Ανησυχία στο προσωπικό και όχι μόνο του hotspot της ΒΙ.ΑΛ. στο χωριό του Χαλκειούς, προκαλούν τα συνεχή κρούσματα ψώρας που καταγράφονται ανάμεσα στους πρόσφυγες και τους μετανάστες, που διαμένουν στη συγκεκριμένη δομή φιλοξενίας.
Όπως σημειώνουν πηγές από το hotspot στο politischios τα πρώτα κρούσματα ψώρας εμφανίστηκαν τον περασμένο Μάρτιο στη ΒΙ.ΑΛ. όμως έκτοτε χάρη στην άμεση παρέμβαση του προσωπικού και των Μ.Κ.Ο. αντιμετωπίστηκαν άμεσα.
Tον τελευταίο μήνα η ψώρα έκανε και πάλι την επανεμφάνισή της στο hotspot προκαλώντας ανησυχία κυρίως γιατί τα κρούσματα είναι αρκετά σε σχέση με πέρυσι φθάνοντας περίπου τα 30.
"Δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε ακριβώς τον αριθμό των μεταναστών που έχουν προσβληθεί από την ψώρα αλλά σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας αυτό κυμαίνεται γύρω στα 30 άτομα. Είναι γεγονός ότι όλο αυτό έρχεται ως αποτέλεσμα των συνθηκών διαβίωσης των μεταναστών στη ΒΙ.ΑΛ., όμως το προσωπικό και ιδιαίτερα οι γιατροί προσπαθούν να αντιμετωπίσουν άμεσα το κάθε περιστατικό", ανέφεραν πηγές από τη ΒΙ.ΑΛ.
Οι ίδιες πηγές κατέρριψαν και τους αριθμούς που διαδίδονται ότι δηλαδή τα κρούσματα υπερβαίνουν τα 100, λέγοντας ότι ναι μεν υπάρχει πρόβλημα όμως όχι στη διάσταση που μεταδίδεται από στόμα σε στόμα.
Ερωτώμενη για την εμπλοκή του Σκυλίτσειου Νοσοκομείου της Χίου, η εκτελούσα χρέη διοικητή Ελένη Βουτιέρου επεσήμανε ότι από πέρυσι οπότε κι εκδηλώθηκαν τα πρώτα κρούσματα το Νοσοκομείο, δεν έχει ασχοληθεί με τέτοιου είδους περιστατικό, μη αποκλείοντας όμως το γεγονός να υπάρχουν ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία στο hotspot.
Σύμφωνα με το ΚΕΕΛΠΝΟ η ψώρα είναι παρασίτωση του δέρµατος που προκαλείται από το άκαρι της ψώρας. Το χαρακτηριστικό σύµπτωµα είναι η έντονη φαγούρα, ιδιαίτερα κατά τις νυχτερινές ώρες.
Η νόσος έχει παγκόσµια εξάπλωση και προσβάλλει ανθρώπους όλων των φυλών και κοινωνικών οµάδων. Μπορεί να µεταδοθεί εύκολα σε συνθήκες συνωστισµού, όπου υπάρχει στενή επαφή. Από τη στιγµή της µόλυνσης µέχρι την εµφάνιση του κνησµού µεσολαβούν 2-6 εβδοµάδες, ενώ αν πρόκειται για επαναµόλυνση, ο κνησµός εµφανίζεται συντοµότερα, εντός 1-4 ηµερών.
Η περίοδος µεταδοτικότητας διαρκεί από τη στιγµή της µόλυνσης µέχρι την καταστροφή των ενηλίκων παρασίτων και αυγών, συνήθως 24 ώρες µετά την εφαρµογή της πρώτης θεραπείας. Η θεραπεία γίνεται συνήθως µε τοπική επάλειψη παρασιτοκτόνων σκευασµάτων.