Του ΑΝΕΣΤΗ ΝΤΟΚΑ
Aνεξάρτητος φορέας (τράπεζα, αεπευ, ελεγκτική εταιρία) θα υπολογίζει την αποτίμηση της υποχρεωτικής δημόσιας πρότασης σε εισηγμένη και όχι όπως συμβαίνει σήμερα η εταιρία που υπέβαλλε την υποχρεωτική δημόσια πρόταση να υπολογίζει το τίμημα της δημόσιας πρότασης για την διαγραφή της εταιρίας από το Χρηματιστήριο. Αυτή είναι η βασική αλλαγή που φέρνει ο νέος νόμος περί δημοσίων προτάσεων που επεξεργάστηκε η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και καταθέτει την ερχόμενη Δευτέρα στον υπουργό οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο για να εισαχθεί προς ψήφιση στη Βουλή.
Με την προωθούμενη τροποποίηση τίθενται 3 προϋποθέσεις και εφόσον ισχύει μία εξ αυτών το εύλογο τίμημα της υποχρεωτικής δημόσιας πρότασης θα υπολογίζεται μετά από αποτίμηση που θα διενεργείται από τράπεζα, ΕΠΕΥ, ή ελεγκτική εταιρία που θα είναι ανεξάρτητη από την εταιρία που υποβάλλει την υποχρεωτική δημόσια πρόταση.
Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για να πραγματοποιηθεί αποτίμηση από ανεξάρτητο φορέα θα πρέπει να ισχύει μία από τις παρακάτω προϋποθέσεις:
1) Οι συναλλαγές επί των μετοχών που αποτελούν αντικείμενο της δημόσιας πρότασης είναι λιγότερες από τα 3/5 των ημερών λειτουργίας του Χρηματιστηρίου, κατά τους 6 μήνες που προηγούνται της ημερομηνίας υποβολής δημόσιας πρότασης, ή
2) Το τίμημα, με βάση τη μέθοδο υπολογισμού που ισχύει σήμερα υπολείπεται του 80% της λογιστικής αξίας ανά μετοχή, όπως αυτή προκύπτει από την εφαρμογή των ΔΠΧΠ (διεθνή πρότυπα χρηματοοικονομικής πληροφόρησης), με βάση τα στοιχεία του μέσου όρου των τελευταίων δύο δημοσιευμένων οικονομικών χρήσεων ή
3) Έχουν επιβληθεί κυρώσεις από το ΔΣ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για χειραγώγηση επί των μετοχών που αποτελούν αντικείμενο της δημόσιας πρότασης, εντός 12 μηνών πριν από την ημερομηνία κατά την οποία ο προτείνων κατέστη υπόχρεος να υποβάλει δημόσια πρόταση. Ακόμα και η περίπτωση που υπάρχει απλώς εκκίνηση σχετικής διαδικασίας από την πλευρά της ΕΚ εμπίπτει στην προϋπόθεση αυτή.
Αυτό που σήμερα ισχύει είναι ότι το τίμημα της δημόσιας πρότασης δεν μπορεί να είναι κατώτερο: α) από τη μέση χρηματιστηριακή τιμή της κινητής αξίας, που αποτελεί αντικείμενο της υποχρεωτικής δημόσιας πρότασης, κατά τους 6 μήνες που προηγούνται της ημερομηνίας κατά την οποία ο προτείνων κατέστη υπόχρεος να υποβάλει δημόσια πρόταση, ούτε όμως
β) από την υψηλότερη τιμή στην οποία το υπόχρεο πρόσωπο ή κάποιο από τα πρόσωπα που ενεργούν για λογαριασμό του ή συντονισμένα με αυτό απέκτησε, κατά τους 12 μήνες που προηγούνται της ημερομηνίας κατά την οποία ο προτείνων κατέστη υπόχρεος να υποβάλει δημόσια πρόταση, κινητές αξίες που αποτελούν αντικείμενο της δημόσιας πρότασης.