Με θετικές επισημάνσεις αλλά και προτάσεις, επιφυλάξεις και διαφωνίες, εμφανίστηκαν στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, οι αρμόδιοι εξωκοινοβουλευτικοί φορείς που κλήθηκαν να εκφράσουν τις απόψεις τους επί του νομοσχεδίου του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, για την απολιγνιτοποίηση και την δίκαιη αναπτυξιακή μετάβαση.
Σημεία αιχμής ήταν κυρίως, η αποκατάσταση εδαφών, η εκπροσώπηση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης των λιγνιτικών περιοχών στην διαδικασία αναπτυξιακής μετάβασης και η ουσιαστική στήριξη τους, καθώς και η διασφάλιση των θέσεων εργασίας και της εθνικής και ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής νομοθεσίας .
Ειδικότερα:
Ο περιφερειάρχης Πελοποννήσου, Παναγιώτης Νίκας, χαρακτήρισε «αυτονόητη την συμμετοχή της Περιφέρειας στην οργανωτική δομή και σε όλα τα διοικητικά σχήματα και τις διαδικασίες, καθώς θα βοηθήσει σε όλα τα επίπεδα στην δίκαιη αναπτυξιακή μετάβαση». Παράλληλα πρότεινε «να ενταχθούν όλες οι επενδύσεις στρατηγικού χαρακτήρα που θα είναι πάνω από ένα εκατομμύριο ευρώ αλλά και να είναι διακριτά τα κίνητρα για τις λιγνιτικές περιοχές».
Ο Κωνσταντίνος Κόλλιας, πρόεδρος Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, μίλησε για ορθή επιλογή της κυβέρνησης να προχωρήσει στην κατάθεση νομοσχεδίου με στόχο τον ολοκληρωμένο ενεργειακό μετασχηματισμό. «Το μεγαλύτερο κονδύλι θα κατευθυνθεί στη πράσινη ανάπτυξη, γι' αυτό και πρέπει να ενισχύσουμε με φορολογικά κίνητρα τις επιχειρήσεις και να επιδοτηθούν οι νέες θέσεις εργασίας», ανέφερε, σημειώνοντας την ανάγκη να υπάρξει «συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για την υλοποίηση των προγραμματισμένων δράσεων». Χαρακτήρισε επίσης ως θετική την σύσταση ειδικής αυτοτελούς υπηρεσίας για τη δίκαιη αναπτυξιακή μετάβαση, καθώς όπως είπε, «διασφαλίζει ταχύτητα και ευελιξία για τις αδειοδοτήσεις και την υλοποίηση των έργων» ενώ ζήτησε «να επανεξεταστεί η απουσία εκπροσώπησης φορέων».
«Ο συγκεντρωτισμός δεν ευνόησε ποτέ και κανέναν. Η στήριξη των απασχολούμενων σήμερα στις λιγνιτικές μονάδες, η τόνωση των περιοχών, η ανάπτυξη και ενίσχυση των δομών και η σύνδεση του προγράμματος με τα πανεπιστήμια είναι επιτακτική ανάγκη, όπως και η χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων σε περιοχές με υψηλή ανεργία. Πρέπει να είναι προτεραιότητα η ενίσχυση και προώθηση της επιχειρηματικότητας μέσα από τα χρηματοδοτικά εργαλεία για ταχύτερη μετάβαση σε πιο πράσινη και αναγκαία ανάπτυξη» τόνισε.
Ο Θόδωρος Θεοδουλίδης, πρύτανης του πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, έκανε λόγο για δύο βασικές προκλήσεις του νομοσχεδίου, που είναι η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και η ανάπτυξη των περιοχών. Όπως είπε, «το πανεπιστήμιο είναι βασικός εταίρος στον όλο σχεδιασμό και έχει ισχυρή σύνδεση με την τοπική αυτοδιοίκηση και το σύνολο των αναπτυξιακών φορέων [...] Μέσα από τα εμβληματικά έργα που δρομολογούνται, το πανεπιστήμιο θα αποτελέσει τον κεντρικό πυρήνα στη τεχνική υποστήριξη, με στόχο την προσέλευση νέων επενδύσεων», ανέφερε.
