Στο Συμβούλιο της Επικρατείας εκδικάστηκε νέα υπόθεση με παρόμοια χαρακτηριστικά της απόφασης που αφορούσε τον Μιχάλη Χατζηγιάννη. Το Συμβούλιο της Επικρατείας, μετά τη δικαίωση του Μιχάλη Χατζηγιάννη για το πρόστιμο των τεσσάρων και πλέον εκατομμυρίων ευρώ που του έχει επιβληθεί σχετικά με τα εμβάσματα που είχε στείλει στην Κύπρο, τη διετία 2010-2011, εξέδωσε νέα απόφαση με το ίδιο νομικό σκεπτικό που όμως αυτή τη φορά αφορούσε φορολογούμενο σε βάρος του οποίου είχε καταλογιστεί φόρος και προσαυξήσεις ύψους 2.221.000 ευρώ.
Ο φορολογούμενος επικαλέστηκε ενώπιον του ελέγχου ότι τα χρήματα προήλθαν από την πώληση ακινήτου της μητέρας του και ότι τα χρήματα κατατέθηκαν σε κοινό λογαριασμό από τον οποίο εστάλησαν και τα επίμαχα εμβάσματα, προσκομίζοντας μάλιστα όλα τα απαραίτητα έγγραφα.
Ο έλεγχος θεώρησε ότι με τα προσκομισθέντα έγγραφα δεν προστέθηκαν νέα στοιχεία και, εμμένοντας στην αρχική του άποψη, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, εν προκειμένω διαπιστώθηκε προσαύξηση της περιουσίας του αναιρεσίβλητου από τα ποσά των εμβασμάτων στο εξωτερικό που δεν καλύπτονται από τις δηλώσεις, τα έγγραφα και τα δικαιολογητικά που είχε στη διάθεσή του ο έλεγχος, κατά 221.000 ευρώ στη χρήση 2009 και κατά 2.600.000 ευρώ στη χρήση 2010 και ότι τα ανωτέρω ποσά θα έπρεπε, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 15 του ν. 3888/2010, να φορολογηθούν ως εισόδημα από υπηρεσίες ελευθερίων επαγγελμάτων της παραγράφου 3 του άρθρου 48 του ν. 2238/1994.
Το εφετείο
Ο φορολογούμενος μετά τη διαδικασία της ενδικοφανούς προσφυγής —η οποία απορρίφθηκε σιωπηρώς— προσέφυγε στο εφετείο, το οποίο έκρινε ότι τα εμβάσματα που έγιναν το 2009 (221.000 ευρώ) και στις 26.3.2010 (2.000.000 ευρώ), δεν υπάγονταν σε φορολόγηση, καθώς η διάταξη του άρθρου 15 παρ. 3 του ν. 3888/2010, είχε ισχύ από 30.9.2010 και μετά. Για τα επόμενα 2 εμβάσματα (600.000 ευρώ) το εφετείο έκρινε ότι προέρχονταν καθ' ολοκληρίαν από το προϊόν εκποίησης του ακινήτου το οποίο άνηκε στην μητέρα του φορολογούμενου. Συνεπώς δικαίωσε τον φορολογούμενο για όλα τα ποσά των εμβασμάτων.
Σύμφωνα με την κρίση του εφετείου : "[...] Ενόψει όλων των ανωτέρω, μη νόμιμα ο έλεγχος υπήγαγε σε φορολόγηση, ως εισόδημα από υπηρεσίες ελευθερίων επαγγελμάτων της παρ. 3 του άρθρου 48 του ν. 2238/1994, κατ' εφαρμογήν της παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 3888/2010, το ως άνω συνολικό ποσό εμβασμάτων, ύψους 2.821.000 ευρώ, θεωρώντας ότι μέσω της μεταφοράς αυτής χρημάτων στο εξωτερικό επήλθε προσαύξηση της περιουσίας του [αναιρεσίβλητου] από άγνωστη πηγή, επιβάλλοντας επ' αυτού και έκτακτη εισφορά (για το οικ. έτος 2010) και εισφορά αλληλεγγύης (για το οικ. έτος 2011), κατά το βάσιμο σχετικό λόγο της προσφυγής [...]".
Η απόφαση του Σ.τ.Ε.
