Σημαντικό βήμα για την ενίσχυση της ρευστότητας αλλά και την επανάκτηση της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, χαρακτήρισε τη συμφωνία για ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Δημήτρης Παπαδημητρίου.
Μιλώντας στο συνέδριο του Economist, ο υπουργός σημείωσε ότι η συμφωνία, πέρα από τη δημιουργία των προϋποθέσεων για την έξοδο της χώρας στις αγορές, ακόμη και χωρίς την ένταξη στο QE, προβλέπει και τη δημιουργία Αναπτυξιακής Τράπεζας, η οποία θα αναλάβει το συντονισμό των επενδύσεων και τη χρηματοδότηση των παραγωγικών δραστηριοτήτων.
Σύμφωνα με τον κ. Παπαδημητρίου τα στοιχεία για την ανάπτυξη της οικονομίας που απορρέουν από το πρώτο τρίμηνο του έτους είναι θετικά, καθώς καταγράφεται αύξηση των εξαγωγών, της βιομηχανικής παραγωγής, υπάρχει δυναμική άνοδος του τουρισμού, αλλά και των άμεσων ξένων επενδύσεων.
Ο κ. Παπαδημητρίου, αναφέρθηκε και στις αναπτυξιακές δυνατότητες που παρέχονται μέσω από την αξιοποίηση των κονδυλίων του νέου ΕΣΠΑ και του αναπτυξιακού νόμου, ενώ υπογράμμισε και τη συμβολή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης στη διοχέτευση πόρων στην πραγματική οικονομία.
Αναφορά έκανε και στον τομέα των μεταρρυθμίσεων, υπογραμμίζοντας την πρόθεση της κυβέρνησης για την επιτάχυνση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων, καθώς και τη λήψη μέτρων αναδιάρθρωσης των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών.
Σημείωσε, ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει στην υλοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, που έχουν ως στόχο τη δημιουργία ενός νέου παραγωγικού προτύπου βασισμένου στην οικονομία της γνώσης και την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Τέλος, εξέφρασε την αισιοδοξία του ότι η οικονομική ανάκαμψη θα ενταθεί στο επόμενο διάστημα, λόγω της ανάκαμψης των επενδύσεων (θα πρέπει να καλυφθούν οι ανάγκες επιχειρήσεων για εξοπλισμό που έχουν αγνοηθεί επί χρόνια), των προοπτικών της ψηφιακής οικονομίας, του υψηλής εξειδίκευσης ανθρώπινου δυναμικού σε συνδυασμό με τη μείωση του εργατικού κόστους, των κεφαλαίων από ΕΤΕπ και EBRD που εισρέουν στη χώρα, της αύξησης των ξένων άμεσων επενδύσεων στη χώρα αλλά και των προοπτικών για προσέλκυση νέων επενδύσεων από τον ιδιωτικό τομέα.