«Είμαστε ο πιο πληττόμενος δήμος και πρέπει να φαίνεται και στη πράξη, ότι δεν μπορεί να είναι τίτλος τιμής ότι πληρώσαμε πολύ ακριβά την απολιγνιτοποίηση. Πρέπει να παρθούν μέτρα συγκεκριμένα, που θα τον βάλουν σε μια ομαλή πορεία, με ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, τον προκαθορισμό εύλογης ποσόστωσης κινήτρων και επιδοτήσεων επιχειρήσεων με συγκεκριμένα νούμερα και ποσοστά», τόνισε από την πλευρά του, ο δήμαρχος Μεγαλόπολης, Αθανάσιος Χριστογιαννόπουλος.
«Ζητάμε να προβλεφθεί αυστηρό χρονοδιάγραμμα για την υπογραφή προγραμματικής σύμβασης για την εκπόνηση ειδικού σχεδίου του επιχειρηματικού πάρκου και να γίνει ο αποχαρακτηρισμός υπέρ του δήμου, διαφορετικά δεν μπορεί να γίνει δίκαιη μετάβαση. Είναι επιβεβλημένη και αυτονόητη η συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας», ανέφερε.
Ο δήμαρχος Φλώρινας, Βασίλης Γιαννάκης, σημείωσε ότι «σωστά το νομοσχέδιο φιλοδοξεί να ανατρέψει τα κατεστημένα για να οδηγηθούμε σε μια δίκαιη και ομαλή πράσινη μετάβαση, αλλά απαιτείται στήριξη του πρωτογενούς τομέα, εξωστρέφεια και προσέλκυση νέων επενδύσεων».
«Χρειάζονται άμεσες λύσεις άμεσης εφαρμογής, επιτάχυνση των ενεργειών για την εκπόνηση ειδικών πολεοδομικών σχεδίων και αποκατάσταση εδαφών με την εμπλοκή των τοπικών φορέων», είπε. Τυτόχρονα, τόνισε ότι «πρέπει να υπάρξει καθορισμός του μοντέλου δραστηριότητας της ΔΕΗ, θέσπιση φοροαπαλλαγών κυρίως των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και ειδική μέριμνα για το εξειδικευμένο προσωπικό της περιοχής».
Ο Γιώργος Στασινός, πρόεδρος του ΤΕΕ, υπογράμμισε την ανάγκη «όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς και οι τοπικές κοινωνίες να συμβάλουν με ένταση στην προσπάθεια για μια δίκαιη αναπτυξιακή μετάβαση». Παράλληλα, διαβεβαίωσε ότι «το ΤΕΕ έχει, και τη βούληση, και τα μέσα για να συμβάλει σημαντικά στην εκπόνηση των ειδικών πολεοδομικών σχεδίων σε όλη τη χώρα, αλλά και να συμμετέχει ενεργά στις διαδικασίες για την επιτυχία του σχεδίου και την ανάπτυξη των περιοχών που αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα στη μεταλιγνιτική εποχή».
Ο περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας, Γιώργος Κασαπίδης, έκανε λόγο για «σημαντικό νομοσχέδιο που αποτελεί ιστορική πρόκληση για τη χώρα». Όπως είπε, είναι ένα φιλόδοξο σχέδιο με πρόβλεψη για πάνω από 20.000 νέες θέσεις εργασίας και ενάμιση δισ. ευρώ και έχει στόχο «την ισοδύναμη αποκατάσταση των θέσεων που θα χαθούν, σε μια περιοχή που έχει την υψηλότερη ανεργία, κυρίως στους νέους, μέσα στην ΕΕ».