Το Δημόσιο προσέφυγε κατά της απόφασης του εφετείου και η υπόθεση εκδικάστηκε στο Σ.τ.Ε. (ΣτΕ 1897/2016) το οποίο αφού περιέγραψε το ιστορικό της υπόθεσης και επικαλούμενο επίσης τα προδικαστικά ερωτήματα στα οποία απάντησε η γνωστή απόφαση ΣτΕ 884/2016*, έκρινε ότι η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί για νέα κρίση στο δικαστήριο, αφενός, γιατί το εφετείο προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της διάταξης του εδαφίου β' της παραγράφου 3 του άρθρου 48 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 15 παρ. 3 του ν. 3888/2010, υπολαμβάνοντας ότι η εν λόγω διάταξη δεν εφαρμόζεται για προσαύξηση περιουσίας, όπως η επίδικη (κατά το προαναφερόμενο τμήμα της των 2.221.000 ευρώ), η οποία προέκυψε πριν από την 30.9.2010, αφετέρου, γιατί η πηγή ή αιτία των σχετικών ποσών τραπεζικών καταθέσεων, συνολικού ύψους 2.221.000 ευρώ, δεν ταυτοποιήθηκε από τη φορολογική αρχή ούτε, άλλωστε, από το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο.
Η ουσία
Από την μελέτη της απόφασης προκύπτει ότι το ποσό των εμβασμάτων του εν λόγω φορολογούμενου προέρχεται από την πώληση του ακινήτου της μητέρας του και ενδεχομένως να δικαιολογείται νόμιμα. Αυτό όμως είναι κάτι που πρέπει να ερευνήσει το Διοικητικό εφετείο μετά και την απόφαση του Σ.τ.Ε.. Ωστόσο, η ουσία της απόφασης έγκειται στο ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας επικαλείται για μια ακόμη φορά το σκεπτικό της πιλοτικής δίκης (ΣτΕ 884/2016, σκέψη 6 περίπτωση β'), σύμφωνα με την οποία η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 3888/2010 (προσαύξηση περιουσία από άγνωστη πηγή η αιτία λογίζεται ως φορολογητέο εισόδημα από ελευθέριο επάγγελμα) εφαρμόζεται και σε υποθέσεις πριν την 30.9.2010 (εφόσον βέβαια δεν έχει παρέλθει ο προβλεπόμενος στην κείμενη νομοθεσία χρόνος παραγραφής της εξουσίας του Δημοσίου για καταλογισμό φόρου).
* "(α) Κατά την αρκούντως σαφή και προβλέψιμη έννοια της διάταξης (του εδαφίου α') της παραγράφου 3 του άρθρου 48 του ΚΦΕ (όπως η παράγραφος αυτή ίσχυε πριν από την προσθήκη σε αυτήν εδαφίου β' με το άρθρο 15 παρ. 3 του ν. 3888/2010), ερμηνευόμενης σε συνδυασμό, αφενός, με τις διατάξεις του άρθρου 66 (παρ. 1) του ίδιου νόμου και ήδη των άρθρων 14 (παρ. 1), 15 (παρ. 3) και 27 (παρ. 1) του ν. 4174/2013 και, αφετέρου, με τον κανόνα περί δυνατότητας έμμεσης απόδειξης ύπαρξης μη δηλωθέντος φορολογητέου εισοδήματος και αντίστοιχης φορολογικής παράβασης, ποσό τραπεζικού λογαριασμού και αντίστοιχου εμβάσματος μπορεί να λογισθεί και να φορολογηθεί ως εισόδημα από ελευθέριο επάγγελμα του δικαιούχου του λογαριασμού και χορηγήσαντος την εντολή διενέργειας του εμβάσματος, εφόσον δεν καλύπτεται από τα δηλωθέντα εισοδήματά του ούτε από άλλη συγκεκριμένη και αρκούντως τεκμηριωμένη, ενόψει των συνθηκών, πηγή ή αιτία, την οποία είτε αυτός επικαλείται, κατόπιν κλήσης του από τη Διοίκηση για παροχή σχετικών πληροφοριών ή προηγούμενη ακρόαση, είτε εντοπίζει η φορολογική αρχή, στο πλαίσιο της λήψης των προβλεπόμενων στο νόμο, αναγκαίων, κατάλληλων και εύλογων μέτρων ελέγχου,
(β) Η προστεθείσα με το άρθρο 15 παρ. 3 του ν. 3888/2010 διάταξη του εδαφίου β' της παραγράφου 3 του άρθρου 48 του ν. 2238/1994 έχει την έννοια ότι εφαρμόζεται, κατ' αρχήν (εφόσον, βέβαια, δεν έχει παρέλθει ο προβλεπόμενος στην κείμενη νομοθεσία χρόνος παραγραφής της εξουσίας του Δημοσίου για καταλογισμό του φόρου), και σε υπόθεση στην οποία η επίμαχη περιουσιακή προσαύξηση (κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό), άγνωστης πηγής ή αιτίας, που λογίζεται ως φορολογητέο εισόδημα από ελευθέριο επάγγελμα, προκύπτει σε χρόνο προγενέστερο της 30.9.2010, η έννοια δε αυτή δεν δημιουργεί ζήτημα αντίθεσης της διάταξης προς την παράγραφο 2 του άρθρου 78 του Συντάγματος ούτε προς τη θεμελιώδη αρχή της ασφάλειας δικαίου. "
Πηγή: Taxheaven