Ορατή χαρακτήρισε την προοπτική εξόδου από την κρίση ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος ωστόσο, έθεσε ως βασική προϋπόθεση για την ανάκαμψη της οικονομίας, την έγκαιρη ολοκλήρωση της β' αξιολόγησης και την τήρηση του χρονοδιαγράμματος των μεταρρυθμίσεων.
Από το βήμα του 27ου συνεδρίου του Ελληνο-αμερικανικού Επιμελητηρίου, εξήγησε ότι οι τελευταίες θετικές εξελίξεις στην οικονομία, αναμένεται να οδηγήσουν σε επιτάχυνση της επιστροφής των καταθέσεων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, επιτρέποντας την περαιτέρω χαλάρωση των κεφαλαιακών περιορισμών.
Μάλιστα, έσπευσε να σημειώσει ότι το παραπάνω, σε συνδυασμό με την αποτελεσματικότερη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, θα συμβάλλει στη μείωση του κόστους δανεισμού και στη διεύρυνση της πιστοδοτικής ικανότητας των τραπεζών.
Όσον αφορά την πορεία της οικονομίας, ο κ. Στουρνάρας ανέφερε ότι οι προβλέψεις της ΤτΕ δείχνουν ανάκαμψη της δραστηριότητας, η οποία ξεκινάει από το β’ εξάμηνο του 2017 και ισχυροποιείται το 2017, χάρη στην αύξηση των επενδύσεων, της κατανάλωσης και των εξαγωγών.
Στο «μέτωπο» του πληθωρισμού, εκτίμησε ότι από το τέλος του 2016 και μετέπειτα, αναμένεται να κινηθεί σε θετικό έδαφος αντανακλώντας τις αυξήσεις των έμμεσων φόρων, τη σταθεροποίηση της τιμής του πετρελαίου αλλά και τη σταδιακή άνοδο της εγχώριας ζήτησης.
Σχετικά με την αγορά εργασίας, εξέφρασε την πεποίθηση ότι η τάση αποκλιμάκωσης της ανεργίας θα συνεχιστεί και το 2017, υποβοηθούμενη από την επιστροφή της οικονομίας σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, τη σταθεροποίηση του οικονομικού κλίματος αλλά και τις ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο ίδιος ξεκαθάρισε ότι βασική προϋπόθεση για τη βελτίωση των προοπτικών της οικονομίας αποτελεί η ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης μέσα στον επόμενο μήνα και η υλοποίηση του χρονοδιαγράμματος του προγράμματος μεταρρυθμίσεων.
Όσον αφορά τους ελλοχεύοντες κινδύνους, ο βασικότερος εξ αυτών συνίσταται, σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, στην αποτυχία επίτευξης συμφωνίας για τη β’ αξιολόγηση και στις τυχόν καθυστερήσεις στην εφαρμογή του προγράμματος.
Παράλληλα, προειδοποίησε ότι μία ενδεχόμενη αναβολή των αποφάσεων για τα μέτρα διασφάλισης της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους, θα αποτελούσε τροχοπέδη για τη βελτίωση των οικονομικών και επενδυτικών προοπτικών της χώρας.
Αυτό, εξήγησε, θα εξασθενούσε τις προοπτικές διατηρήσιμης πρόσβασης του ελληνικού δημοσίου και των ελληνικών επιχειρήσεων στις διεθνείς αγορές χρήματος κεφαλαίου, και κατ’ επέκταση, τις προοπτικές οριστικής εξόδου από την κρίση.
Κινδύνους εντόπισε και στο εξωτερικό περιβάλλον και συγκεκριμένα, στην πορεία της παγκόσμιας οικονομίας, στην ανάκαμψη του διεθνούς εμπορίου και στις γεωπολιτικές προκλήσεις. Ειδική μνεία έκανε και στην άνοδο του λαϊκισμού - ευρωσκεπτικισμού, όπως επίσης και στο ενδεχόμενο επιδείνωσης της προσφυγικής κρίσης.
«Αυτοί οι κίνδυνοι θα μπορούσαν να επιβραδύνουν την ανάκαμψη της οικονομίας, αφενός μέσω αρνητικών επιπτώσεων στον τουρισμό και το εμπόριο, και αφετέρου μέσω της βραδύτερης του αναμενομένου, αποκλιμάκωσης των αποδόσεων των ελληνικών κρατικών ομολόγων» κατέληξε ο κ. Στουρνάρας.