«Όσο καλό όμως και να είναι ένα τεχνητό σχέδιο, δεν μπορεί να δημιουργήσει ηρεμία αν δεν δούμε να ξεκινούν οι διαδικασίες στον ίδιο χρόνο που χάνονται οι θέσεις εργασίας. Αυτή είναι η αγωνία μας», τόνισε ο κ. Κασαπίδης. Σημείωσε ακόμα, ότι «όσο καλό και να είναι οργανωτικά το νομοσχέδιο, δεν φαίνεται ξεκάθαρα ότι η Δυτική Μακεδονία είναι έτοιμη σε υποδομές για να υποδεχθεί επενδύσεις, γι' αυτό και πρέπει να υπάρξει ταχύτατα λύση και να βρεθούν οι κατάλληλοι χώροι [...] Ζητάω να αποδοθούν άμεσα και γρήγορα από τη ΔΕΗ τα 1800 στρέμματα στο Δημόσιο, για να γίνει ταχύτατα η πρώτη βιομηχανική περιοχή, διαφορετικά τα σχέδια που περιγράφονται θα καθυστερήσουν. Πρέπει αυτό να γίνει σαφές στη ΔΕΗ», ανέφερε. Ζήτησε επίσης, να χαρακτηρίζονται ως τέτοια τα έργα αναπτυξιακής μετάβασης, εφόσον είναι πάνω από 3 εκ. ευρώ, να δοθεί η δυνατότητα εκπροσώπησης κάθε περιοχής που είναι στη ζώνη απολιγνιτοποίησης και να υπάρξει δεσμευτική αναφορά για το ποιος θα καλύψει τις υποχρεώσεις της ΔΕΗ.
«Στη σύμβαση μεταξύ Δημοσίου και ΔΕΗ, πρέπει να ορίζεται σαφώς ποιος θα καλύψει τις υποχρεώσεις. Είναι πολύ σημαντικό, τεράστιο ζήτημα, το πεδίο αποκατάστασης των περιοχών, και πρέπει να δώσουμε μεγάλη βαρύτητα και να προβλεφθεί η συμμετοχή και της Δυτικής Μακεδονίας και του δήμου Μεγαλούπολης στις προγραμματικές συμβάσεις με τη ΔΕΗ, με στόχο τον καλύτερο έλεγχο σε κάθε πολεοδομικό σχέδιο που θα γίνει στις ζώνες απολιγνιτοποίησης. Πρέπει να τρέξουν ταχύτατα οι διαδικασίες, ώστε μέσα στο 2022 να έχουμε τις πρώτες επενδύσεις και να δημιουργηθούν και οι νέες θέσεις εργασίας», είπε.
Ο δήμαρχος Αμυνταίου, 'Ανθιμος Μπιτάκης, τόνισε μεταξύ άλλων την ανάγκη «γρήγορων διαδικασιών, μεγαλύτερης συμμετοχής των τοπικών κοινωνιών στις επιτροπές αξιολόγησης έργων, και αύξηση του ποσοστού δόμησης μέχρι το 30% για επενδύσεις πάνω από 1 εκ. ευρώ, σε όλες τις ζώνες απολιγνιτοποίησης». Ακόμα, επεσήμανε ότι μέρος των αδιατάραχτων εκτάσεων πρέπει να δοθεί και στην τοπική αυτοδιοίκηση, μέσω προγραμματικών συμβάσεων.
Ο Λάζαρος Μαλούτας, δήμαρχος Κοζάνης, συντάχθηκε με τις απόψεις των εκπροσώπων της τοπικής αυτοδιοίκησης, σημειώνοντας ότι «το νομοσχέδιο έπρεπε χθες να περάσει». Έμφαση έδωσε «στην ανεργία που μαστίζει και ερημώνει τις απολιγντιποιημένες περιοχές», σημειώνοντας ότι «η ταχύτητα των χαμένων θέσεων εργασίας δεν είναι συμβατή με την ταχύτητα δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, ώστε να είναι ομαλή και δίκαιη η αναπτυξιακή μετάβαση».
«Είναι φανερό ότι μεσολαβεί μεγάλο χρονικό φάσμα με συνέπειες τρομακτικές. Όποιος φεύγει δεν επιστρέφει», ανέφερε ο κ. Μαλούτας. Χαρακτήρισε επίσης «εξαιρετικά συγκεντρωτικό» το νομοσχέδιο, ενώ σημείωσε ότι «υπάρχει έλλειμμα με τη συμμετοχή της τοπικής αυτοδιοίκησης στις διαδικασίες απολιγνιτοποίησης».
