Αφορμή για το παρόν άρθρο στάθηκε ένας πίνακας της Statista, μιας γερμανικής εταιρείας που ειδικεύεται στην ανάλυση δεδομένων που αφορούν την αγορά και τους καταναλωτές. Στον πίνακα που συνοδεύει το άρθρο αναγράφεται το ποσοστό του μέσου μηνιαίου μισθού που οι κάτοιχοι διαφόρων χωρών πληρώνουν για 60 λίτρα βενζίνης το μήνα. Στην πρώτη θέση με το μεγαλύτερο ποσοστό 5,58% είναι οι Έλληνες και τελευταίοι οι αμερικανοί με 1,2% (σ.σ. με τιμές βενζίνης 7/3/2022 όταν η αμόλυβδη στην Ελλάδα ήταν ακόμα κάτω από 2 ευρώ). Με άλλα λόγια αναλογεί περίπου 119 ευρώ για 60 λίτρα το μήνα.
Όμως, τα πράγματα είναι ακόμα χειτότερα για τους Έλληνες. Παρ΄όλο που σύμφωνα με το συγκεκριμένο άρθρο η Ελλάδα είναι στη χειρότερη θέση, ο ερευνητής έχει στηριχθεί σε υπερτιμημένα στοιχεία, κάνοντας πράξεις με μέσο μηνιαίο μισθό στην Ελλάδα τα 2.267 δολάρια (ή 2.057 ευρώ).
Η πραγματικότητα είναι διαφορετική, καθώς ο μέσος μηνιαίος μισθός πλήρους απασχόλησης στη χώρα μας είναι 1.161,39 ευρώ μεικτά με βάση τα στοιχεία του ΕΦΚΑ του 2019 (στη μερική απασχόληση σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία ο μέσος μισθός ήταν 427,90 ευρώ).
Συνεπώς για ένα μηνιαίο γέμισμα 60 λίτρων ο μέσος Έλληνας πληρώνει περίπου 119 ευρώ ή 10,2% του μέσου μηνιαίου μισθού του (τιμές 7ης Μαρτίου 2022 όταν η τιμή της α αμόλυβδης 95 οκτανίων ήταν 1,998 ευρώ το λίτρο).
Η επιδότηση που θύμισε ...Τσακαλώτο
Ως προς την επιδότηση των 0,22 ευρώ το λίτρο για 180 λίτρα το τρίμηνο που η κυβέρνηση θέσπισε πρόσφατα αλλά θα χορηγήσει από τον Απρίλιο και μετά, θύμισε «Τσακαλώτο» (σ.σ. ο πρώην υπουργός Οικονομικών τυου ΣΥΡΙΖΑ θεωρούσε πλούσιους τους Έλληνες με μισθό 1.500 ευρώ και πάνω και τσάκισε τη χώρα στους φόρους).
Με την επιδότηση των 0,22 ευρώ το λίτρο αντί για ευρώ το μήνα για 60 λίτρα, ο Έλληνας θα γλιτώνει 13,2 ευρώ μηνιαίως δηλαδή θα πληρώνει 105,8 ευρώ για 60 λίτρα βενζίνης, δηλαδή το 9,1% του μέσου μηνιαίου μισθού στην Ελλάδα. Όμως ακόμα και αυτή την πενιχρή επιδότηση δεν την δικαιούνται όλοι. Την δικαιούνται μόνο όσοι έχουν οικογενειακό εισόδημα 30.000 ευρώ (15.000 ατομικό εισόδημα). Όλοι οι άλλοι μάλλον θεωρούνται πλούσιοι - όπως τους θεωρούσε ο Τσακαλώτος - και δεν χρειάζονται μάλλον ούτε αυτή τη μικρή επιδότηση.
Η εμμονή για μη μείωση των φόρων στα καύσιμα
Αυτά βέβαια είναι ψιλά γράμματα και γι΄αυτό η κυβέρνηση αρνείται να μειώσει τους φόρους στα καύσιμα ενώ ορισμένα κορυφαία στελέχη της όπως ο υπουργός Επικρατείας Ακης Σκέρτσος πρσπαθεί με άρθρο του να τεκμηριώσει αυτή την άρνηση. Όμως, αυτή η τεκμηρίωση είναι έωλη, ειδικά όταν αυτή βασίζεται σε στρεβλώσεις, όπως ο ίδος παραδέχεται στο άρθρο του.
Θυμίζουμε πως ο κ. Σκέρτσος αναφέρει στο σχετικό άρθρο πως η μεγάλη φορολογική επιβάρυνση των καυσίμων στη χώρα μας συμβαίνει λόγω της περιορισμένης φορολογικής βάσης και λόγω του ότι τα φορολογικά έσοδα προέρχονται σε μεγαλύτερο βαθμό από την έμμεση φορολογία αγαθών και υπηρεσιών παρά από την άμεση φορολογία των εισοδημάτων.
Προαφνώς δεν φταίνε γι΄αυτό αυτοί που επιβαρύνονται περισσότερο αλλά αυτοί που ασκούν πολιτική. Επίσης, ο κ. Σκέρτσος δεν θίγει καθόλου την κερδοφορία των δύο εταιρειών που τροφοδοτούν την ελληνική αγορά με καύσιμα δηλαδή της Motoroil και των Ελληνικών Πετρελαίων.
«Πλαφόν» που αυξάνει τα κέρδη
Υποστηρίζει πως η κυβέρνηση θέσπισε ειδικές διατάξεις με υψηλά πρόστιμα για τον έλεγχο της αισχροκέρδειας σε όλους τους κρίκους της ενεργειακής αλυσίδας -παραγωγοί ενέργειας, εμπορία και λιανικά σημεία πώλησης- ώστε με κοστολογική ανάλυση να προκύπτει αν κάποια επιχείρηση έχει αυξήσει τα περιθώρια κέρδους της περισσότερο από την περίοδο προ της ενεργειακής κρίσης.
Όμως, όπως έχουμε νγωρίζουμε το πλαφόν στο περιθώριο κέρδους στην περίπτωση προϊόντων των οποίων οι τιμές βαίνουν αυξάνόμενες, απλώς αυξάνει τα κέρδη των εταιρειών.
Καθαρά κέρδη πάνω από 400 εκατ. ευρώ για το ολιγοπώλιο των δύο εταιρειών στα 3/4 του 2021
Ακριβώς αυτή η πορεία της διεθνούς κερδοσοκοπίας - πριν μάλιστα ξεκινήσει ο πόλεμος στην Οκυρανία – αύξησε τα κέρδη των δύο εταιρειών στην Ελλάδα. Στο 9μηνο του 2021 αυτές οι δύο εταιρείες είχαν κέρδη 431 εκατ. ευρώ (258 εκατ. τα ΕΛΠΕ και 173 εκατ. ευρώ η Motoroil) ενώ εκτιμάται ότι θα κλείσουν το έτος με κέρδη που προσεγγίζουν τα 600 εκατ. ευρώ. Αυτά τα κέρδη είναι μετά φόρων, δηλαδή καθαρά.
Συνεπώς, ο κ. Σκέρτσος δεν πείθει με την επιχειρηματολογία του, ούτε απαντά στην ερώτηση, γιατί θα πρέπει μια ολιγοπωλιακή αγορά να διατηρήσει τα περιθώρια κέρδους της σε περίοδο πολέμου και άκρατης διεθνούς κερδοσκοπίας;
Το να προσπαθεί να τεκμηριώσει την άρνηση περί μη μείωσης των φόρων επίσης με το επιχείρημα ότι τα έσοδα από φόρους καυσίμων χρηματοδοτούν τις δημόσιες δπάνες για την εκπαίδευση και την υγεία είναι ένα καλό επιχείρημα αλλά επίσης δεν πείθει ούτε συγκινεί, είδικά όταν μια φιλελεύθερη κυβέρνηση έχει γεμίσει το δημόσιο με εκατοντάδες μετακλητούς υπαλλήλους.