Την άποψη ότι το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ είναι σχετικά απίθανο και παραμένει χαμηλότερο σε σχέση με το 2012, διατυπώνει ο οίκος αξιολόγησης Moody’s σε σημερινή του ανάλυση, στην οποία εστιάζει στο ρίσκο που δημιουργούν οι πρόωρες εκλογές και η πολιτική αναταραχή στην Ελλάδα. Ο οίκος αξιολόγησης σημειώνει πως το υψηλότερο ρίσκο εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη μπορεί να έχει αρνητικές πιστωτικές επιπτώσεις στα άλλα κράτη-μέλη της ευρωζώνης, παρά το ότι ο κίνδυνος μετάδοσης παραμένει σημαντικά χαμηλότερος σε σχέση με το αποκορύφωμα της κρίσης το 2012. Η Moody’s αναφέρει πως οι εκλογές στις 25 Ιανουαρίου έχουν αναζωπυρώσει την ανησυχία για μια πιθανή έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, δεδομένου ότι στις δημοσκοπήσεις προηγείται ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος έχει ταχθεί υπέρ της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους που κατέχουν τα κράτη της ευρωζώνης.
«Οι κυβερνήσεις των κρατών της ζώνης του ευρώ είναι πιθανό να απορρίψουν ένα τέτοιο αίτημα, εν μέρει λόγω του ότι μπορεί να οδηγήσει σε παρόμοια αιτήματα από άλλες εξίσου χρεωμένες χώρες», σημειώνεται στην έκθεση. Σύμφωνα με τον Κόλιν Έλλις, επικεφαλής credit officer της Moody’s, «μια έξοδος από τη νομισματική ένωση θα ήταν καθοριστική στιγμή για το ευρώ, καθώς θα έδειχνε πως η νομισματική ένωση είναι διαιρέσιμη και όχι μη αναστρέψιμη».
Πάντως ο ίδιος αναγνωρίζει πως αν και μια έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα προκαλούσε πιθανότατα νέα ύφεση στην εναπομείνασα ευρωζώνη, η πιστωτική επίδραση θα ήταν μάλλον λιγότερο έντονη σε σχέση με το 2012, καθώς το ρίσκο μετάδοσης έχει μειωθεί σημαντικά και υπάρχουν ισχυρότερα εργαλεία για να περιορίσουν τη ζημιά από ένα τέτοιο γεγονός. Αναφερόμενος ενδεικτικά στους παράγοντες που θα περιόριζαν την πιστωτική επίπτωση που θα είχε μια έξοδος της Ελλάδας στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ο Έλλις εστίασε στους πιο αδύναμους διασυνοριακούς δεσμούς μεταξύ των ευρωπαϊκών τραπεζών, στη σημαντική μείωση της κατοχής ελληνικών κρατικών ομολόγων από τις ευρωπαϊκές τράπεζες, στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχουν εφαρμόσει αρκετές χώρες, καθώς και στα ισχυρότερα «δίχτυα ασφαλείας» που δημιουργήθηκαν μετά το πρώτο ξέσπασμα της κρίσης.