Ο δήμαρχος Εορδαίας, Παναγιώτης Πλακέντας, υπογράμμισε ότι «τα διεκδικούμενα εδάφη από τη ΔΕΗ πρέπει να αποκατασταθούν και να αποδοθούν στη τοπική κοινωνία». «Ελπίζουμε ότι σειρά παρεμβάσεων και δράσεων θα συνδέονται με τις χρηματοδοτήσεις, ώστε η περιοχή να γίνει ελκυστικός χώρος για επενδύσεις» ανέφερε, ενώ ζήτησε να υπάρξει ιδιαίτερη μέριμνα για τους εργαζόμενους στη ΔΕΗ.
Ο Δημήτρης Μετικάνης, γενικός διευθυντής λιγνιτικής παραγωγής ΔΕΗ ΑΕ, υποστήριξε ότι η επιχείρηση, πέρα από τις εξορύξεις, ανέπτυξε μέτρα και δράσεις για την αποκατάσταση των περιοχών με λιγνιτικές μονάδες. «Έχει ακολουθήσει μία ολιστική προσέγγιση με αναπτυξιακά έργα στρατηγικής σημασίας. Ο νέος σχεδιασμός της είναι η απόσυρση και των υπόλοιπων λιγνιτικών μονάδων. Κάνουμε λειτουργικές παρεμβάσεις με το ανθρώπινο δυναμικό και η προσπάθειά μας είναι η επανεκπαίδευση του προσωπικού και η εθελούσια αποχώρηση» σημείωσε. Διαβεβαίωσε δε, ότι «η ΔΕΗ θα τηρήσει όλες τις υποχρεώσεις της για την αποκατάσταση των εδαφών με ασφαλή απομάκρυνση των λιγνιτικών μονάδων και στενή συνεργασία με την Πολιτεία».
«Όλος ο σχεδιασμός της ΔΕΗ για τη δίκαιη αναπτυξιακή μετάβαση, είναι πλήρως συμβατός με την εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία. Η ΔΕΗ θα στηρίξει την τοπική κοινωνία της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης, μέσα από την ανάπτυξη άλλων ενεργειακών δραστηριοτήτων και χρήσεων», τόνισε ο κ. Μετικάνης. Είπε ακόμα ότι «η εταιρία συμβάλλει στην υλοποίηση των σχεδίων τηλεθέρμανσης υπογράφοντας μνημόνια με τις τοπικές κοινωνίες», και σημείωσε ότι «σειρά έργων που έχει σχεδιάσει θα συμβάλουν στην ανάπτυξη των περιοχών».
«Με προγραμματική σύμβαση θα συμφωνηθούν οι όροι μεταβίβασης της κυριότητας εδαφών στο Δημόσιο και την αποκατάστασή τους θα αναλάβει η ΔΕΗ. Θα γίνει υπεύθυνη αποκατάστασή τους με βάση μελέτες και με αξιοποίηση των ενεργειακών υπεδαφών. Η ΔΕΗ θα συνεχίσει την παρουσία της στις περιοχές με άλλες ενεργειακές μονάδες που δεν σχετίζονται με το λιγνίτη», ανέφερε.
Ο Μάριος Τσάκας, διευθύνων σύμβουλος της Δημόσιας Επιχείρησης Δικτύων Διανομής Αερίου ΑΕ, (ΔΕΔΑ) επεσήμανε ότι «η εταιρία συμμετέχει πολύ ενεργά στα δρώμενα στη Δυτική Μακεδονία, για δίκαιη ανάπτυξη». Ο κ. Τσάκας, διαβεβαίωσε ότι πολύ σύντομα, η ΔΕΔΑ θα αναπτύξει δίκτυα και θα είναι έτοιμα στη Δυτική Μακεδονία για τη μεταφορά ανανεώσιμων καυσίμων. «Μόλις συσταθούν οι φορείς, η εταιρία είναι έτοιμη να ζητήσει χρηματοδότηση για την ανάπτυξη των δικτύων. Η ΔΕΔΑ συνεισφέρει στην ανάπτυξη της κυκλικής οικονομίας, στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, στη προσέλκυση επενδύσεων και στη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης», είπε.
