Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να αποτυπώσει την κατάσταση που επικράτησε στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων οφειλών την περίοδο εκείνη, που συμπίπτει με τα έτη εφαρμογής μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας Covid-19 και την έναρξη του Ουκρανικού πολέμου.
Απώτερος στόχος της παρούσας μελέτης είναι η αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της, προκειμένου να επιτευχθεί η βελτίωση του κλίματος της αγοράς στον τομέα της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων οφειλών, καθώς και η ενημέρωση των καταναλωτών για την ύπαρξη βιώσιμων λύσεων εξυπηρέτησης των οικονομικών τους υποχρεώσεων.
Τα βασικά σημεία της μελέτης
- Κατά την περίοδο 2019-2022, η ΕΕΚΕ παρείχε συμβουλευτική υποστήριξη σε καταναλωτές με συνολικό ποσό οφειλής 29.924.987,61€.
- Σε ρύθμιση με πιστωτικά ιδρύματα, funds και εισπρακτικές, προχώρησαν καταναλωτές με συνολικό ποσό οφειλής 3.519.527,05€. Από το ποσό αυτό, η ΕΕΚΕ πέτυχε οριστική διαγραφή οφειλών σε ποσοστό 35,33% ήτοι 1.243.505,98€ ενώ ρυθμίστηκε και αποπληρώνεται το υπόλοιπο 64,67%. Αποτέλεσμα της ένταξης των καταναλωτών στις διαδικασίες ρύθμισης οφειλών είναι η διαγραφή και η ρύθμιση οφειλών καθώς και η αποφυγή πλειστηριασμού κύριας κατοικίας και περιουσίας ή και άλλων νομικών μέτρων.
- Στην ΕΕΚΕ απευθύνθηκαν γυναίκες και άνδρες σε ποσοστό 45,69% και 54,31% αντίστοιχα. Το ηλικιακό εύρος τους περιλαμβάνει άτομα στο ξεκίνημα του εργασιακού τους βίου ηλικίας από 20 μέχρι 40 ετών σε ποσοστό 15,50%, στην παραγωγική ηλικία από 41 μέχρι 60 ετών σε ποσοστό 57,36% ενώ από 61 ετών και άνω σε ποσοστό 27,14%.
- Οι περισσότεροι από τους μισούς 54,01% που δεν έχουν τη δυνατότητα να εξυπηρετήσουν τις οφειλές τους είναι εργαζόμενοι
- Την ευρύτερη περιοχή της Αθήνας δηλώνουν ως μόνιμο τόπο κατοικίας το 56,33% των καταναλωτών, την λοιπή Ελλάδα το 27,13%, τη νησιωτική χώρα το 14,73% και ποσοστό 1,81% αφορά πρώην μόνιμους κατοίκους Ελλάδος που ζουν στο εξωτερικό.
- Το μέσο ετήσιο ατομικό εισόδημα μειώνεται στην τριετία 2019-2021 κατά -10,86%, δηλαδή κατά 1.204,19€.
- Αξιοσημείωτη είναι η αρνητική μεταβολή του ετήσιου οικογενειακού εισοδήματος κατά -3.202,62€, δηλαδή σε ποσοστό -19,04€ μεταξύ των ετών 2019 και 2021
- Η μέση αξία της ιδιόκτητης πρώτης κατοικίας των οφειλετών ανέρχεται σε 55.423,83€. Τα υπόλοιπα περιουσιακά στοιχεία έχουν μέση αξία 39.493,16€ διαμορφώνοντας τη μέση αξία της συνολικής τους περιουσίας στις 94.916,99€, δηλαδή κάτω από τις 100.000€.
- Το εύρος των οφειλών του πλήθους των δανείων που διαχειρίστηκε η ΕΕΚΕ στην πλειοψηφία τους, σε ποσοστό 60,97%, είναι έως του ποσού των 50.000€. Οφειλές από 50.001€ έως 100.000€ αποτελούν το 18,89%, από 100.001€ έως 150.000€ αποτελούν το 9,03%.
- Οι οφειλές στο Δημόσιο (Δ.Ο.Υ./ΑΑΔΕ) ανέρχονται στο ποσό του 1.893.743,78€ και αποτελούν το 6,33% των συνολικών οφειλών. Αντίστοιχα, στα Ασφαλιστικά Ταμεία (ΕΦΚΑ) οι οφειλές ανέρχονται στο ποσό των 649.933,16€ και αποτελούν το 2,17% του συνόλου των οφειλών που διαχειρίστηκε η ΕΕΚΕ κατά τα έτη 2019-2022.
- Τα υψηλότερα ποσά οφειλών έχουν οι ηλικιακές ομάδες από 41 έως 60 ετών και 61 ετών και άνω με ποσά αντίστοιχα 12.599.384,05€ και 12.744.224,46€. Η ηλικιακή ομάδα που δεν ξεπερνά τα 40 έτη κατέχει την τρίτη θέση με συνολικό ποσό οφειλών 4.581.379,10€.
- Tα μη εξυπηρετούμενα δάνεια διαχέονται σε όλες τις τράπεζες του Ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Συγκεκριμένα: Στην Τράπεζα Α. ανήκουν δάνεια ύψους 3.286.027,0€ (ποσοστό 10,98%), στην Τράπεζα Β. ανήκουν δάνεια ύψους 2.835.593,81€ (ποσοστό 9,48%), στην Τράπεζα Γ. ανήκουν δάνεια ύψους 2.703.527,71€ (ποσοστό 9,03%) και στην Τράπεζα Δ. ανήκουν δάνεια ύψους 1.660.935,95€ (ποσοστό 5,55%). Μικρότερο ποσοστό 1,42% και δάνεια ύψους 424.117,0€ ανήκουν στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, ακολουθεί ο πρώην Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας (ΟΕΚ) σε ποσοστό 0,51% και δάνεια ύψους 153.373,00€, στην Τράπεζα Ε. σε ποσοστό 0,17% και δάνεια ύψους 51.442,00€ και τέλος στην Τράπεζα ΣΤ. σε ποσοστό 0,07% και δάνεια ύψους 21.430,00€.
