του Ανέστη Ντόκα
Απόψε λίγο μετά το κλείσιμο της Wall Street θα ανακοινωθεί η εξαμηνιαία αναθεώρηση των παγκόσμιων δεικτών του αμερικανικού οίκου αξιολόγησης MSCI. Για τον ελληνικό δείκτη MCI Greece θα πρέπει να αναμένονται δύο νέες προσθήκες και δύο διαγραφές όπως εκτιμούσαν πρόσφατα διεθνείς τραπεζικοί όμιλοι. Σύμφωνα με τις συγκεκριμένες εκθέσεις αναμένεται στη θέση της Τράπεζας Πειραιώς και της Eurobank να τοποθετηθούν οι μετοχές της Motor Oil και της ΔΕΗ. Ωστόσο το ενδιαφέρον εστιάζεται εάν θα υπάρξει απόφαση για νέα αξιολόγηση της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς η οποία από τις 12 Ιουνίου 2013 υποβαθμίστηκε πρώτη φορά μετά το 2001 από τον MSCI σε αναδυόμενη αγορά (emerging market) και κινδυνεύει εφόσον υπάρξει νέα υποβάθμιση να εισέλθει σε αυτόνομης αγοράς (standalone market).
To Ελληνικό χρηματιστήριο από το 2013 έγινε η πρώτη αγορά μέλος της ευρωζώνης που απομακρύνθηκε από την κατηγορία των αναπτυγμένων αγορών στην οποία εισήλθε το 2001 από την Morgan Stanley, και ο MSCI Greece συγκαταλέγεται από τον Νοέμβριο του 2013 στις αναδυόμενες μαζί με την Τσεχία, την Αίγυπτο, την Ουγγαρία, το Μαρόκο, τη Ρωσία, τη Νότια Αφρική και την Τουρκία. Τα αίτια που οδήγησαν στην απόφαση της υποβάθμισης από τον MSCI είναι μεταξύ άλλων ότι η ελληνική αγορά δεν πληρούσε μια σειρά από κριτήρια όπως ο δανεισμός τίτλων και τα διαθέσιμα μέσα δανεισμού, η δυνατότητα ανοιχτών πωλήσεων (σ.σ: τράπεζες), οι περιορισμοί στις εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές αλλά κυρίως η χαμηλή κεφαλαιοποίηση των μετοχών.
Συνολικά τρία είναι τα βασικά κριτήρια που χρησιμοποιεί η MSCI για την κατάταξη των αγορών: 1. Η οικονομική ανάπτυξη, 2. Το μέγεθος και η ρευστότητα των εισηγμένων εταιρειών, 3. Η πρόσβαση στην αγορά. Σε ό,τι αφορά το κριτήριο του μεγέθους και της ρευστότητας, λαμβάνονται υπόψη η κεφαλαιοποίηση (1,032 δισ. δολάρια για τις αναδυόμενες και 2,065 δισ. δολάρια για τις αναπτυγμένες), η κεφαλαιοποίηση που βρίσκεται σε διασπορά (516 εκατ. δολάρια για τις αναδυόμενες και 1,032 δισ. δολάρια για τις ανεπτυγμένες) και τέλος η εμπορευσιμότητα των μετοχών που για τις μεν αναδυόμενες αγορές ορίζεται σε 15% και για τις αναπτυγμένες σε 20%.