Ο διευθυντής Ανάπτυξης Υποδομών του ΔΕΣΦΑ, Ιωάννης Χωματάς, και η διευθύνουσα σύμβουλος, Μαρία Ρίτα Γκάλι, μίλησαν για ένα φιλόδοξο σχέδιο επενδύσεων φυσικού αερίου ύψους 163 εκ ευρώ στη Δυτική Μακεδονία και τη Μεγαλόπολη. «Το φυσικό αέριο θα είναι εκεί ως εναλλακτική μορφή ενεργειακή. Ο ΔΕΣΦΑ είναι πρωτοπόρος και θα είναι παρών στη νέα εποχή», τόνισε ο κ. Χωματάς.
Την έντονη διαφωνία της με το νομοσχέδιο, εξέφρασε η Γεωργία Ζεμπελιάδου, εκπρόσωπος του Συλλόγου Περιβάλλοντος Ακρινής Κοζάνης και περιφερειακή σύμβουλος, επισημαίνοντας ότι «είμαστε υπέρ της απανθραποκοποίησης. όχι όμως της ληστρικής. και με την προϋπόθεση της διασφάλισης ενεργειακής επάρκειας της χώρας». Παράλληλα υποστήριξε ότι δεν κατατέθηκε στο κείμενο της διαβούλευσης η ομόφωνη απόφαση του περιφερειακού συμβουλίου Δυτικής Μακεδονίας.
«Το νομοσχέδιο βάζει σε κίνδυνο την εκταμίευση κονδυλίων από την ΕΕ, γιατί καταστρατηγείται η περιβαλλοντική νομοθεσία και το ευρωπαϊκό δίκαιο. Εμείς θα προσφύγουμε στα αρμόδια εθνικά και ευρωπαϊκά όργανα. Ακυρώνεται στη πράξη η μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας. Καταστρατηγείται το εθνικό και ευρωπαϊκό χωροταξικό και περιβαλλοντικό σχέδιο και νομοθετικό πλαίσιο, παρακάμπτεται η διαβούλευση, παραλείπεται από τη διαδικασία το περιφερειακό συμβούλιο, δεν συνάδει με την βασική αρχή της επικουρικότητας ενώ ορίζει νέες αρμοδιότητες στη ΔΕΗ, η οποία θα ορίζει τη χρήση γης, και στερεί την υποχρέωσή της για αποκατάσταση εδαφών με περιβαλλοντικούς όρους», επεσήμανε μεταξύ άλλων.
Ο Μάντζαρης Νικόλαος, αναλυτής πολιτικής του «Γκριν Τανκ», μίλησε για έλλειψη συνάφειας μεταξύ των νέων και των υφιστάμενων δομών και πρόσθεσε ότι πρέπει να υπάρξει ένας συνολικός μηχανισμός, βάσει του οποίου θα υλοποιηθούν τα σχέδια. «Ο μηχανισμός διακυβέρνησης είναι συγκεντρωτικός, απουσιάζει η εκπροσώπηση των τοπικών κοινωνιών και των εργαζομένων. Ζητάμε να γίνουν συγκεκριμένες προβλέψεις για τη συμμετοχή τους στα διοικητικά συμβούλια. Δεν υπάρχει ούτε καν επαρκής ενημέρωση για την αποκατάσταση των εδαφών και την τήρηση της αρχής 'ο ρυπαίνων πληρώνει'.
Το κόστος αποκατάστασης των 146.000 στρεμμάτων είναι ασαφές, όπως και για το ποιος θα το πληρώσει - γι' αυτό είναι απαραίτητο να δοθούν πειστικές απαντήσεις», τόνισε.
«Το πρόβλημα είναι ότι η απολιγνιτοποίηση ξεκίνησε αργά», τόνισε ο Δημήτρης Ιμπραήμ, υπεύθυνος τομέα Περιβάλλοντος και Ενέργειας του WWF, σημειώνοντας παράλληλα «την ανάγκη να θωρακιστούν οι τοπικές κοινωνίες με συγκεκριμένους οικονομικούς και περιβαλλοντικούς όρους».
