Θέση αναφορικά με τις έρευνες που γίνονται γύρω από υποθέσεις του παίρνει ο επιχειρηματίας, με γραπτή δήλωσή του.
Αναλυτικά η δήλωση του Ανδρέα Βγενόπουλου:
«Στις 18 Ιουλίου έγινε έρευνα στο σπίτι μου με εισαγγελική παραγγελία, στα πλαίσια κάποιας προκαταρκτικής εξέτασης. Φυσικά δεν υπήρξαν «ευρήματα» γι’ αυτό και η έρευνα αυτή δεν διαφημίστηκε. Όταν οι δικηγόροι μου προσπάθησαν να πληροφορηθούν από την αρμόδια Εισαγγελία το περιεχόμενο της προκαταρκτικής εξέτασης για να ελεγχθεί και η νομιμότητα της εισαγγελικής παραγγελίας, η απάντηση ήταν "σε αυτή τη φάση το περιεχόμενο της προκαταρκτικής εξέτασης και οι σχετικές διαδικασίες είναι απόρρητες και δεν μπορούμε να δώσουμε καμία πληροφορία".
Όμως τελικώς το πλήρες περιεχόμενο της σχετικής «δικογραφίας» απεκάλυψε ο Βαξεβάνης(!) δημοσιεύοντας στις 21 Ιουλίου και μια σειρά απόρρητων και άνευ ουσίας τηλεφωνικών συνομιλιών στελεχών της Λαϊκής Τράπεζας σε σχέση με τη συμμετοχή μου στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου που έγινε στις αρχές του 2011 και την οποία τελικώς πραγματοποίησα με μεταφορά από δολαριακό μου λογαριασμό σε ευρώ. Μάλιστα επειδή ο τελικός στόχος της κατασυκοφάντησής μου δεν επετεύχθη, οι αόρατοι «πληροφοριοδότες» φρόντισαν να επαναφέρουν στη δημοσιότητα την υπόθεση αυτή κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, ώστε να πάρει τις επικοινωνιακές διαστάσεις που επιθυμούσαν.
Είναι προφανές ότι όταν ο ενδιαφερόμενος που υφίσταται παραβίαση του ασύλου της κατοικίας του δεν μπορεί να πάρει πληροφορίες δικογραφίας, οι οποίες όμως δίνονται για κατασυκοφάντησή του στον Βαξεβάνη, η έννοια του κράτους δικαίου δέχεται συνεχή πλήγματα, με αρχικά θύματα τα ανθρώπινα δικαιώματα, την προστασία των προσωπικών δεδομένων, το τεκμήριο της αθωότητας και τις πάσης φύσεως εμπιστευτικές και απόρρητες εκ του νόμου διαδικασίες.
Πρόσφατα, και πάλι μέσω του Τύπου, πληροφορήθηκα ότι ελέγχομαι για δήθεν φοροδιαφυγή επειδή προέκυψαν από τους τραπεζικούς μου λογαριασμούς «πιστώσεις» 200 εκατ. ευρώ που έχρηζαν τεκμηρίωσης, δηλαδή αντί βάσει του τεκμηρίου αθωότητας να κληθώ να τις τεκμηριώσω και εν συνεχεία αν συνέτρεχε λόγος να μου απαγγελθεί κατηγορία περί φοροδιαφυγής, η Δικαιοσύνη λειτούργησε με το τεκμήριο ενοχής (!) όπου έπρεπε να αποδείξω ότι δεν είμαι «ένοχος» και φυσικά και πάλι στόχος ήταν η δημόσια κατασυκοφάντησή μου. Επί της ουσίας αυτής της υπόθεσης ήδη έχω υποβάλει τεκμηρίωση για «πιστώσεις» 415.852.188,60 εκατ. ευρώ και έχω ζητήσει την άμεση περαίωση της προκαταρκτικής και την αποδέσμευση των τραπεζικών μου λογαριασμών.
Τέλος, χωρίς να έχω καμία επίσημη ενημέρωση, και πάλι μέσω του Τύπου πληροφορήθηκα την Παρασκευή 22 Ιουλίου ότι «ανασύρθηκαν» εκ του αρχείου δύο δικογραφίες που αφορούν τη ΛΑΪΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ και θα επανεξετασθούν, χωρίς να γνωρίζω σε ποια επιμέρους θέματά τους, λόγω «νέων» στοιχείων που προέκυψαν από αναφορές των πολιτικών Τσιρώνη και Σηφουνάκη, οι οποίοι είναι αντίδικοί μου και με αποφάσεις δικαστηρίων συκοφάντες, είναι αδύνατον δε να κατέχουν «νέα» στοιχεία, μάλιστα ο Τσιρώνης έχει καταθέσει και ως μάρτυρας στη δικογραφία που αρχειοθετήθηκε!
Φυσικά δεν εκπλήσσομαι αφού την ανάσυρση είχαν προαναγγείλει τόσον ο κ. Βερύκιος στο ΕΘΝΟΣ στις 14 Φεβρουαρίου 2016, μέσα στις ενέργειες που ήθελε ο κ. Παπαγγελόπουλος να κάνει ο νέος Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου που θα επελέγετο, όσον και ο Βαξεβάνης σε διάφορα δημοσιεύματά του αλλά και εν δικαστηρίω στο Εφετείο που είναι κατηγορούμενος (με πρωτόδικη ποινή φυλάκισης 26 μηνών) στις 20 Ιουλίου, δηλαδή δύο μέρες προ της υποτιθέμενης ανάσυρσης!
Επί της ουσίας τρεις(!) φορές έχουν ανασυρθεί υποθέσεις της ΛΑΪΚΗΣ από το αρχείο και αναζητείται ακόμη ο Εισαγγελέας που επί των ιδίων στοιχείων θα καταλήξει σε διαφορετική δικανική κρίση.
Συμπερασματικά, όλες οι έρευνες και οι προκαταρκτικές εξετάσεις είναι καλοδεχούμενες σε ένα κράτος δικαίου. Για το εάν όμως όλα τα ανωτέρω που ανέφερα, και κυρίως η δημοσιότητα που δίνεται με παράνομες διαρροές απορρητων και εμπιστευτικών διαδικασιών, παραπέμπουν σε κράτος δικαίου, ο καθένας ας βγάλει τα συμπεράσματά του.
Τα συμπεράσματά της θα βγάλει τελικώς και η Ελληνική Δικαιοσύνη, που υπενθυμίζω ότι υπόκειται και στον έλεγχο των Ευρωπαϊκών Δικαστηρίων».