Ο πρώην υπουργός Τάσος Γιαννίτσης εξέφρασε την άποψη ότι «το ασφαλιστικό σύστημα που ισχύει αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα είναι υπό διάλυση».
Μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό Αθήνα 9.84 δήλωσε: «Το σύστημα που έχουμε είναι υπό διάλυση, υπό αμφισβήτηση από όλα τα στρώματα της κοινωνίας. Κανείς που πληρώνει σήμερα δεν πιστεύει ότι σε 20-30 χρόνια θα πάρει κάτι που αναλογεί στις εισφορές του. Το διανεμητικό και κεφαλαιοποιητικό σύστημα, αν λειτουργούν υπό νορμάλ συνθήκες,δεν έχουν σοβαρές διαφορές. Όμως, δεν είναι νορμάλ οι συνθήκες που ζούμε. Εάν το ασφαλιστικό λειτουργεί με αβεβαιότητα, όποιος μπορεί δεν πληρώνει, δεν δηλώνει εισοδήματα, επομένως, τινάζονται στον αέρα και τα φορολογικά και η ισορροπία πληρωμών-δαπανών στο ασφαλιστικό σύστημα»,
Όπως είχε τονίσει νωρίτερα, «το να πάμε σε ένα μεικτό σύστημα που θα έχει διανεμητικό και με μορφές κεφαλαιοποιητικού είναι σημαντικό, για να ξεφύγει κανείς από τον φόβο που υπάρχει σήμερα, διότι η κάθε γενιά πλέον δεν μπορεί να εξασφαλίσει ότι θα αποκαταστήσει στη προηγούμενη γενιά αυτά που έδωσε εκείνη για τη προ-προηγούμενη».
Στην ερώτηση «μέχρι πότε οι κυβερνήσεις μπορούν να αναβάλλουν τη ριζική λύση του ασφαλιστικού», ο κ. Γιαννίτσης δήλωσε ότι «οι κυβερνήσεις μπορούν αυτό να το κάνουν αέναα και αυτό έχει γίνει έως τώρα με καταστροφικές επιπτώσεις. Με κριτήρια συλλογικού συμφέροντος, το «μέχρι πότε» υποκρύπτει ουσιαστικά μία ουτοπική αισιοδοξία… Μέχρι ποτέ, τώρα πρέπει να γίνει κάτι το οποίο είναι και αμφίβολο, όταν έχει γίνει τόσο μεγάλο μπέρδεμα».
«Στην ουσία μπορεί να δούμε να κινείται το ασφαλιστικό για πάρα πολλά χρόνια με τον τρόπο που κινείται τώρα και η λύση να είναι να κοπούν ακόμη περισσότερο οι συντάξεις προκειμένου να ισορροπήσουμε αριθμητικά. Το ζητούμενο όμως είναι η ισορροπία του ασφαλιστικού σε συνθήκες σταθερότητας ή συνεχούς βελτίωσης. Το ασφαλιστικό και τα ελλείμματά του έπαιξαν τεράστιο ρόλο για το πως φτάσαμε στην κρίση. Η αύξηση του χρέους από το 2000 έως το 2009 που φτάσαμε από τα 160 στα 300 δισ. το 80% των 140 δισ. ήταν τα ελλείμματα του ασφαλιστικού».
«Είναι περίπου όλοι. Πρέπει κανείς να δει διάφορες διακρίσεις, αν δεν θέλει κάποιος να μείνει στα στερεότυπα και στα σλόγκαν ότι: «οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι». Υπάρχει πολύ μεγάλη απόσταση από αυτό. Σε όρους εισοδήματος όλοι είναι χαμένοι και κυρίως τα μεσαία και υψηλότερα στρώματα πριν την κρίση. Τα μεσαία στρώματα γεμίζουν ουσιαστικά τις φτωχές κοινωνικές κατηγορίες».
«Δεν είναι μόνο το εισόδημα έχουμε και τους κοινωνικούς όρους που αφορούν αυτούς που είναι πολύ χαμηλά σήμερα! Η φτώχεια κατοικοεδρεύει αλλού, σήμερα από ότι το 2007, 2008. Αγγίζει τους άνεργους, επαγγελματίες που έκλεισαν τις επιχειρήσεις τους, διάφορες κατηγορίες και όχι τους φτωχούς ,πριν από την κρίση. Πάνω από τους μισούς φτωχούς είναι καινούργιοι.
Αυξήθηκε η έκταση αλλά και η ένταση της φτώχειας δηλαδή, η απόσταση των φτωχών από το μέσο όρος της κοινωνίας είναι μεγαλύτερη και πολύ πιο σκληρή. Είναι αυτονόητο το πρόβλημα των «κάτω» αλλά και τα μεσαία και υψηλά κοινωνικά στρώματα έχουν σημασία γιατί η σταθερότητα, η αποταμίευση, οι καταθέσεις, οι επενδύσεις, η ανάπτυξη εξαρτάται από τι αντιλήψεις και επιπτώσεις έχουν υποστεί όλα τα στρώματα και όχι μόνο κάποια. Έχουμε χάσει παντού και πρέπει να ξέρουμε τι έχει γίνει σε κάθε σοβαρό επίπεδο επιπτώσεων που έχει υποστεί η κοινωνία και η οικονομία όλα αυτά τα χρόνια».