«Δυστυχώς διαμορφώνεται ένα νέο συγκεντρωτικό και αδιαφανές σύστημα, που απαξιώνει την ευρωπαϊκή περιβαλλοντική νομοθεσία για δίκαιη αναπτυξιακή μετάβαση ενώ ο Οργανισμός μετάβασης κινδυνεύει να γίνει έρμαιο της κακοδιαφάνειας. Η λογοδοσία, η διαφάνεια και η προστασία του ανταγωνισμού απουσιάζουν, όπως και η αποκατάσταση εδαφών και η συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας. Δεν είναι σαφές γιατί η ΔΕΗ θα διενεργεί διαγωνισμούς και θα συντάσσει ειδικές μελέτες εδαφών που δεν ανήκουν στην δικαιοδοσία της. Η ρύθμιση αυτή είναι εξόχως προβληματική και πρέπει να τροποποιηθεί ή να αποσυρθεί», επεσήμανε.
Την διαφωνία του με το νομοσχέδιο, εξέφρασε ο Γιώργος Αδαμίδης, πρόεδρος ΔΣ της ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ , εκτιμώντας ότι «τίποτα απολύτως δεν θα γίνει από αυτά που διακηρύσσει η κυβέρνηση».
«Ερχόμαστε να δημιουργήσουμε θέσεις εργασίας, όχι στις λιγνιτικές περιοχές που έχουν προβλήματα, αλλά στην Αθήνα και χωρίς να δημιουργηθεί μία θέση εργασίας στη Δυτική Μακεδονία, ούτε και να εκπροσωπείται η τοπική κοινωνία στις διαδικασίες», είπε.
«Η ΕΕ, ενώ έχει πληρώσει χρήματα για τη μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας, δεν υπάρχει στο σχέδιο ούτε μία πρόταση της», σημείωσε ο κ. Αδαμίδης και πρόσθεσε: «Θα αναγκάζονται οι δημοτικές επιχειρήσεις τηλεθέρμασνης να αγοράζουν ενέργεια από την Διαδημοτική επιχείρηση η οποία είναι υποχρεωμένη να κάνει σύμβαση με τη ΔΕΗ για να το μεταπουλήσει σε αυτές».
Ο Σταύρος Μωϊσάδης, πρόεδρος Εργατοτεχνικών Εργαζομένων στην Ενέργεια Δυτικής Μακεδονίας, υποστήριξε ότι πως «είναι ένα νομοσχέδιο που δίνει δώρα στο κεφάλαιο, φτωχοποιώντας και ερημώνοντας τις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας [...] Είναι ένα σχέδιο στήριξης των κερδών του κεφαλαίου με επιπλέον δώρα, χωρίς μία λέξη για τους χιλιάδες άνεργους εργαζόμενους και ένα ακόμα δώρο στη ΔΕΗ που την απαλλάσσει από την υποχρέωση για αποκατάσταση χιλιάδων στρεμμάτων εδαφών. Πάνω στο αντιεργατικό νομοσχέδιο θα πατήσει το κεφάλαιο, για το οποίο θα ανοίξει η κάνουλα της χρηματοδότησης», ανέφερε.
Ο Ιωαννίδης Ελευθέριος, εκπρόσωπος του Δικτύου Ενεργειακών Κοινοτήτων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, Δυτικής Μακεδονίας, «ΟΦεΛΟΣ», έκανε λόγο για «υπερ-συγκεντρωτικό τρόπο διακυβέρνησης, και τεράστιο έλλειμμα παρουσίας τοπικών κοινωνιών».
«Είναι απαράδεκτο να μην υπάρχει ουσιαστική εκπροσώπηση τοπικών φορέων ώστε να υπάρχει έλεγχος. Παραβιάζεται εμφατικά η βασική αρχή ο ρυπαίνων πληρώνει, ενώ διαμορφώνεται ένα αρκετά προβληματικό πλαίσιο με την παραχώρηση στη ΔΕΗ ενός μεγάλου μέρους εδάφους», είπε μεταξύ άλλων.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