Την πεποίθηση ότι προτάσεις για νέα μέτρα στην ελληνική οικονομία και μάλιστα για την περίοδο μετά το 2018, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές, ενώ δημιουργούν και ερωτήματα ως προς τις πραγματικές προθέσεις όσων τις διατυπώνουν «στον συγκεκριμένο χρόνο και με τον συγκεκριμένο τρόπο», εξέφρασε σήμερα, από τη Θεσσαλονίκη, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Ιωάννης Δραγασάκης, επισημαίνοντας ότι μοναδική πηγή αβεβαιότητας είναι οι αποκλίνουσες στρατηγικές μεταξύ των δανειστών.
Ο ίδιος δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο στοχευμένων φοροελαφρύνσεων υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όπως η συνέχιση της βελτίωσης της εισπραξιμότητας του ΦΠΑ, ίσως και από το 2017.
Μιλώντας σε γεύμα εργασίας του Συνδέσμου Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος (ΣΕΒΕ), ο κ. Δραγασάκης τόνισε, πως όλα τα στοιχεία πιστοποιούν ότι η έξοδος από την ύφεση δεν συνιστά πλέον πρόβλεψη, αλλά γεγονός, διαψεύδοντας την καταστροφολογία.
«Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης και η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, θα επιτρέψει τη δοκιμαστική έξοδο στις αγορές, γεγονός που θα οδηγήσει σε μείωση των επιτοκίων δανεισμού, όχι μόνο για το κράτος, αλλά και για τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις. Υπό τις συνθήκες αυτές, οι ρυθμοί ανάπτυξης για το 2017 και το 2018 θα επιταχυνθούν σημαντικά και οι δημοσιονομικοί στόχοι θα επιτευχθούν χωρίς πρόσθετα μέτρα.
Οι προϋποθέσεις λοιπόν για την έγκαιρη και επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος υπάρχουν και είναι ισχυρές», είπε χαρακτηριστικά.
Απευθυνόμενος στον πρόεδρο του ΣΕΒΕ, δρα Κυριάκο Λουφάκη, ο οποίος επισήμανε ότι η υπερφορολόγηση απειλεί τη βιωσιμότητα των όποιων υγιών επιχειρήσεων έχουν απομείνει, ο κ. Δραγασάκης επισήμανε: «Αναγνωρίζουμε ότι υπάρχει θέμα στοχευμένων και δίκαιων φοροελαφρύνσεων, αλλά αν επιχειρήσουμε να λύσουμε αυτό το θέμα μειώνοντας περαιτέρω τις δημόσιες δαπάνες, θα ξαναμπούμε σε έναν φαύλο κύκλο υφεσιακό».
Όπως είπε, τέτοιου είδους φοροελαφρύνσεις μπορούν να επιτευχθούν μόνο δια μέσου τριών κινήσεων: της επιτάχυνσης της ανάπτυξης, της βελτίωσης της εισπραξιμότητας του ΦΠΑ και της διασφάλισης -στο πλαίσιο της συμφωνίας για τα πλεονάσματα μετά το 2018- ότι ένα μέρος θα μπορούσε να επιστρέφεται με τη μορφή ενίσχυσης στις εξωστρεφείς επιχειρήσεις.
Ο κ. Δραγασάκης, επισήμανε πάντως, ότι η βελτίωση των οικονομικών δεικτών δεν συνεπάγεται την αυτόματη αντανάκλασή της στην κοινωνία. «Η βαθιά ύφεση που δημιούργησαν ή επέτειναν οι πολιτικές του πρώτου και δεύτερου μνημονίου, έχει αφήσει μεγάλα κοινωνικά τραύματα και η δημοσιονομική προσαρμογή έγινε με βαρύ κοινωνικό κόστος.
Η στήριξη της κοινωνίας [...] συνιστά προτεραιότητα για την κυβέρνηση και σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και οι πρόσφατες ανακοινώσεις του πρωθυπουργού (σσ για τους χαμηλοσυνταξιούχους).
Πρόκειται για κυριαρχικό δικαίωμα της χώρας, απόλυτα συμβατό με τη συμφωνία, καθώς αφορά υπεραπόδοση εσόδων από αυξημένη εισπραξιμότητα ΦΠΑ και πάταξη φοροδιαφυγής - γι' αυτό και η διάθεσή τους έπρεπε να γίνει εντός του 2016», σημείωσε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης.
Όπως είπε, η απόφαση αυτή δεν θέτει σε αμφισβήτηση την επίτευξη του συμφωνημένου στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα. «Οι αποφάσεις αυτές δεν έχουν καμία σχέση με εκλογές ή προεκλογικούς σχεδιασμούς. Αποτελούν ουσιώδη πλευρά της στρατηγικής της κυβέρνησης για την έξοδο από την κρίση με την κοινωνία όρθια» υπογράμμισε.
Περιγράφοντας την πηγή της χρηματοδότησης αυτής, είπε: «Επιτρέψτε μου, πριν απαντήσω, να αποκαλύψω στο σημείο αυτό, μια πτυχή των διαπραγματεύσεων, που ενδεχομένως δεν είναι γνωστή. Όταν τον Μάιο - Ιούνιο του 2015 μας προτάθηκε πιεστικά η αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ στην εστίαση, τα νησιά κτλ, εμείς αντιπροτείναμε αντί αυτής να καλύψουμε το δημοσιονομικό κενό εξασφαλίζοντας τα αναγκαία έσοδα από τη βελτίωση της εισπραξιμότητας του ΦΠΑ και τη μείωση της φοροδιαφυγής γενικότερα.
Δυστυχώς, οι αξιωματούχοι των δανειστών δεν δέχονταν ως αξιόπιστα τα έσοδα από τις πηγές αυτές, όμως δεν είχαν αντίρρηση να το επιχειρήσουμε και με τα έσοδα αυτά να ικανοποιήσουμε ανάγκες πέραν των συμφωνημένων.
Κι αυτό ακριβώς έγινε [...] Ένα μέρος από τα έσοδα αυτά χρησιμοποιήθηκε για την έκτακτη ενίσχυση των χαμηλοσυνταξιούχων κι ένα άλλο σημαντικό μέρος έχει κρατηθεί ως απόθεμα ασφαλείας. Εννοείται, πως από την ίδια πηγή μπορούν να χρηματοδοτηθούν στο μέλλον και άλλες ανάγκες, όπως οι στοχευμένες φορολογικές ελαφρύνσεις, εφόσον -όπως εκτιμούμε- η βελτίωση της εισπραξιμότητας του ΦΠΑ θα συνεχιστεί και θα παγιωθεί μετά και από την ψήφιση του νόμου για την επέκταση των ηλεκτρονικών συναλλαγών», σημείωσε.
Συμπλήρωσε, ότι για να καταστούν διατηρήσιμες οι όποιες θετικές αλλαγές και για να αποβούν προς όφελος της κοινωνίας, αυτές πρέπει να ενταχθούν σε ένα σχέδιο μετασχηματισμού της οικονομίας που να οδηγεί σε ένα νέο παραγωγικό υπόδειγμα.
«Από την άποψη αυτή συμφωνούμε με τις προτάσεις του ΣΕΒΕ για ενίσχυση της παραγωγικής βάσης σε διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά, ως έναν από τους πυλώνες του υπό διαμόρφωση νέου παραγωγικού υποδείγματος.
Όμως, για να είναι διατηρήσιμο και βιώσιμο το νέο υπόδειγμα, πρέπει τα παραγόμενα αγαθά να ενσωματώνουν περισσότερη γνώση και έρευνα και να περιέχουν υψηλή προστιθέμενη αξία», κατέληξε.