Η αύξηση τουλάχιστον 7% που πρόκειται να δοθεί στις κύριες συντάξεις από την 1.1.23 και μετά, ως αποτέλεσμα του υψηλού πληθωρισμού και του ρυθμού ανάπτυξης της χώρας, πρόκειται να προκαλέσει μεταβολές τόσο στην εθνική, όσο και στην ανταποδοτική σύνταξη. Όπως γνωστοποίησε το υπουργείο Εργασίας, η εθνική σύνταξη αναπροσαρμόζεται προς τα πάνω στα 411 ευρώ (από 384 που είναι σήμερα για 20 έτη ασφάλισης).
Αντίθετα, κίνδυνος μειωμένων αυξήσεων υπάρχει ειδικά για όσους πρόκειται να συνταξιοδοτούνται από το νέο έτος και μετά, ως προς το σκέλος της ανταποδοτικής σύνταξής τους. Αιτία είναι το γεγονός ότι το υπουργείο Εργασίας, θεωρεί ότι η αύξηση, η οποία θα προκύπτει ως απόρροια της αντίστοιχης ανόδου του Εθνικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, θα έχει ήδη ενσωματωθεί στις συντάξιμες αποδοχές του 2022. Άρα, η ανταποδοτική σύνταξη θα είναι έτσι και αλλιώς υψηλότερη, για όσους υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης από το 2023 και μετά.
Το πρόβλημα δημιουργείται εξαιτίας του γεγονότος ότι η ανταποδοτική σύνταξη προκύπτει ως αποτέλεσμα των συντάξιμων αποδοχών από το 2002 και μετά. Αυτό σημαίνει ότι προκύπτει μέσος όρος συντάξιμων αποδοχών της τελευταίας 20αετίας. Αποτελεί ερωτηματικό, λοιπόν, πόσο θα επηρεαστούν θετικά οι συντάξιμες αποδοχές λόγω υψηλού πληθωρισμού, μόνο κατά το ένα από τα 20 έτη αναφοράς, δηλαδή το 2022. Οι εκτιμήσεις ειδικών της Κοινωνικής Ασφάλισης είναι ότι σαφώς και θα υπάρξουν μικρότερες αυξήσεις, σε σχέση με το 7% που θα δοθεί στην ανταποδοτική σύνταξη όλων των «εν ενεργεία» συνταξιούχων. Το πόσο μικρότερες όμως θα εξαρτηθεί από τις συντάξιμες αποδοχές, ανά περίπτωση.
Ακόμα και έτσι, το υπουργείο Εργασίας επαναλαμβάνει ότι από 1.1.23 θα δουν αύξηση της τάξης του 7%, 1.682.116 συνταξιούχοι όλων των τ. Ταμείων και ανεξαρτήτως του είδους της σύνταξης που λαμβάνουν (γήρατος, χηρείας, αναπηρίας). Από αυτούς, το 80%-85% θα δουν ακέραια την αύξηση της τάξεως του 7%. Πρακτικά αυτό σημαίνει πλήρης επιβεβαίωση των εκτιμήσεων ότι το 1/3 των συνταξιούχων (931.631 άτομα), δεν θα καρπωθούν την αύξηση που θα δοθεί την 1.1.23, λόγω ύπαρξης υψηλής προσωπικής διαφοράς. Βέβαια, ειδικά γι’ αυτούς τους συνταξιούχους, το υπουργείο Εργασίας επιμένει ότι σε ποσοστό 88% θα λάβουν αυξήσεις μέσω της κατάργησης της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης (525.456 ωφελούμενοι με μεγάλη προσωπική διαφορά) και μέσω της καταβολής της έκτακτης ενίσχυσης των 250 ευρώ (265.367 ωφελούμενοι). Πρέπει όμως να επισημανθεί ότι οι αυξήσεις από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης είναι πολύ μικρές (πχ 1,83 ευρώ για συντάξεις 1.000 ευρώ). Επίσης, ακόμα και η καταβολή της έκτακτης ενίσχυσης τω 250 ευρώ, υπολείπεται σημαντικά, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, των αυξήσεων που δεν θα λάβουν, οι χαμηλοσυνταξιούχοι έως 800 ευρώ που έχουν επίσης πολύ υψηλή διαφορά.
Σε ό,τι αφορά τις περίπου 100.000 συντάξεις για τις οποίες δεν έχει πραγματοποιηθεί επανυπολογισμός (4% του συνόλου), τονίστηκε από το υπουργείο Εργασίας, η πρόθεση να δοθούν και εκεί οι αυξήσεις, ακόμα και αν δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία.
Το οικονομικό επιτελείο πάντως, έχει αποφύγει να αναφερθεί στον ακριβή χρόνο καταβολής των αυξήσεων κατά 7%. Γίνεται λόγος για «τεχνικές λεπτομέρειες», που ουσιαστικά σχετίζονται με τον ακριβή προσδιορισμό του πληθωρισμού αλλά και του ρυθμού ανάπτυξης για το 2022. Εάν δεν υπάρξουν πρόσθετες καθυστερήσεις, οι όποιες αυξήσεις, θα καταβληθούν στους δικαιούχους κοντά στο Πάσχα. Σε κάθε περίπτωση οι αυξήσεις θα έχουν αναδρομική ισχύ από την 1/1/2023. Πρακτικά όμως, η αύξηση της εθνικής σύνταξης θα «συμπαρασύρει» μια σειρά από μεγέθη, όπως είναι το πλαφόν των κύριων συντάξεων, τα κατώτατα όρια των συντάξεων λόγω θανάτου, αλλά και το επίδομα ανασφάλιστων υπερηλίκων. Ειδικά για το πλαφόν (12πλάσιο της Εθνικής Σύνταξης), θα διαμορφωθεί από τα 4.608 ευρώ που είναι σήμερα, στα 4.932 ευρώ από 1.1.23 και μετά.