Τέσσερις βασικές προϋποθέσεις προκειμένου να δημιουργηθεί ένα ασφαλιστικό σύστημα το οποίο όχι μόνο θα είναι βιώσιμο αλλά θα διαθέτει αλληλεγγύη, δικαιοσύνη και διαφάνεια, καταθέτει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο οικονομικό του δελτίο.
Στο προοίμιο του οικονομικού δελτίου τονίζονται τα ακόλουθα: «Σε σχέση με την μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος, υπάρχουν τέσσερις προϋποθέσεις για να αποκατασταθεί η αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας.
Πρώτον, να υπάρξει μείωση των εξαιρετικά υψηλών ασφαλιστικών εισφορών που, είτε καταβάλλονται από τους εργαζόμενους είτε από τους εργοδότες, τελικώς, επιβαρύνουν με φόρους την εργασία μέσω χαμηλότερων μισθών και συμβάλλουν στην ελάττωση των θέσεων εργασίας. Τυχόν αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών θα οδηγήσει σε αναστολή επενδυτικών σχεδίων, εκτροπή της ανάκαμψης, όξυνση της ανεργίας αλλά και της εισφοροδιαφυγής και της αδήλωτης εργασίας, και χαμηλότερα εισοδήματα άμεσα και έμμεσα, μειώνοντας τελικά την συνταξιοδοτική αποταμίευση.
Δεύτερον, να εφαρμοσθούν σταθεροί και διαφανείς κανόνες αλληλεγγύης και δικαιοσύνης, ώστε να διασφαλίζεται ότι όλοι θα λαμβάνουν μια αξιοπρεπή σύνταξη (αναλόγως διαθεσιμότητας πόρων), λαμβανομένων όμως υπόψη και των εισφορών που έχουν καταβάλει κατά την διάρκεια του εργασιακού τους βίου. Στο πλαίσιο αυτό απαιτείται η κατάρτιση και η δημοσιοποίηση αναλογιστικών μελετών σε τακτική βάση.
Τρίτον, να αξιοποιηθούν ως επικουρικά του συστήματος δημόσιας και υποχρεωτικής ασφάλισης (πρώτος πυλώνας), τα επαγγελματικά ταμεία (δεύτερος πυλώνας) και η ιδιωτική ασφάλιση (τρίτος πυλώνας), με υιοθέτηση καταλληλότερου θεσμικού πλαισίου.
Τέταρτο, να παταχθεί η φοροδιαφυγή και η εισφοροδιαφυγή με τα κατάλληλα εργαλεία και ιδιαίτερα μέσω της εφαρμογής ηλεκτρονικών συναλλαγών σε όλη την οικονομία, ώστε να γίνει δυνατή μια μείωση των φορολογικών συντελεστών και των ασφαλιστικών εισφορών και να δοθεί, έτσι, ώθηση στην αναπτυξιακή διαδικασία. Η βελτίωση των εσόδων από εισφοροδιαφυγή και φοροδιαφυγή είναι, εξ άλλου, η κύρια λύση για να χρηματοδοτηθεί η μείωση του μη μισθολογικού κόστους στη παρούσα συγκυρία.
Η εξέλιξη των «λειτουργικών» δαπανών και εσόδων του κράτους, τόσο της κεντρικής όσο και των φορέων της γενικής κυβέρνησης, αναδεικνύει μια προσδοκία για σταθερότητα το 2016 σε σχέση με το 2015.
Αυτή αφορά τόσο την οικονομική δραστηριότητα όσο και τα έσοδα του κράτους από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, καθώς η επιβολή των ελέγχων στην κίνηση των κεφαλαίων δεν οδήγησε σε βαθειά ύφεση όπως αναμενόταν αρχικά. Κανείς όμως δεν μπορεί να αποκλείσει μια σταδιακή αποδυνάμωση της απασχόλησης, των εσόδων από εξωστρεφείς δραστηριότητες, της λειτουργίας της παραγωγικής οικονομίας και, τελικά, της φοροδοτικής ικανότητας τους επόμενους μήνες.
Με δεδομένη την αποκλιμάκωση της οικονομικής δραστηριότητας κατά το τρίτο τρίμηνο 2015, οι καταθέσεις στις τράπεζες και οι ιδρύσεις νέων επιχειρήσεων υποχωρούν την ίδια ώρα που οι καταναλωτές γίνονται πιο απαισιόδοξοι για τις προοπτικές της οικονομίας και οι λιανικές πωλήσεις αποδυναμώνονται. Αντίθετα, οι επιχειρηματικές προσδοκίες δείχνουν αρκετά σημάδια σταδιακής ανάκαμψης, αλλά παραμένουν σαφώς σε επίπεδα χαμηλότερα του καλοκαιριού του 2014 και της περιόδου πριν την επιβολή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων».