H πληροφορία περί απαγόρευσης θρησκευτικών συμβόλων σε δημόσιο οργανισμό προκάλεσε την αντίδραση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμου. Ο κ. Ιερώνυμος απέστειλε επιστολή για το θέμα στον υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Κώστα Γαβρόγλου, ρωτώντας αν απαγορεύεται η έκφραση του θρησκευτικού συναισθήματος σε δημόσιο χώρο.
Ο Αρχιεπίσκοπος ζητά επίσης από το υπουργείο Παιδείας να προστατεύει την αξία της θρησκευτικής ελευθερίας για όλους και κάνει λόγο για ανεκτική στάση των ορθοδόξων χριστιανών. Ακόμα κάνει λόγο για εμμονή εξαφάνισης ειδικά της Ορθόδοξης Εκκλησίας από τη δημόσια ζωή «ἀπό ἀνθρώπους, πού ὑποτίθεται ὅτι ἐμφοροῦνται ἀπό θρησκευτική ἀδιαφορία».
Αναλυτικά η επιστολή έχει ως εξής:
Πρός
Τόν Ἀξιότιμο
κ. Κωνσταντῖνο Γαβρόγλου
Ὑπουργό Παιδείας, Ἔρευνας
καί Θρησκευμάτων
Εἰς Ἀμαρούσιον
Ἀξιότιμε κ. Ὑπουργέ,
Ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος (Δ.Ι.Σ.) τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος κατά τήν σημερινή Της Συνεδρία ἔλαβε γνώση τῶν ἀναφορῶν δύο ὑπαλλήλων τοῦ Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π., οἱ ὁποῖες, κατόπιν τῆς ἀρνητικῆς ἀντιδράσεως τῆς Διευθύνουσας Συμβούλου, ζήτησαν ἀπό τό Διοικητικό Συμβούλιο τοῦ Ὀργανισμοῦ καί τό ἐποπτεῦον Ὑπουργεῖο σας νά τούς ἀπαντήσει, ἐάν ἀπαγορεύεται νά φέρουν τά θρησκευτικά σύμβολα τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἤ νά ἔχουν ἱερές εἰκόνες ἐπάνω στό γραφεῖο ἐργασίας τους.
Η Δ.Ι.Σ. ἀπεφάσισε τήν ἀποστολή τῆς παρούσας, προκειμένου νά δηλώσει τήν λύπη καί διαμαρτυρία Της γιά τό δυσάρεστο συμβάν σέ βάρος τῶν δικαιωμάτων ἐργαζομένων, πού εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας μας.
Προκαλοῦνται εὔλογες ἀπορίες: ἀπό τήν ἀπαγόρευση νά ὑποχρεωθεῖ κανείς νά ἀποκαλύψει, παρά τή θέλησή του, τά θρησκευτικά του φρονήματα, θά φθάσουμε στήν ἀντίστροφη ἀπαγόρευση τοῦ δικαιώματος νά καθιστᾷ ὁ καθένας ἐμφανές τό θρησκευτικό του συναίσθημα στό δημόσιο χῶρο;
Ἡ διαμαρτυρία καί ἡ λύπη μας, ὡστόσο, δέν σημαίνει ὅτι θά παρασυρθοῦμε σέ ἐπίδειξη ἐμπάθειας. Ἡ ἠθική διαφορά τοῦ μηνύματος τῆς Ἐκκλησίας ἔγκειται στό ὅτι εὔχεται καί προσεύχεται «ὑπέρ τῶν μισούντων καί ἀγαπώντων ἡμᾶς».
Θεωροῦμε, γιά τόν λόγο αὐτόν, ἀξιέπαινη καί χριστιανική τήν στάση τῶν θιγόμενων ἐργαζομένων, οἱ ὁποῖες δέν ζήτησαν τήν ἄσκηση διώξεως κατά τῆς προϊσταμένης τους, εἰ μή μόνον νά ἀναγνωρισθεῖ ρητῶς ἀπό τόν ἐργοδότη τους ἡ ἐλευθερία ἐκδηλώσεως τῆς θρησκευτικῆς πίστεώς τους στόν χῶρο ἐργασίας τους. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ὡς κοινότητα κλήρου καί λαοῦ, συμπαρίσταται στό δίκαιο καί δημοκρατικό αἴτημα τῶν ἐργαζομένων καί ἀναμένει τήν ἀπάντηση τῆς ἐργοδοτικῆς πλευρᾶς καί τοῦ ὑμετέρου Ὑπουργείου.
Θά ἀποτελοῦσε ὠφέλιμη ὑπηρεσία στόν τόπο, ἐάν τό Ὑπουργεῖο σας μέ τήν παροῦσα εὐκαιρία ἀπεδείκνυε ὅτι εἶναι ἄξια προστασίας ἡ θρησκευτική ἐλευθερία γιά ὅλους, τόσο γιά τήν πλειοψηφία τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν, ὅσο καί γιά τίς μειοψηφίες τῶν ἑτεροδόξων, ἐτεροθρήσκων ἤ τῶν μή θρησκευόντων.
Θά ἐνθυμεῖσθε πώς τόν Μάιο τοῦ 2009 στό ἄκουσμα τῆς εἰδήσεως ὅτι κατά τή διάρκεια σωματικοῦ ἐλέγχου ἀπό ἀστυνομικό σέ μουσουλμάνο καταστράφηκαν σελίδες τοῦ Κορανίου, πού εἶχε μαζί του ὁ ἐλεγχόμενος, εἶχαν προκληθεῖ βίαια ἐπεισόδια στό κέντρο τῆς Ἀθήνας, πρίν κἄν ἐξακριβωθοῦν οἱ συνθῆκες τοῦ περιστατικοῦ.
Οἱ κρατικοί κανόνες λοιπόν, πού προστατεύουν τήν κοινωνική εἰρήνη ἀπό τίς προσβολές τοῦ ἑνός τῆς θρησκευτικῆς πίστεως τοῦ ἄλλου, ἔχουν παρόντα καί ἰσχύοντα λόγο ὑπάρξεως.
Καί ἡ δική μας ἀνεκτική στάση ὡς ὀρθοδόξων χριστιανῶν δέν ἀπαλλάσσει τήν Πολιτεία ἀπό τό λειτούργημά της νά παρεμβαίνει καί νά προστατεύει.
Κλείνοντας θά μᾶς ἐπιτρέψετε μία διαπίστωση γιά τόν φανατισμό.
Στήν Ἑλλάδα οἱ ἀπόπειρες ἀπό πολιτικές τάσεις, ἀκτιβιστικές ἑνώσεις ἤ δημόσια πρόσωπα γιά τήν προβολή καί ἀναγνωρισιμότητα τῆς ἀθεΐας συνήθως ἐξαντλοῦνται σέ μονοσήμαντη ἀντιπαράθεση μέ τήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Ἡ ἔλλειψη νηφαλιότητας, ἡ ἐπιθετικότητα, οἱ διακωμωδήσεις καί οἱ προσβολές, πού ἐκδηλώνουν κατά τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν δίδουν τήν ἐντύπωση ὅτι πρόκειται μᾶλλον γιά ἀπογοητευμένους χριστιανούς, παρά γιά συνειδητοποιημένους ἄθεους, πού σέβονται τήν θρησκευτική πίστη τοῦ ἄλλου.
Προκαλεῖ βεβαίως ἔκπληξη πῶς εἶναι δυνατόν τόση ἐμμονή γιά τήν ἐξαφάνιση εἰδικά τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἀπό τή δημόσια ζωή νά προέρχεται ἀπό ἀνθρώπους, πού ὑποτίθεται ὅτι ἐμφοροῦνται ἀπό θρησκευτική ἀδιαφορία.
Εἶναι καί αὐτή μία κατηγορία θρησκευτικοῦ φανατισμοῦ μᾶλλον ἀπειλητικότερη γιά τήν κοινωνική συνοχή ἀπό τήν ἀτομική θρησκοληψία.
Τό φαινόμενο τοῦ ἐπιθετικοῦ ἀντιχριστιανισμοῦ, πού διεκδικεῖ καί ἐπαίνους προοδευτικότητας, ἀξίζει προσοχῆς ἀπό τό Ὑπουργεῖο σας, ἐπειδή ἀμφισβητεῖ τόν ἴσο σεβασμό τῶν δικαιωμάτων, μέ τό διχαστικό ἐπιχείρημα ὅτι ἡ πλειοψηφία εἶναι ἀπειλή γιά τίς μειοψηφίες καί, ἑπομένως, δέν ἀξίζει προστασίας.
Μέ τήν πεποίθηση ὅτι τυγχάνει τῆς κατανοήσεώς σας ἡ σημασία τῶν ὡς ἄνω ἐκτεθέντων, καί μέ τήν ἐλπίδα ὅτι στόν σχεδιασμό καί στίς ἀποφάσεις σας θά συνεξετάσετε τίς σχετικές θέσεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, σᾶς ἀπευθύνουμε τήν εὐχή ὁ Θεός νά σᾶς εὐλογεῖ καί νά σᾶς ἐνισχύει στά εὐθυνοφόρα καθήκοντά σας.
Ὁ Ἀθηνῶν Ι Ε Ρ Ω Ν Υ Μ Ο Σ,
Πρόεδρος