡΓΑΝΗ. Έτσι, θα μπορούν πιο εύκολα οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Εργασίας να πραγματοποιήσουν τους απαραίτητους ελέγχους για να διαπιστωθεί εάν τηρείται ή όχι η σχετική νομοθεσία. Στόχος είναι με την ενεργοποίηση του αναβαθμισμένου ΕΡΓΑΝΗ 2, να μπορεί ο όποιος έλεγχος να πραγματοποιείται σε «πραγματικό χρόνο».
Η διαδικασία διευθέτησης χρόνου εργασίας, μπορεί να γίνει ως εξής:
Ο εργοδότης ενημερώνει τον εργαζόμενο ότι υπάρχει αυτή η δυνατότητα, ώστε να υποβάλλει την σχετική αίτηση. Ταυτόχρονα, του γνωστοποιεί και τα πεδία των επιχειρησιακών αναγκών (πχ ποιες περιόδους κατά τη διάρκεια της χρονιάς έχει αυξημένη και ποιες έχει μειωμένη εργασία).
Ο εργαζόμενος υποβάλλει ενυπόγραφα στον εργοδότη του, αίτηση με την οποία τον ενημερώνει για την επιθυμία του να εφαρμόσει το καθεστώς της διευθέτησης του χρόνου εργασίας. Η αίτηση μπορεί να υποβληθεί είτε εγγράφως είτε ηλεκτρονικά.
Στην ατομική συμφωνία που θα προκύψει, θα πρέπει να αναγράφεται ρητά ο χρόνος της ημερήσιας και της εβδομαδιαίας εργασίας.
Ο εργοδότης διατηρεί την υποχρέωση να υποβάλλει στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ πίνακα προσωπικού με το έντυπο Ε4 που αφορά το συμπληρωματικό ωράριο. Εκεί συνημμένο θα βρίσκεται το πρόγραμμα για τον χρόνο διευθέτησης εργασίας για το συγκεκριμένο εργαζόμενο, στο οποίο θα αναγράφεται η περίοδος που θα εφαρμοστεί. Εάν προκύψει έλεγχος από το ΣΕΠΕ τα έντυπα αυτά, θα πρέπει να είναι στη διάθεση των ελεγκτικών υπηρεσιών, δηλαδή των Επιθεωρητών Εργασίας.
Αξίζει να επισημανθεί ότι, εάν ο εργοδότης καταγγείλει σύμβαση εργασίας, επικαλούμενος ότι ο εργαζόμενος δεν υπέβαλλε αίτημα για διευθέτηση χρόνου εργασίας, τότε αυτή η καταγγελία θεωρείται άκυρη. Εάν πάλι ο εργαζόμενος απολυθεί ή παραιτηθεί πριν ξεκινήσει η περίοδος της μειωμένης απασχόλησης, τότε πρέπει να αποζημιωθεί για τις επιπλέον ώρες εργασίας του. Η αποζημίωση θα προκύψει σε σχέση με τα ωρομίσθια που εφαρμόζονται για περιπτώσεις υπερεργασίας, όπως και για τις υπερωρίες. Αυτό σημαίνει ότι θα λάβει προσαύξηση 20% για υπερεργασία, 40% για υπερωρία έως 150 ώρες και 120% για παράνομη υπερωρία, δηλαδή πέραν του ανωτέρω ετήσιου ορίου.