Ο συνδυασμός υψηλής και μακροχρόνιας ανεργίας δύναται να οδηγήσει σε μείωση του ρυθμού μεταβολής του δυνητικού προϊόντος, προειδοποιεί η Eurobank, στο εβδομαδιαίο οικονομικό της δελτίο «7 Ημέρες Οικονομία».
Όπως επισημαίνουν οι αναλυτές της τράπεζας, σύμφωνα με την έρευνα εργατικού δυναμικού της ελληνικής στατιστικής αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), ο αριθμός των ανέργων διαμορφώθηκε στα 1.174.700 άτομα το δ' τρίμηνο του 2015 (μη εποχικά διορθωμένα στοιχεία). Σε σύγκριση με το δ' τρίμηνο του 2014 σημειώθηκε μείωση κατά 5,71%. Για το ίδιο διάστημα, η απασχόληση αυξήθηκε κατά 3,01% (από 3.535.300 στα 3.641.700 άτομα). Με βάση αυτά τα στοιχεία το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 24,39% το δ' τρίμηνο 2015 από 26,06% το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Η ελληνική αγορά εργασίας, προσθέτει η Eurobank, εκτός από το υψηλό ποσοστό ανεργίας παρουσιάζει και υψηλό ποσοστό μακροχρόνια ανέργων (12 μηνών και άνω). Το εν λόγω μέγεθος διαμορφώθηκε στο 74,30% το δ' τρίμηνο 2015 από 73,00 το δ' τρίμηνο 2014.
Επομένως, συνεχίζει η τράπεζα, ο συνδυασμός υψηλού ποσοστού ανεργίας και μακροχρόνια ανέργων δύναται να οδηγήσει σε μείωση του ρυθμού μεταβολής του δυνητικού προϊόντος της ελληνικής οικονομίας μέσω των παρακάτω διαύλων:
Πρώτον, όσο αυξάνεται ο χρόνος παραμονής σε καθεστώς ανεργίας τόσο αυξάνεται η πιθανότητα απαξίωσης του ανθρώπινου κεφαλαίου (γνώσεις, εμπειρία κλπ.) που είναι ενσωματωμένο στον παραγωγικό συντελεστή της εργασίας,
Δεύτερον, η απουσία από την παραγωγική διαδικασία – είτε αγαθών είτε υπηρεσιών – για μεγάλο χρονικό διάστημα επηρεάζει αρνητικά τους εργοδότες στο να προβούν σε προσλήψεις και, παράλληλα, δύναται να μειώσει τα κίνητρα των ανέργων στο να αναζητήσουν εργασία με πιο εντατικό ρυθμό. Το τελευταίο στοιχείο είναι αρνητική συνάρτηση και του επιπέδου του πλούτου των ανέργων. Όσο πιο ψηλό είναι αυτό, π.χ. αξία μετοχών, ομολόγων, κατοικιών, αποταμιεύσεων, τόσο μειώνονται τα κίνητρα αναζήτησης εργασίας με εντατικούς ρυθμούς, και
Τρίτον, το αυξημένο ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων δύναται να μειώσει την αποτελεσματική σύζευξη μεταξύ ανέργων και κενών θέσεων εργασίας.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ), το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ήταν ελλειμματικό στα 742,36 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2016. Σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους καταγράφηκε μείωση 461,08 εκατ. ευρώ για πρώτη φόρα έπειτα από έξι συνεχείς μήνες θετικών ετήσιων μεταβολών.
Η μείωση του ισοζυγίου προήλθε από την αύξηση του ισοζυγίου αγαθών κατά 293,73 εκατ. και από τη συρρίκνωση του ισοζυγίου υπηρεσιών, πρωτογενών εισοδημάτων και δευτερογενών εισοδημάτων κατά 217,70 εκατ., 450,83 εκατ. και 86,29 εκατ. αντίστοιχα.