Σημαντική αύξηση αιτήματα άρσης απορρήτου καταγράφει η ετήσια έκθεση της ΑΔΑΕ για το 2021. Όπως σημειώνεται στη διάρκεια της περασμένης χρονιάς παρέλαβε 15.475 εισαγγελικές διατάξεις που αφορούσαν άρση απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας, έναντι 13.751 το 2020. Καταγράφεται, συνεπώς, αύξηση σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Στον συγκεκριμένο αριθμό περιλαμβάνονται νέες περιπτώσεις άρσης του απορρήτου, παρατάσεις προγενέστερων διατάξεων και διατάξεις που ορίζουν την παύση της άρσης του απορρήτου, πριν παρέλθει η χρονική περίοδος που ορίζεται από την αρχική διάταξη. Διευκρινίζεται δε ότι οι αριθμοί που αναφέρονται αφορούν το πλήθος των διατάξεων που εκδίδονται από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές και κοινοποιούνται στην ΑΔΑΕ και όχι τον αριθμό των συνδέσεων/ατόμων για τα οποία διατάσσεται η άρση του απορρήτου.
Εξίσου σημαντικό είναι ότι η Αρχή εξηγεί πως για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών που διατάσσεται για λόγους εθνικής ασφάλειας δεν απαιτείται αιτιολογία σε αντίθεση με όσα ορίζονται σε περιπτώσεις που αφορούν κακουργήματα.
Συνεχίζοντας η ΑΔΑΕ επισημαίνει ότι οι άρσεις του απορρήτου που διατάχθηκαν για λόγους εθνικής ασφάλειας το έτος 2021 υπερέχουν εμφανώς σε σχέση με τις άρσεις που διατάχθηκαν για τη διακρίβωση εγκλημάτων. «Αν λάβουμε υπόψη και τα αριθμητικά δεδομένα των προηγούμενων ετών παρατηρούμε ότι πρόκειται για μία σταθερή και διαχρονική τάση, η οποία θέτει προς προβληματισμό τα ακόλουθα ζητήματα:
- Στη διάταξη, δια της οποίας επιβάλλεται η άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας, δεν προβλέπεται εκ του νόμου υποχρέωση αναγραφής του ονόματος «του προσώπου ή των προσώπων κατά των οποίων λαμβάνεται το μέτρο της άρσης» [a contrario, άρθρο 5 παρ. 2 περ. (α)]. Αυτό πρακτικά οδηγεί στη δυνατότητα άρσης του απορρήτου χαρακτήρα της επικοινωνίας για αόριστο αριθμό φυσικών προσώπων (μη ατομικώς προσδιορισμένων). Στην περίπτωση ωστόσο, τέτοιων «μαζικών ή χωρικών» άρσεων ανακύπτουν ζητήματα συμβατότητας της εγχώριας διαδικασίας με τους όρους και τις προϋποθέσεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
- Ομοίως, στην άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας, ο νόμος δεν προβλέπει υποχρέωση αιτιολόγησης της σχετικής απόφασης [a contrario, άρθρο 5 παρ. 2 περ. (β)]. Μολονότι είναι φανερό ότι η επιλογή αυτή του νομοθέτη συναρτάται με την ανάγκη διαφύλαξης πληροφοριών που ανάγονται στον σκληρό πυρήνα του κράτους και της ασφάλειάς του, είναι, εντούτοις, αξιοσημείωτο το προαναφερθέν γεγονός, ότι δηλαδή στην άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας δεν απαιτείται τέτοια αιτιολογία. Ειδικότερα, η παράλειψη αιτιολογίας αποκλείει τον δικαστικό έλεγχο ως προς την τήρηση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας και της αρχής της αναλογικότητας - γεγονός που θέτει αυτοτελή ζητήματα σε σχέση με τις αρχές και τα minima του κράτους δικαίου.
Κριτική για τη στέρηση του δικαιώματος ενημέρωσης του θιγόμενου
Η υποχρέωση ενημέρωσης των θιγόμενων από το μέτρο της άρσης περιλαμβάνεται μεταξύ των πάγιων κριτηρίων της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ) τα οποία θα πρέπει να πληρούνται προκειμένου να καταγνωστεί η συμβατότητα του εθνικού δικαίου προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), επισημαίνει η έκθεση.
Όπως έχει κριθεί από το ΕΔΔΑ, το ζήτημα της εκ των υστέρων -μετά το πέρας της άρσης του επικοινωνιακού απορρήτου- γνωστοποίησης στον θιγόμενο, ότι είχε κατά το παρελθόν διαταχθεί εις βάρος του το εν λόγω μέτρο, είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το ζήτημα της αποτελεσματικής προσφυγής, άλλως με την εκ μέρους του θιγόμενου δυνατότητα άσκησης ενδίκων βοηθημάτων και μέσων προκειμένου να υπερασπισθεί τα δικαιώματα και έννομα συμφέροντά του απέναντι σε κάθε τυχόν μη σύννομη ή καταχρηστική και δυσανάλογη εις βάρος του χρήση του μέτρου. Η απουσία υποχρέωσης γνωστοποίησης στο θιγόμενο σε οποιοδήποτε στάδιο είναι ασύμβατη με την ΕΣΔΑ, καθώς στερεί από τον θιγόμενο τη δυνατότητα να αιτηθεί επανόρθωση για παράνομη επέμβαση στο δικαίωμά του και, ως εκ τούτου, καθιστά τα διαθέσιμα βάσει του εθνικού δικαίου ένδικα μέσα προσχηματικά και απατηλά, παρά πρακτικά και αποτελεσματικά.