- Οι μη εξυπηρετούμενες οφειλές που έχουν εκχωρηθεί στις Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων ανέρχονται ως ακολούθως: Στην εταιρία διαχείρισης Α. ανήκουν οφειλές ποσού ύψους 4.629.548,76€ προερχόμενες συνήθως από την τράπεζα Α. Στην εταιρία διαχείρισης Β. ανήκουν οφειλές ποσού ύψους 4.679.723,50€ , προερχόμενες συνήθως από την Τράπεζα Δ. και μέρος υπό Ειδική Εκκαθάριση Χρηματοδοτικών Ιδρυμάτων ή και εταιρειών Χρηματοδοτικής Μίσθωσης υπό Ειδική Εκκαθάριση. Στην εταιρεία διαχείρισης Γ., ανήκουν οφειλές ποσού ύψους 691.753,02€ προερχόμενες συνήθως από Τραπεζικό Ίδρυμα σε εκκαθάριση και άλλες μικρότερες τράπεζες. Στην εταιρεία διαχείρισης Δ. ανήκουν οφειλές ποσού ύψους 2.421.030,19€ προερχόμενες συνήθως από την Τράπεζα Γ. και την Τράπεζα Β. Στην εταιρεία διαχείρισης Ε. ανήκουν οφειλές ποσού ύψους 1.021.216,05€ προερχόμενες συνήθως από την Τράπεζα Γ. Στην εταιρεία διαχείρισης ΣΤ. ανήκουν οφειλές ποσού ύψους 377.716,51€ προερχόμενες συνήθως από την Τράπεζα Β.
- Από συνολικά 7.915.575,76€ δανειακές υποχρεώσεις καταναλωτών προς την Τράπεζα Α., 3.286.027,00€, δηλαδή ποσοστό 41,51% έχουν παραμείνει στη διαχείριση της τράπεζας ενώ στην εταιρεία διαχείρισης Α. έχουν εκχωρηθεί 4.629.548,76€ δηλαδή το 58,49% του αρχικού συνόλου. Στην Τράπεζα Δ. από ένα αρχικό σύνολο 6.340.659,45€ το 26,20%, δηλαδή 1.660.935,95€ έχει παραμείνει στην διαχείριση της τράπεζας ενώ στην εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων Β. έχει εκχωρηθεί το 73,80% του αρχικού συνόλου, δηλαδή δάνεια αξίας 4.679.723,50€. Στην Τράπεζα Β. από ένα αρχικό σύνολο 3.213.310,32€, το 88,25% ήτοι 2.835.593,81€ έχει παραμείνει στη διαχείριση της τράπεζας ενώ στην εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων ΣΤ. έχει εκχωρηθεί το 11,75% του αρχικού συνόλου, δηλαδή, δάνεια αξίας 377.716,51€. Στην Τράπεζα Γ. από ένα αρχικό σύνολο 6.145.773,95€ το 43,99%, ήτοι 2.703.527,71€ έχει παραμείνει στη διαχείριση της τράπεζας ενώ στην εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων Δ. έχει εκχωρηθεί το 39,39% του αρχικού συνόλου, δηλαδή, δάνεια αξίας 2.421.030,19€. Στην εταιρεία διαχείρισης Ε. έχει εκχωρηθεί το 16,62% του αρχικού συνόλου, δηλαδή δάνεια αξίας 1.021.216,05€.
- Όπως προκύπτει από τη στατιστική ανάλυση των δεδομένων, η κοινωνικο-οικονομική κρίση που προκάλεσε η πανδημία Covid-19 και εν συνεχεία ο πόλεμος που ξεκίνησε τον Φεβρουάριο 2022, περιόρισε τα ετήσια ατομικά και οικογενειακά εισοδήματα και ώθησε τους καταναλωτές να αναζητούν διαρκή καθοδήγηση και προστασία σε συλλογικούς φορείς, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις εισπρακτικές πιέσεις προερχόμενες, κυρίως, από τα πιστωτικά ιδρύματα.
Η μείωση των μισθών κατά την περίοδο της υγειονομικής κρίσης, συνέπεια της αναστολής λειτουργίας των επιχειρήσεων και της συνεπαγόμενης αναστολής των συμβάσεων εργασίας κατά την περίοδο της πανδημίας Covid-19, το συνεχώς αυξανόμενο φαινόμενο της ακρίβειας και η επιτοκιακή απειλή, αποτελούν τους κύριους παράγοντες άσκησης ασφυκτικών πιέσεων στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Επιγραμματικά αλλά Ουσιαστικά:
α) επιδεινώθηκε η οικονομική κατάσταση των καταναλωτών
β) αυξήθηκαν σημαντικά τα επιτόκια μετά από έντεκα έτη χαμηλότοκης σταθερότητας
γ) μεγενθύνθηκε ο όγκος των εργασιών των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων
δ) δημιουργήθηκαν συνθήκες ισχυρής πίεσης των οφειλετών από την εφαρμογή του Ν 4738/2020
Δείτε ολόκληρη τη μελέτη εδώ