Το αποτέλεσμα του Eurogroup της 24ης Μαΐου εκπλήρωσε εν πολλοίς τις προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί από την προηγούμενη συνάντηση των υπουργών Οικονομικών και τις ξεπέρασε σε ό,τι αφορά στη σύγκλιση για την ανακούφιση χρέους μεταξύ ΔΝΤ και ΕΕ.
Αυτό τονίζει η JP Morgan σε ανάλυση με τίτλο «Greece: Α Summer Lull», στην οποία σημειώνει ότι οι πιστωτές της Ελλάδας συμφώνησαν σε δύο κρίσιμα ζητήματα.
Πρώτον, το πρόγραμμα είναι σε τροχιά και η Ελλάδα θα λάβει την επόμενη (υπο)δόση τον Ιούνιο.
Δεύτερον, το ΔΝΤ δέχθηκε σε γενικές γραμμές την ευρωπαϊκή θέση για την ανακούφιση χρέους (αυστηροί δημοσιονομικοί κανόνες για να αποφευχθούν ανάγκες ανακούφισης χρέους στο μέλλον, κανένα σημαντικό εμπροσθοβαρές πακέτο, μέτρα μετά το 2018 ώστε να μην υπάρχουν πολιτικά εμπόδια), λαμβάνοντας σε αντάλλαγμα μια «συμμόρφωση» σε κάποιους δείκτες βιωσιμότητας, σημειώνει ο διεθνής οίκος.
Κατά την άποψή μας, αυτά είναι αρκετά ώστε να κρατήσουν σε τροχιά το πρόγραμμα, ενώ παράλληλα προσφέρονται κίνητρα στην Αθήνα να εκπληρώσει τους όρους του, τονίζει η JP Morgan.
H θέση της Γερμανίας και άλλων κρατών τελικά επικράτησε και το χρέος θα παραμένει ένα εξελισσόμενο θέμα για πολλά χρόνια.
Από τη μια, το ΔΝΤ αποδέχθηκε το γεγονός ότι είναι ο μικρότερος εταίρος σε ένα πρόγραμμα που καλύπτεται κυρίως από τους Ευρωπαίους εταίρους. Σε αντάλλαγμα, η ΕΕ δεσμεύτηκε να παράσχει κατάλληλη ανακούφιση χρέους, αν και οι λεπτομέρειες παραμένουν γκρίζες, επισημαίνει η JP Morgan.
Ως εκ τούτου, οι φόβοι για την επανάληψη καταστάσεων αντιστοίχων με αυτές του περσινού καλοκαιριού έχουν διαλυθεί. Τα υπόλοιπα 2,8 δισ. ευρώ αναμένεται να καταβληθούν μετά το καλοκαίρι.
Οπως αναφέρει ο διεθνής οίκος, κρίσιμη παραμένει η συμμόρφωση της Ελλάδας με τις δεσμεύσεις, προβλέποντας πως η πίεση από την ΕΕ για τα δημοσιονμικά δεν θα υποχωρήσει.
Οι συζητήσεις για το χρέος αποδείχτηκαν ηπιότερες απ' όσο αναμένονταν, σημειώνει η JP Morgan, και οδήγησαν σε σημαντικές δεσμεύσεις, αν και κατά κύριο λόγο προοπτικά.
Σύμφωνα με την JP Morgan, η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης θα οδηγήσει στην έγκαιρη καταβολή 7,5 δισ. ευρώ τον Ιούνιο, για να καλυφθούν οι δανειακές ανάγκες της χώρας αλλά και να πληρωθεί μέρος των ανεξόφλητων οφειλών.
Η συμφωνία μάς εξέπληξε, σημειώνουν οι αναλυτές, αλλά ήταν το μόνο λογικό αποτέλεσμα, απουσία εναλλακτικών.
Για να επιτευχθεί, οι Ευρωπαίοι δεσμεύτηκαν να εξασφαλίσουν ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας θα είναι κάτω του 15% μεσοπρόθεσμα και του 20% μακροπρόθεσμα. Η εκτίμηση για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% διευκόλυνε τους Ευρωπαίους καθώς περιορίζει την αναγκαία ελάφρυνση (που θα γίνει με επεκτάσεις λήξεων, περιόδους χάριτος και σταθεροποίηση επιτοκίων).